Η πρώτη επίσημη επίσκεψη προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας στην Ελλάδα ύστερα από 65 ολόκληρα χρόνια έμελλε να είναι επεισοδιακή. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ουδόλως είχε «μαλακώσει» σε σχέση με το παρελθόν. Αντιθέτως, φρόντισε με προκλητικό τρόπο να εγείρει αξιώσεις και να ανοίξει θέματα από όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων (μειονότητα Θράκης, Αιγαίο, Κυπριακό κ.τ.λ.), χρησιμοποιώντας εξαιρετικά υψηλούς τόνους τόσο κατά τη συνάντησή του με τον Προκόπη Παυλόπουλο όσο και με τον Αλέξη Τσίπρα.
Αν και ο τούρκος πρόεδρος ήταν σαφώς πιο ήπιος στην παρέμβασή του στο επίσημο δείπνο που παρατέθηκε χθες βράδυ προς τιμήν του στο Προεδρικό Μέγαρο περιοριζόμενος στα απολύτως απαραίτητα και τυπικά ως προς τις σχέσεις των δύο χωρών, ερωτηματικό παραμένει η στάση του κατά σημερινή επίσκεψή του στη Θράκη. Μια επίσκεψη που από την πρώτη στιγμή προβλημάτισε την κυβέρνηση ως προς τη σκοπιμότητά της και έως την τελευταία στιγμή υπήρξαν παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για να περάσει σε δεύτερο πλάνο σε σχέση με τις συναντήσεις του Ερντογάν με Παυλόπουλο – Τσίπρα στην Αθήνα.
Το επίσημο πρόγραμμα περιλαμβάνει ολιγόωρη παραμονή για τον τούρκο πρόεδρο στην Κομοτηνή και συγκεκριμένα προσκύνημα σε τζαμί της πόλης και γεύμα με μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας. Με ενδιαφέρον αναμένεται έτσι τυχόν παρέμβασή του ή κάποια «αυθόρμητη» εκδήλωση που θα μπορούσε να αξιοποιήσει. Ιδιαίτερα μάλιστα από τη στιγμή που οι αναφορές στη Θράκη και την «τουρκική» όπως την αποκάλεσε χθες μειονότητα έχουν απενοχοποιηθεί μετά τα όσα διημείφθησαν εν μέσω έντασης στην Ηρώδου Αττικού.
Σημειώνεται ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν θα συνοδεύσει τελικώς τον τούρκο ομόλογό του στη Θράκη, όπως εξετάστηκε αρχικά ως ενδεχόμενο. Την κυβέρνηση θα εκπροσωπήσουν ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος και ο υφυπουργός Γιάννης Αμανατίδης.
Ανεξαρτήτως Θράκης, η επίσκεψη Ερντογάν θα αφήσει ένα μεγάλο αναπάντητο ερωτηματικό που αφορά την ελληνική πλευρά: ποιο σκοπό υπηρέτησε η παρουσία του στην Ελλάδα από τη στιγμή που ο τούρκος πρόεδρος όχι μόνο δεν σεβάστηκε την προτροπή για χαμηλούς τόνους – όπως επί μέρες από το κυβερνητικό στρατόπεδο διέρρεε ότι είχε εξασφαλιστεί στις εντατικές επαφές των διπλωματικών γραφείων των ηγετών των δύο χωρών – αλλά επιπλέον άνοιξε κι άλλες πληγές στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τουλάχιστον η Αθήνα παρέμεινε σταθερή στη θέση ότι η Συνθήκη της Λωζάννης είναι αδιαπραγμάτευτη, ενώ ο Πρωθυπουργός απεδείχθη πιο ευέλικτος σε σχέση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως προς την αντιμετώπιση του τούρκου προέδρου. Ούτε εκείνος απέφυγε, βέβαια, να εμπλακεί σε ένα πινγκ-πονγκ «φαρμακερών» δηλώσεων. Ωστόσο, φρόντισε να απαντήσει περισσότερο με πολιτικά παρά με ακαδημαϊκά επιχειρήματα στον Ερντογάν.
Η επιθετική προσέγγιση που ακολούθησε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην έδρα του «αντιπάλου» του δεν ήταν ένα νέο στοιχείο για την πολιτική που υιοθετεί ο τούρκος πρόεδρος. Πλην όμως κατέλαβε εξαπίνης την ελληνική πλευρά και έδειξε με το «καλημέρα» της επίσκεψής του ότι δεν ήταν διατεθειμένος να δώσει, παρά μόνον να ζητήσει. Είχε στρώσει, άλλωστε, το χαλί με τις εμπρηστικές δηλώσεις του για τη Συνθήκη της Λωζάννης και τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς, λίγες ώρες πριν το Airbus 330 της Τουρκικής Δημοκρατίας προσγειωθεί στο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Ενεπλάκη έτσι σε έναν εκτός διπλωματικού πρωτοκόλλου on camera διάλογο με τον Προκόπη Παυλόπουλο, με επίδικο τη Συνθήκη της Λωζάννης, δημιουργώντας απορίες για την προετοιμασία και ετοιμότητα της ελληνικής πλευράς. Αξιοποιώντας την αναφορά Παυλόπουλου πως «η Συνθήκη είναι αδιαπραγμάτευτη», ο Ερντογάν πέρασε στην αντεπίθεση. Αφού δήλωσε ότι δεν είχε σκοπό αρχικά να συζητήσει με τον ομόλογό του το θέμα, είπε πως αποφάσισε να το πράξει ακούγοντας την παρέμβαση Παυλόπουλου και απάντησε με αιχμηρό τρόπο στην αναφορά του έλληνα Προέδρου πως είναι μη εκτελεστικός: «Κι εμείς στην Τουρκία είχαμε αντίστοιχα θεσμικά προβλήματα και γι’ αυτό προβήκαμε σε αλλαγή πολιτεύματος»…
«Υπάρχουν εκκρεμότητες και θέματα που δεν κατανοούνται σωστά», συνέχισε ο Ερντογάν, χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα ότι η Συνθήκη της Λωζάννης είναι μια συμφωνία που υπογράφηκε πριν από 94 χρόνια από συνολικά 11 χώρες. Ετσι, έθεσε ευθέως θέμα Θράκης, κάνοντας λόγο για «τουρκική» μειονότητα. Προχωρώντας, άσκησε κριτική για τις συνθήκες διαβίωσης των μελών της μειονότητας και επιχείρησε να εξισώσει τον μουφτή με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, λέγοντας ότι ο πρώτος διορίζεται, ενώ ο δεύτερος εκλέγεται.
Αναφερόμενος στο Κυπριακό, ο τούρκος πρόεδρος επέρριψε ουσιαστικά τις ευθύνες για το ναυάγιο των απευθείας διαπραγματεύσεων στην ελληνοκυπριακή πλευρά, επιχειρώντας «βουτιά» στο παρελθόν και το Σχέδιο Ανάν που απορρίφθηκε. Ενώ για το Αιγαίο υποστήριξε ότι η δίκαιη και βιώσιμη λύση προϋποθέτει τροποποιήσεις στη Συνθήκη της Λωζάννης.
Μούδιασμα στο Μαξίμου
Η τροπή που πήρε η υποδοχή Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο αιφνιδίασε έτι περαιτέρω την κυβέρνηση και βάρυνε το κλίμα ενόψει της συνάντησης με τον Πρωθυπουργό και τις διευρυμένες συνομιλίες των δύο αντιπροσωπειών, αναγκάζοντας τον Αλέξη Τσίπρα να σηκώσει το γάντι. Αν και πληροφορίες αναφέρουν πως ο Πρόεδρος είχε ενημερώσει a priori για το περιεχόμενο της παρέμβασής του, το Μαξίμου μούδιασε με όσα διημείφθησαν μεταξύ Παυλόπουλου – Ερντογάν.
Κυβερνητικός αξιωματούχος, πάντως, έσπευσε αργότερα να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, σημειώνοντας πως «ο κ. Παυλόπουλος επανέλαβε τις ελληνικές θέσεις και είναι προφανές ότι δεν περιμέναμε η Τουρκία να αλλάξει τις δικές της». Αφησε μάλιστα αιχμές κατά των Τούρκων, λέγοντας: «Τείνουμε χείρα φιλίας στην Τουρκία και είναι στο χέρι της εάν θα αξιοποιήσει την πρωτοβουλία μας. Το τανγκό θέλει πάντα δύο».
Αιχμές και σχόλια
Μοιραία λοιπόν η –σχεδόν δίωρη –κατ’ ιδίαν συνάντηση Τσίπρα – Ερντογάν πραγματοποιήθηκε σε βαρύ κλίμα. Και μολονότι αρχικά διεφάνη στην υποδοχή του τούρκου προέδρου ότι οι τόνοι θα ήταν χαμηλότεροι σε σχέση με τη στιχομυθία στον καναπέ του Προεδρικού Μεγάρου, οι δύο ηγέτες επιδόθηκαν κατά τις κοινές τους δηλώσεις, μετά τη συνάντηση, σε ένα νέο γύρο αντιπαράθεσης με αιχμές και φαρμακερά σχόλια εκατέρωθεν.
Ο Ερντογάν επανέλαβε αρχικά τα περί επικαιροποίησης της Συνθήκης της Λωζάννης και εν γένει κινήθηκε στο ίδιο μήκος κύματος με το Προεδρικό Μέγαρο. Η απάντηση Τσίπρα, ωστόσο, ήταν εξαρχής δηκτική: «Αν κατάλαβα καλά, ο κ. Ερντογάν δεν ζητάει αναθεώρηση της Συνθήκης, γιατί τότε θα έπρεπε να ψάξουμε να βρούμε και την Ιαπωνία και τις υπόλοιπες χώρες που την υπέγραψαν». Και συνέχισε: «Απ’ ό,τι κατάλαβα μάλιστα, δεν τίθεται κανένα θέμα για την εδαφική ακεραιότητα καμίας χώρας. Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι ο θεμέλιος λίθος για τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας». Υποχρεώνοντας έτσι τον τούρκο πρόεδρο να δηλώσει ξεκάθαρα πως πράγματι δεν αμφισβητεί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας.
Επιχειρώντας να αντιστρέψει τους ισχυρισμούς Ερντογάν για τη Θράκη, ο Τσίπρας τόνισε πως, πέραν της ευαισθησίας που διαθέτει για τη μειονότητα η κυβέρνηση, πρέπει να αποτελέσει «μοχλό έλξης και όχι απώθησης των δύο λαών» και η ελληνική μειονότητα στην Τουρκία. Ειδικά δε για τις θρησκευτικές ελευθερίες, «κάρφωσε» τον τούρκο πρόεδρο με το εξής παράδειγμα: «Στην Ελλάδα ουδέποτε σκεφτήκαμε να κάνουμε μια θρησκευτική λειτουργία σε τέμενος, όπως εσείς –κακώς –κάνατε επανειλημμένα στην Αγια-Σοφιά».
Ο Πρωθυπουργός έθεσε παράλληλα το ζήτημα του τερματισμού των τουρκικών παραβιάσεων στο Αιγαίο και τόνισε ότι είναι αδιανόητο εν έτει 2017 να μιλάμε για casus belli. Ιδιαίτερα αιχμηρός υπήρξε ως προς το Κυπριακό. Απαντώντας στις αιτιάσεις Ερντογάν για μη εποικοδομητικό ρόλο Αθήνας – Λευκωσίας, υπογράμμισε ότι το πρόβλημα ξεκίνησε από «παράνομη εισβολή και κατοχή στο νησί». Πρόσθεσε δε ότι είναι… συνομήλικος με το Κυπριακό, για να εισπράξει ειρωνεία από τον τούρκο πρόεδρο πως είναι «πολύ νέος» για να γνωρίζει την ακριβή ιστορία.
Και τρεις συμφωνίες
Στα θετικά της συνάντησης, τρεις συμφωνίες: επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων για την οικοδόμηση Μέτρων Εμπιστοσύνης και την υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο, συνεργασίας για το Προσφυγικό και αναβάθμισης των εμπορικών σχέσεων στις μεταφορές, τον τουρισμό και τον πολιτισμό.
«Η Ελλάδα πρότεινε στην Τουρκία να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις», σημείωναν μετά τη συνάντηση κυβερνητικές πηγές, θέτοντας ως προϋπόθεση τον σεβασμό εκ μέρους της Τουρκίας τόσο στο Διεθνές Δίκαιο όσο και στη Συνθήκη της Λωζάννης, αλλά και την επανέναρξη των απευθείας συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.
Η ασθένεια της Εμινέ
Τη στιγμή που οι τοποθετήσεις Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο προκαλούσαν αμηχανία στο Μαξίμου, ένα άλλο απρόοπτο ήρθε να φορτίσει ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα: η σύζυγός του, Εμινέ, ακύρωσε το πρόγραμμά της με την Περιστέρα Μπαζιάνα, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι είναι ασθενής. Αργότερα, πάντως, την κάλεσε για τσάι στη Μεγάλη Βρεταννία, ενώ έδωσε το «παρών» στο επίσημο δείπνο στο Προεδρικό Μέγαρο το βράδυ.