Η ανακούφιση ήταν μεγάλη. Η απόφαση των 600 συνέδρων του SPD να εγκρίνουν την έναρξη διαβουλεύσεων με τη Χριστιανική Ενωση για τη μελλοντική κυβέρνηση της Γερμανίας αποτελεί επιβεβαίωση του προέδρου Μάρτιν Σουλτς και της ηγετικής ομάδας του κόμματος που έδωσαν τη μάχη για «διαπραγμάτευση ανοιχτού αποτελέσματος».

Η πρώτη συνάντηση θα πραγματοποιηθεί την ερχόμενη Τετάρτη, ανακοίνωσε η κοινοβουλευτική ηγέτις του SPD Αντρέα Νάλες, διευκρινίζοντας ότι δεν πρόκειται για «διερευνητικές επαφές ούτε για διαπραγμάτευση». Η έναρξη κανονικών διαπραγματεύσεων θα αποφασιστεί σε έκτακτο συνέδριο που θα συγκληθεί ειδικά για αυτό το θέμα.

«Το SPD είναι απαραίτητο, και αυτό είναι μια καλή αίσθηση», διαπίστωσε η Αντρέα Νάλες. Πράγματι, μετά το ναυάγιο της επιχείρησης «Τζαμάικα» (κυβέρνηση Χριστιανικής Ενωσης, Φιλελευθέρων και Πρασίνων) το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, παρά την ιστορική ήττα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, είναι καθοριστικός παράγοντας για την επίλυση της κυβερνητικής κρίσης στη Γερμανία. Ο απολογισμός της 20ετίας που έκανε χθες ο επανεκλεγείς πρόεδρος του SPD Μάρτιν Σουλτς είναι αποκαλυπτικός της δραματικής πορείας που έχουν πίσω τους οι Σοσιαλδημοκράτες. Από το 1998 που κέρδισε τις εκλογές με τον Γκέρχαρτ Σρέντερ, το SPD έχασε πάνω από 10 εκατομμύρια ψηφοφόρους. Το SPD είχε αυτές τις δραματικές απώλειες επειδή παραιτήθηκε από τη διεκδίκηση του «νέου κέντρου», το οποίο είχε κερδίσει τότε, και αντί να κάνει θαρραλέες προτάσεις για το μέλλον, αθροίζει όλες τις αγωνίες και τους φόβους που είναι διάχυτοι στην κοινωνία», σχολιάζει ο Στέφαν-Αντρέας Κάσντορφ, αρχισυντάκτης της κεντροαριστερής εφημερίδας του Βερολίνου «Τάγκες-σπίγκελ». Οι σύντροφοι, λέει «προτιμούν να ασχολούνται ακόμα με την Ατζέντα 2010 του Σρέντερ που ανήκει στο παρελθόν, αντί να επεξεργαστούν μία Ατζέντα 2025».

Πρόκειται για βασική κακοδαιμονία των Σοσιαλδημοκρατών η οποία συμπληρώθηκε στις τελευταίες εκλογές από την αδυναμία του Σουλτς να διεκδικήσει και να καρπωθεί ακόμα και τα δικά τους επιτεύγματα της απερχόμενης κυβέρνησης Μέρκελ. Τώρα καλούνται να διαπραγματευτούν εκ νέου τη συμμετοχή τους σε κυβέρνηση με τη Χριστιανική Ενωση της Μέρκελ, μολονότι η αρχική τους επιλογή ήταν να μείνουν στην αντιπολίτευση.

«Το βάρος στο SPD είναι μεγάλο», λέει στα «ΝΕΑ» ο πολιτειολόγος του Βερολίνου Χάγιο Φούνκε. Το εκλογικό αποτέλεσμα με τη μείωση των ποσοστών και των δύο κομμάτων του μεγάλου συνασπισμού θεωρεί ότι αποτελεί «έκφραση μιας αποστασιοποίησης των ψηφοφόρων από τους κλασικούς μηχανισμούς άσκησης εξουσίας». Παρά τις επιτυχίες στον οικονομικό τομέα, υπάρχει μία «έντονη δυσφορία» τόσο για τις κοινωνικές συνθήκες όσο και για το ηγετικό προσωπικό, η οποία σε συνδυασμό με την προσφυγική κρίση αποτυπώθηκε στο ποσοστό της Εναλλακτικής για τη Γερμανία.

Η χώρα παραμένει σταθερή οικονομικά και πολιτικά, λέει ο Φούνκε. Αλλά ζητούμενο για το SPD είναι να μπει σε μία κυβέρνηση με «κοινωνικά ευαίσθητη» γραμμή, με πρόσωπα που θα διαθέτουν αξιοπιστία, να μην αναλωθεί σε αψιμαχίες για δευτερεύοντα ζητήματα. Και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αρνηθεί να αναλάβει την ευθύνη που βαραίνει τους Σοσιαλδημοκράτες, όπως έκαναν οι Φιλελεύθεροι του FDP οδηγώντας σε αποτυχία την «Τζαμάικα».

Για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης πρέπει να γίνουν συμβιβασμοί, η διαπραγμάτευση δεν θα είναι ανέφελη. Η ηγεσία του SPD διαμορφώνει ήδη έναν «ακριβό» κατάλογο απαιτήσεων που θα διεκδικήσει από τη Μέρκελ για να μπορέσει στη συνέχεια να πείσει και τη δύσπιστη βάση του κόμματος να εγκρίνει κατ΄ αρχήν την έναρξη της διαπραγμάτευσης και στο τέλος το αποτέλεσμα για την κυβερνητική συμφωνία. Ο πολιτειολόγος Φούνκε περιμένει ότι προσκόμματα θα μπουν από τη δεξιά πτέρυγα της Χριστιανικής Ενωσης και κυρίως τους Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας και τον Μάρκους Ζέντερ, ο οποίος θα διαδεχτεί τον βαυαρό πρωθυπουργό Χορστ Ζεεχόφερ. Κυρίως στο θέμα των προσφύγων και της ενσωμάτωσής τους, αλλά και στην κοινωνική πολιτική θα πρέπει να γεφυρωθούν σημαντικές διαφορές που διευρύνθηκαν στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα.

Η αρχική απόφαση του Μάρτιν Σουλτς για το «όχι» στη συγκυβέρνηση με τη Μέρκελ «είναι μεν κατανοητή, αλλά δεν ήταν καθόλου έξυπνη», λέει ο Φούνκε. Αυτό άλλαξε με την απόφαση του συνεδρίου του SPD. Στη διαπραγμάτευση που θα ακολουθήσει η Μέρκελ θα έχει πρόβλημα να πειθαρχήσει τους βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές και να τους κρατήσει στο πλευρό της. Αλλά εάν επικρατήσουν οι φωνές της σύνεσης και στους δύο πολιτικούς χώρους, Χριστιανική Ενωση και Σοσιαλδημοκράτες, θα προκύψει μία νέα κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού που με τα σημερινά δεδομένα είναι κατά τον Φούνκε «η καλύτερη λύση για τη Γερμανία».

Σάλπισμα… εσωτερικής κατανάλωσης

Η αναφορά του ηγέτη των γερμανών Σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς στη δημιουργία των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης» ακούστηκε ως σάλπισμα για ολόκληρη την ήπειρο – μια παθιασμένη έκκληση για το ομοσπονδιακό μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης. Ομως κυρίως απευθυνόταν στο κόμμα του. Αποτέλεσε μια ξεκάθαρη προσπάθεια να συσπειρώσει το SPD γύρω από την ιδέα της κυβερνητικής συνεργασίας με τους συντηρητικούς της Ανγκελα Μέρκελ – μια ιδέα η οποία αποτελεί ακόμα ανάθεμα για πολλά από τα στελέχη του κόμματος.

Η ομιλία του Σουλτς στο συνέδριο του SPD στο Βερολίνο την Πέμπτη ήταν η πιο «φιλοομοσπονδιακή» ομιλία από οποιονδήποτε γερμανό πολιτικό τα τελευταία χρόνια – ακούστηκε σαν το γερμανικό αντιστάθμισμα στην ομιλία του Εμανουέλ Μακρόν τον Σεπτέμβριο στη Σορβόννη, όπου ο γάλλος πρόεδρος ζήτησε μεγάλες μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ. Ο Σουλτς ανέφερε την ιδέα μιας «συνταγματικής συμφωνίας» πάνω στην οποία θα στηριχθεί η ομοσπονδιακή ένωση, υποστήριξε την πρόταση για υπουργό Οικονομικών και κοινό προϋπολογισμό της ευρωζώνης και απαίτησε τη δημιουργία «ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για μίνιμουμ μισθό». Και πρόσθεσε: «Η ΕΕ δεν μπορεί να αντέξει άλλα τέσσερα χρόνια μιας γερμανικής ευρωπαϊκής πολιτικής α λα Βόλφγκανγκ Σόιμπλε».

Πέραν του περιεχομένου της ομιλίας, εξίσου σημαντική ήταν και η χρονική συγκυρία. Εγινε μόλις μερικές ώρες πριν οι σύνεδροι ψηφίσουν για να επιτρέψουν στην ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών να ξεκινήσει συνομιλίες με τη Μέρκελ προκειμένου να επιλυθεί το πολιτικό αδιέξοδο για τον σχηματισμό κυβέρνησης στο Βερολίνο. Η ομιλία του Σουλτς απευθυνόταν στους σκεπτικιστές. Και η βασική του ιδέα ήταν να παρουσιάσει ένα φιλόδοξο όραμα ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων, το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο εάν το SPD συμμετείχε στην κυβέρνηση. Βέβαια, στελέχη των Σοσιαλδημοκρατών παραδέχονται ότι οι συντηρητικοί θα αντιμετωπίσουν το ομοσπονδιακό όραμα του Σουλτς με μεγάλη δυσπιστία. Μεγάλο κομμάτι των Χριστιανοδημοκρατών αντιτίθεται στην ιδέα κοινού προϋπολογισμού στην ευρωζώνη, υποστηρίζοντας ότι δεν θέλουν να σηκώσουν το μεγάλο βάρος του οι γερμανοί φορολογούμενοι.