Η Σαουδική Αραβία είναι ένας από τους σημαντικότερους πελάτες των (κρατικών και ιδιωτικών) βιομηχανιών παρασκευής όπλων και πυρομαχικών στο Βέλγιο. Οι βελγικές εξαγωγές όπλων της τελευταίας δεκαπενταετίας προς τη Σαουδική Αραβία ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 5% των αντίστοιχων εξαγωγών του συνόλου της Ευρώπης οι οποίες για το ίδιο διάστημα προσεγγίζουν τα 60 δισ. ευρώ. Ισως αυτό να εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η βελγική διπλωματία συχνά πυκνά τα τελευταία χρόνια όχι μόνο έκλεισε τα μάτια μπροστά στις εξόφθαλμες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σαουδική Αραβία, αλλά έφθασε και στο σημείο να την υποστηρίξει στο αίτημά της να μετάσχει στην επιτροπή των χωρών του ΟΗΕ που ασχολείται με τον σεβασμό των δικαιωμάτων των γυναικών ανά τον κόσμο. Ενδεχομένως επειδή προ διμήνου η Σαουδική Αραβία έπαψε να είναι η τελευταία χώρα στον κόσμο όπου απαγορευόταν στις γυναίκες να οδηγούν αυτοκίνητο.
Τον τελευταίο καιρό ωστόσο η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Βελγίου δείχνει σημάδια αλλαγής στάσης, επιδιώκοντας την επιβολή εμπάργκο στις πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία. Η σημερινή κυβέρνηση του Φιλελεύθερου πρωθυπουργού της χώρας Σαρλ Μισέλ κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος από της προηγούμενης υπό τον (βαλόνο) Σοσιαλιστή Ελιο Ντι Ρούπο, ο οποίος προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η Σαουδική Αραβία συμμετέχει στη διεθνή συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους, είχε ευνοήσει την εκτίναξη των βελγικών εξαγωγών. Κάτι που ασφαλώς δεν είναι άσχετο από το γεγονός ότι ο Ντι Ρούπο εκλέγεται στη γαλλόφωνη περιφέρεια του Βελγίου, τη Βαλονία, όπου βρίσκεται ο μεγαλύτερος αριθμός των ιδιωτικών, κυρίως δε των κρατικών, αμυντικών βιομηχανιών του Βελγίου. Ας σημειωθεί πως με βάση το βελγικό δίκαιο οι εταιρείες αυτές είναι και οι μόνες αρμόδιες για τη σύναψη των τεχνικών και οικονομικών όρων μιας συμφωνίας παράδοσης οπλισμού σε τρίτη χώρα, όπως για παράδειγμα η Σαουδική Αραβία. Στη συνέχεια η όποια συμφωνία τίθεται υπόψη των κρατικών Αρχών που σε πρώτη φάση επιλέγουν σε ποια από τις τρεις κατηγορίες που ορίζει το βελγικό δίκαιο εντάσσεται: Στις «απλές» συμφωνίες, στις «ευαίσθητες» ή στις»εξαιρετικά ευαίσθητες». Για κάθε κατηγορία προβλέπονται διαφορετικοί έλεγχοι και διαφορετικές διαδικασίες παροχής αδείας, χωρίς την οποία η συμφωνία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Την αλλαγή ρότας του Βελγίου στο ζήτημα των εξαγωγών όπλων στη Σαουδική Αραβία έχει αναλάβει σε σημαντικό βαθμό να υλοποιήσει ο Νικόλας Τζανετάτος, ο οποίος είναι Φιλελεύθερος βουλευτής και πρόεδρος της Επιτροπής Εξοπλισμών του Κοινοβουλίου της Βαλονίας. Με παππού ανθρακωρύχο που άφησε την Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και πατέρα εστιάτορα, ο 36χρονος Νικόλας Τζανετάτος, δικηγόρος στο επάγγελμα, είναι πλέον ένας από τους σημαντικούς βέλγους πολιτικούς που συμμετέχουν στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Μιλώντας στα «ΝΕΑ» δεν έκρυψε ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους είναι αναγκαίο να επιβληθεί εμπάργκο στις παραδόσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία είναι ότι «εξακριβωμένα, πλέον, όπλα που πωλούνται στη Σαουδική Αραβία μετά από λίγο καιρό εντοπίζονται στην Τουρκία, στη Λιβύη και στη Συρία».
Και για του λόγου το ασφαλές επιδεικνύει τα στοιχεία μιας ανεξάρτητης έρευνας που επισημαίνει ότι τα τελευταία χρόνια η Σαουδική Αραβία έχει προμηθευτεί από χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης πυρομαχικά και οπλισμό άνω των 2 δισ. ευρώ που εμφανώς δεν τα έχει ανάγκη αφού τα δικά της όπλα είναι πιο σύγχρονα. Ο οπλισμός αυτός στη συνέχεια πωλείται προς πάσα κατεύθυνση, αναφέρεται στην έρευνα.
«Αυτό είναι αντίθετο προς τις συμβάσεις που έχουν υπογράφει και προς το διεθνές δίκαιο, αλλά και εξαιρετικά επικίνδυνο» τονίζει ο Τζανετάτος, στηλιτεύοντας ταυτόχρονα την ευρωπαϊκή υποκρισία επί του θέματος. «Το 2008, τα κράτη-μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σε έναν κώδικα δεοντολογίας για τις πωλήσεις όπλων σε τρίτες χώρες ορίζοντας κάποια κριτήρια. Η συμφωνία αυτή επικυρώθηκε από την Ευρωβουλή.
Στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας παραβιάζονται όλες οι προϋποθέσεις για την έκδοση άδειας εξαγωγής όπλων και όμως οι πάντες εξάγουν» επισημαίνει, τονίζοντας πως είναι πλέον ανάγκη να γίνουν πράξη όσα έχουν συμφωνηθεί και να υπάρξει τόσο στο ευρωπαϊκό όσο και στο επίπεδο του ΟΗΕ εμπάργκο στις πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία. «Το να επιβάλει μια χώρα μόνη της εμπάργκο δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα» καταλήγει.