Η δεινή δοκιμασία που υπέστη η χώρα κατά την επίσκεψη Ερντογάν έχει αρκετούς πατεράδες και φέρει πολλά ονοματεπώνυμα.
Αλλά δεν θα κάνω προσκλητήριο υπαιτίων. Υποθέτω πως όλοι ξέρουμε διότι όλοι καταλάβαμε.
Θα θέσω όμως ένα μονολεκτικό ερώτημα. Γιατί;
Ελλειψη προετοιμασίας, ανοησία, επιπολαιότητα, προχειρότητα, να τα δεχτώ. Αλλά δεν αρκούν να εξηγήσουν ένα τόσο θλιβερό αποτέλεσμα.
Διότι ξέρετε τελικά ποια είναι η απλή απάντηση στο απλό ερώτημα; Οτι η χώρα δοκιμάζεται επειδή η ηγεσία της κάνει εξωτερική πολιτική για εσωτερική κατανάλωση.
Αυτό τη νοιάζει. Και γι’ αυτό τα παθαίνει. Δυστυχώς.
Αφού απέτυχε σε όσα έως τώρα δοκίμασε, η κυβέρνηση προσπαθεί απεγνωσμένα να αναστρέψει το κλίμα και να αλλάξει τους πολιτικούς συσχετισμούς «από έξω».
Μακρόν, Τραμπ, Ερντογάν… Ψάχνει μια εισαγόμενη επιτυχία, ένα επιχείρημα στην εσωτερική σκηνή. «Κοιτάξτε πόσο αρέσουμε στους ξένους που ξέρουν καλύτερα!».
Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι η μέθοδος δεν αποδίδει.
Ταυτοχρόνως όμως υποχρεώνει την αντιπολίτευση να αντιπολιτευτεί. Δεν εκχωρεί στην κυβέρνηση το προνόμιο της φιγούρας και γενικώς δεν της χαρίζει ούτε ποτήρι νερό.
Λογικό. Πολιτική κάνει η κυβέρνηση, πολιτική κάνει κι η αντιπολίτευση. Δεν είναι χάχες.
Παραδόξως κι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προσπαθεί να υποδυθεί στο εσωτερικό ακροατήριο κάτι περισσότερο από ό,τι χρειάζεται.
Με ατυχή αποτελέσματα. Και αστείες δικαιολογίες.
«Ο Πρόεδρος δεν μπορούσε να μην απαντήσει!» διαμηνύει ενοχλημένο το Προεδρικό Μέγαρο για το Βατερλώ της Πέμπτης.
Μα δεν απάντησε ο Πρόεδρος. Ο Ερντογάν απάντησε. Ο Πρόεδρος ήταν εκείνος που μίλησε πρώτος χωρίς να είναι αρμόδιος (το παραδέχτηκε ο ίδιος) και χωρίς να ερωτηθεί.
Ο Ερντογάν μάλιστα δήλωσε ενώπιόν του ότι δεν θα είχε πει όσα είπε, αν δεν είχε ακούσει όσα άκουσε.
[Το βίντεο της στιχομυθίας στη διάθεση παντός ενδιαφερομένου…]
Αποτέλεσμα; Η επιχείρηση «αναστύλωσης της κυβέρνησης» διά της εξωτερικής πολιτικής καθιστά εξ ορισμού αντίθετους στην εξωτερική πολιτική όσους δεν θέλουν να αναστυλωθεί η κυβέρνηση.
Τόσο απλό. Μπορεί να μην είναι υγιές αλλά η κυβέρνηση το επέλεξε.
Διότι εδώ, όπως κι αλλού, πέφτει θύμα του προπατορικού αμαρτήματός της: του διχασμού.
Οταν πολιτεύεσαι διχαστικά και όταν κυβερνάς διχαστικά μια χώρα, αποκλείεται να ασκείς ταυτοχρόνως εθνική πολιτική –το ένα αναιρεί το άλλο.
Οταν έπειτα από τρία χρόνια διακυβέρνησης δεν έχεις καταφέρει να οικοδομήσεις ούτε μία γέφυρα συναίνεσης ή έστω συνεννόησης, τότε είναι φυσικό να βρεθείς μόνος και χωρίς καμία στήριξη στις αναποδιές.
Κι όταν μοναδικός σου σύμμαχος παραμένει ο Καμμένος, τότε το πιθανότερο είναι πως δεν έχεις κανέναν σύμμαχο.