Η επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα δεν στέφθηκε με επιτυχία. Φάνηκε ότι ήταν πλημμελώς προετοιμασμένη και, κυρίως, φάνηκε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε συγκεκριμένη και ξεκάθαρη στρατηγική στόχευση.
Η επίσκεψη Ερντογάν πραγματοποιήθηκε σε μια κρίσιμη και ευαίσθητη περίοδο. Και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και για την εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία. Η Τουρκία επιρρίπτει εξ ολοκλήρου τις ευθύνες για το ναυάγιο των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού στην ελληνική πλευρά. Και όσον αφορά το σχέδιο Ανάν αλλά και για τις πρόσφατες συνομιλίες. Το αφήγημα αυτό διατυπώθηκε και επισήμως από τον Ερντογάν στην Αθήνα. Και δεν απαντήθηκε επαρκώς. Το χειρότερο ήταν ότι η Αθήνα δεν φάνηκε να έχει κάποια στρατηγική για την επόμενη μέρα στο Κυπριακό.
Το άλλο σκέλος αφορούσε τη γνωστή ρητορική του Ερντογάν για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης. Είναι ένας ολισθηρός δρόμος που κυρίως αφορά ένα εσωτερικό ιστορικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών στην Τουρκία, μια σπασμωδική απάντηση στους συνολικότερους φόβους για έναν πιθανό διαμελισμό της επικράτειάς της στα ανατολικά και λιγότερο την Ελλάδα. Στο κομμάτι που αφορά την ελληνοτουρκική πτυχή, η εστίαση της σημερινής ηγεσίας της Τουρκίας δεν έγκειται στην αλλαγή των συνόρων αλλά στη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Η συζήτηση, όμως, για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης ισοδυναμεί με το άνοιγμα του ασκού του Αιόλου. Μπορεί να συμπαρασύρει τα πάντα. Για τον λόγο αυτό, θα έπρεπε να είχε προσυμφωνηθεί ότι δεν θα γίνει μια τέτοια συζήτηση. Και, πάντως, όχι δημόσια γιατί αποκτά μια άλλη δυναμική. Αυτή άλλωστε είναι και η πάγια τουρκική τακτική από το 1974 και μετά. Ανά περιόδους καταγράφουν νέες αιτιάσεις οι οποίες αθροίζονται για να υπάρχει για την Τουρκία διαπραγματευτική μάζα.
Η Ελλάδα είχε ένα στρατηγικό ζητούμενο από την επίσκεψη Ερντογάν. Να στρέψει το διακύβευμα της επίσκεψης περισσότερο στις ευρωτουρκικές σχέσεις και λιγότερο στις ελληνοτουρκικές. Το κλίμα για την Τουρκία στην Ευρώπη είναι αρνητικό με πολλούς να υποστηρίζουν ακόμη και τον τερματισμό των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν καταστροφική για την Ελλάδα. Η Ελλάδα έχει συμφέρον να κρατηθεί η Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά. Πρέπει να αναδείξει τα κοινά συμφέροντα που επιβάλλουν την ευρωτουρκική συνεργασία. Οπως η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και η συμφωνία για το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό. Που είναι ζωτικής σημασίας για την Ευρώπη αλλά και για την Ελλάδα.
Αντί να συζητάμε για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης θα έπρεπε να συζητάμε για την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας.
Προτείνοντας τρόπους, όπως μια αναβαθμισμένη τελωνειακή ένωση που, υπό προϋποθέσεις, θα βοηθούσε στην εξομάλυνση των ευρωτουρκικών σχέσεων και θα κρατούσε την Τουρκία σε ευρωπαϊκή τροχιά.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός, visiting fellow στο Martens Centre του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος