Σύμφωνα με τον νέο ΚΟΚ που ανακοίνωσε ο υπουργός Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης (κατά τον οποίον κώδικα, να θυμίσω, ο βαθμός επικινδυνότητας της οδήγησης είναι ανάλογος με το εισόδημα του οδηγού), η μούντζα θα θεωρείται παράβαση ως αντικοινωνική συμπεριφορά και άσεμνη χειρονομία. Αλλά γιατί πάλι μισές δουλειές; Αν είναι να απαγορευτεί, να απαγορευτεί για όλους. Και επίσης να κοπούν (όπως έγινε και πριν από χρόνια με το κάπνισμα) και οι επίμαχες και προσβλητικές για την κοινωνική ευπρέπεια, στα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ υπενθυμίζω, σκηνές από ταινίες. Για παράδειγμα, από το «Υπάρχει και φιλότιμο» (εκεί, επειδή μουντζώνουν πολλοί μαζί, μπορεί να θεωρηθεί και σύσταση συμμορίας), από το «Της κακομοίρας» όπου οι μούντζες πέφτουν αβέρτα, από τις μισές ταινίες με τη Βλαχοπούλου και σχεδόν όλες με τον Βέγγο. Και, εννοείται, ότι οι ανήκοντες στη μεσαία τάξη του υπερεισοδήματος των 7.500 ευρώ ετησίως θα πληρώνουν διπλό πρόστιμο όταν μουντζώνουν, οι δε διαπλεκόμενοι δημοσιογράφοι των μέσων που εξυπηρετούν αλλότρια συμφέροντα, τριπλό.
Ας σοβαρευτούμε, όσο γίνεται βέβαια κάτω από τέτοιες συνθήκες. Η μούντζα θα μπορούσε να είναι το φλάμπουρο του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ. Σε αχνάρια από μούντζες περπάτησε για να φτάσει στο Μαξίμου –έστω και αν πολλές από αυτές ήταν της Χρυσής Αυγής. Οι μούντζες στη Βουλή άνοιξαν τις πόρτες στον φασίζοντα λαϊκισμό. Τη μούντζα του μαθητή προς τους επισήμους στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου του 2011 εργαλειοποίησε ως «ιερή αγανάκτηση» η «πρώτη φορά Αριστερά». Ετσι, η ποινικοποίηση της μούντζας, έστω και μόνο για τους οδηγούς, όταν την ακούς από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, μοιάζει με παρθενορραφή στο διάτρητο ηθικό πλεονέκτημα στο οποίο, εκτός από πολλά άλλα, έχει ανοίξει τρύπες και το υψωμένο μεσαίο δάχτυλο του συγκυβερνήτη.