Η πρώτη επίσημη επίσκεψη αρχηγού κράτους της Τουρκίας στην Ελλάδα μετά το 1952 εγκλωβίσθηκε επικοινωνιακώς στην αναφορά του τούρκου προέδρου σε σχετική ερώτηση περί της ανάγκης επικαιροποιήσεως της Συνθήκης της Λωζάννης. Οι απόψεις του κ. Ερντογάν στο εν λόγω ζήτημα έχουν διατυπωθεί επανειλημμένως στο παρελθόν και οι σκοποί του είναι σαφείς. Ο πρώτος ήταν η αμφισβήτηση της αυθεντίας των Κεμάλ Ατατούρκ και Ισμέτ Ινονού, των δύο πρώτων προέδρων της Δημοκρατίας της Τουρκίας που έχουν συνδεθεί με την υπογραφή της Συνθήκης και αποτελούν το «αντίπαλον δέος» του κ. Ερντογάν στην ιδεολογική του αντιπαράθεση με τους κεμαλιστές. Ο δεύτερος είναι η διατύπωση τουρκικών αξιώσεων στα εδάφη της Βορείου Συρίας και του Βορείου Ιράκ, λόγω της αναδύσεως εκεί κουρδικών πολιτικών οντοτήτων που διεκδικούν αυτονομία ή και ανεξαρτησία. Πουθενά δεν προκύπτει ότι η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης ανέκυψε με σκοπό τη διεκδίκηση ελληνικών εδαφών. Εν πάση περιπτώσει, το τμήμα της ελληνοτουρκικής μεθορίου που έχει αμφισβητηθεί περισσότερο από την Τουρκία την τελευταία τριακονταετία, τα θαλάσσια σύνορα της Δωδεκανήσου, δεν διέπονται από την Συνθήκη της Λωζάννης, αλλά από την ιταλοτουρκική συνθήκη της Αγκύρας του 1932 και τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947.
Από τη στιγμή βεβαίως που ο κ. Ερντογάν εκλήθη να διατυπώσει την άποψή του για τη Συνθήκη της Λωζάννης ήταν αναμενόμενο να υπεραμυνθεί των απόψεών του, προσθέτοντας πάντως ότι πιθανή επικαιροποίηση της Συνθήκης θα γινόταν μόνον τη συναινέσει και επ’ αμοιβαία ωφελεία Ελλάδος και Τουρκίας. Η τελευταία φράση χάθηκε στον ορυμαγδό των αντιδράσεων των ελληνικών ΜΜΕ που διέκριναν για άλλη μια φορά τη διατύπωση παγίων τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων. Η μετατροπή της Συνθήκης της Λωζάννης σε ζήτημα ταμπού παραβλέπει το γεγονός ότι πολλά της άρθρα δεν ισχύουν πλέον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα άρθρα που αναφέρονται στην αποστρατιωτικοποίηση των Στενών. Η ελληνική θέση για την άρση του καθεστώτος αποστρατιωτικοποιήσεως της Λήμνου και της Σαμοθράκης βασίζεται ακριβώς στη λήξη της ισχύος των σχετικών άρθρων της Συνθήκης.
Η περί Λωζάννης συζήτηση τείνει, ωστόσο, να εκτρέψει την επίσκεψη από τους αρχικούς σκοπούς της. Ηταν σαφές από το ύφος και τη γλώσσα του κ. Ερντογάν κατά τη συνέντευξή του ότι αποσκοπούσε στην επιτυχία της επισκέψεως στην Ελλάδα, όπως ασφαλώς και η ελληνική κυβέρνηση που ανέλαβε το ρίσκο της προσκλήσεως. Απομονωμένος διεθνώς τους τελευταίους μήνες, ο κ. Ερντογάν αναζητεί τρόπους αποκαταστάσεως του τρωθέντος διπλωματικού κεφαλαίου της χώρας του. Ελπίζει επίσης ότι η επίσκεψη στη Δυτική Θράκη θα αποκαταστήσει εν μέρει τη φθίνουσα δημοφιλία του μεταξύ των συντηρητικών τούρκων ψηφοφόρων. Η ελληνική πλευρά έχει βεβαίως την ευκαιρία να θέσει σειρά ζητημάτων κοινού ενδιαφέροντος που αφορούν το Προσφυγικό, την οικονομική συνεργασία, αλλά και την προστασία των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της μειονότητος σε Κωνσταντινούπολη, Ιμβρο και Τένεδο. Η επιτευχθείσα πρόοδος στην οποία επανειλημμένως ανεφέρθη ο κ. Ερντογάν δεν αναιρεί την ύπαρξη σοβαρών εκκρεμοτήτων με κορυφαίο την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Από την άλλη, στον βαθμό που ενδιαφέρεται να υπογραμμίσει την προσήλωσή της στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, είναι επιτακτική η πλήρης και αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στα ζητήματα που αφορούν τη μειονότητα στη Δυτική Θράκη.
Ο Ιωάννης Γρηγοριάδης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και Επιστημονικός Συνεργάτης του ΕΛΙΑΜΕΠ