Κενά, ερωτηματικά και αιχμές για παρεμπόδιση των ελέγχων χαρακτηρίζουν το πολυαναμενόμενο πόρισμα της Επιτροπής Διενέργειας Ελέγχων στο Γενικό Νοσοκομείο Ζακύνθου, εκεί όπου πέρυσι τον Δεκέμβριο καταγράφηκαν πέντε περιστατικά μετεγχειρητικών επιπλοκών. Σε μία περίπτωση μάλιστα οι επιπλοκές ήταν μοιραίες. Υπενθυμίζεται ότι η 42χρονη ασθενής είχε οδηγηθεί στο χειρουργείο του νοσοκομείου Ζακύνθου για αφαίρεση ορθοπεδικής λάμας, επέμβαση που χαρακτηρίζεται από τους γιατρούς «ρουτίνας».
Λίγες ημέρες μετά διακομίστηκε σε κρίσιμη κατάσταση με πολυοργανική ανεπάρκεια στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, όπου και κατέληξε. Στο ίδιο νοσοκομείο μεταφέρθηκε εσπευσμένα από τη Ζάκυνθο μία ακόμη ασθενής, της οποίας η κατάσταση σταθεροποιήθηκε. Οι υπόλοιποι τρεις ασθενείς έλαβαν εξιτήριο από το νοσοκομείο Ζακύνθου.
Η απόφαση που ελήφθη τότε, ήταν η αναμενόμενη: τα χειρουργεία κλειδώθηκαν στις 2 Δεκεμβρίου 2016, ώστε να διεξαχθούν έλεγχοι από κλιμάκιο ειδικών επιστημόνων με στόχο να διευκρινιστούν τα ακριβή αίτια που προκάλεσαν αλυσίδα απειλητικών μετεγχειρητικών επιπλοκών.
Λίγους μήνες μετά –στα τέλη Μαρτίου –αποφασίστηκε η επαναλειτουργία των χειρουργείων του νοσοκομείου Ζακύνθου. Η απόφαση αυτή συνέπεσε με την επίσκεψη του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, Παύλου Πολάκη, στο νησί. Τότε ο ίδιος είχε δηλώσει ότι «το νοσοκομείο Ζακύνθου είναι ένα πραγματικό κόσμημα».
Παρά τις υπουργικές διαβεβαιώσεις όμως το προσωπικό του νοσοκομείου δεν σταμάτησε να εγείρει έντονους προβληματισμούς, καθώς δεν είχε εντοπιστεί η «πηγή» των επιπλοκών. Η οριστική απάντηση του Παύλου Πολάκη ήλθε στις αρχές Μαΐου, με τον ίδιο να επισκέπτεται εκ νέου το νοσοκομείο του νησιού για να συμμετάσχει σε χειρουργικές επεμβάσεις.
Τον περασμένο Οκτώβριο, η Επιτροπή Διενέργειας Ελέγχων στο Γενικό Νοσοκομείο Ζακύνθου (με συντονιστή τον επίκουρο καθηγητή Αναισθησιολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Αναστάσιο Πέτρου) κατέθεσε στο υπουργείο Υγείας το πολυαναμενόμενο πόρισμα, τα αποτελέσματα του οποίου βυθίζουν την υπόθεση στο… σκοτάδι.
Και αυτό διότι μεταξύ άλλων, αιτήματα της Επιτροπής που πιθανόν να αποσαφήνιζαν τα αίτια των επιπλοκών δεν έγιναν δεκτά.
Συνδετικός κρίκος στα πέντε υπό εξέταση περιστατικά, σύμφωνα με την Επιτροπή, είναι μεταξύ άλλων ότι «όλοι οι ασθενείς ήταν τα πρώτα χειρουργεία της ημέρας, ενώ ασθενείς που χειρουργήθηκαν ακολούθως στις ίδιες αίθουσες με τα ίδια αναισθησιολογικά μηχανήματα δεν εμφάνισαν ανάλογες διαταραχές ή συμπτώματα».
Επίσης –όπως αναφέρεται –όλοι οι ασθενείς εμφάνισαν άμεσα μετεγχειρητικά υπόταση και γαστρεντερικές διαταραχές «με προεξέχον σύμπτωμα τους εμετούς».
Η «οξεία πτώση των λευκών αιμοσφαιρίων», η «διαταραχή κυρίως του κυτταρικού σκέλους του πηκτικού μηχανισμού με οξεία θρομβοπενία», η «σημαντική διαταραχή της ηπατοκυτταρικής λειτουργίας με ταχεία αύξηση των ηπατικών ενζύμων» και η «σημαντική επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας» ήταν επίσης κοινά συμπτώματα. Υπό τα δεδομένα αυτά και καθώς η Επιτροπή απέρριψε έπειτα από σχετική έρευνα ότι ο αιτιολογικός παράγοντας ήταν λοιμώδης, στράφηκε σε μία ακόμη υπόθεση –ότι πιθανόν να πρόκειται για «τοξικό παράγοντα».
Οπως όμως υπογραμμίζεται στο πόρισμα «η εν λόγω δαπάνη δεν εγκρίθηκε ποτέ, ούτε από το ΓΝ Ζακύνθου, ούτε από την 6η ΥΠΕ, ούτε από το Υπουργείο Υγείας, καθώς ουδέποτε έλαβε η Επιτροπή μας θετική ή οποιαδήποτε άλλη απάντηση επί της αιτούμενης χρηματοδότησης του πειράματος».
Επιπρόσθετα αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την επίσκεψη της Επιτροπής στο νοσοκομείο Ζακύνθου, στις 12-13 Δεκεμβρίου 2016, διαπιστώθηκε για μία ακόμη φορά ότι το ΕΣΥ νοσεί στη συντήρηση του εξοπλισμού.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι «δεν υπάρχει οργανωμένο Τμήμα Βιοϊατρικής Τεχνολογίας με τεχνικούς που να διαθέτουν την κατάλληλη εκπαίδευση και κατάρτιση για τη διαχείριση του ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού», ούτε ετήσιας ισχύος συμβάσεις συντήρησης.