Αλήθεια, είναι λίγες οι δώδεκα μονάδες διαφορά; Τι ακριβώς εννοούσε ο Γιάννης Βρούτσης λέγοντας ότι δεν είναι ικανοποιημένος; Η δήλωσή του ήταν απλώς στο πνεύμα του «καλού που είναι εχθρός του καλύτερου», έγινε δηλαδή απλώς για να γίνει; Μίλησε σαν οπαδός που δεν χορταίνει τη νίκη εάν δεν δει τον αντίπαλο να σέρνεται στο χώμα; Ή μήπως περιείχε μια δόση κριτικής προς την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας;
Ο ίδιος θα ξόρκιζε την τελευταία εκδοχή –το στυλ που διακονεί εξάλλου είναι αυτό του «στρατιώτη της παράταξης», του αφοσιωμένου στελέχους που δεν ζητά ποτέ από το κόμμα να κάνει κάτι γι’ αυτόν, κάνει αυτός για το κόμμα. Αν έχει αξία επομένως η δήλωσή του, δεν είναι για την ερμηνεία που μπορεί να της δοθεί. Δεν έχει σημασία τι εννοούσε αυτός που διατύπωσε τον χρησμό. Αλλά ο ίδιος ο χρησμός.
Από μια άποψη, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε πραγματικά να σέρνεται. Οχι επειδή έτσι θα ικανοποιούνταν τα οπαδικά αισθήματα των πιο αντισυριζαίων από το αντισυριζαϊκό μέτωπο που βλέπει απέναντί του και αναστατώνεται ο Πρόεδρος της Βουλής. Αλλά επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτός που είναι: μια κυβέρνηση που κάνει ακόμη και το νεότερο μέλος της, την Αχτσιόγλου, να μοιάζει με το πιο αρχαϊκό δείγμα του πολιτικού προσωπικού.
Αυτός ο επιδεικτικός παλαιοκομματισμός είναι που εξηγεί τη δημοσκοπική αντοχή του ΣΥΡΙΖΑ. Οι συριζαίοι δεν μετάνιωσαν σαν το ΠΑΣΟΚ για το πλιάτσικο στην εξουσία. Εκμεταλλεύονται απλώς τον εθισμό που έχει δημιουργήσει ο παλαιοκομματισμός στην κοινωνία. Ειπωμένο διαφορετικά, αν ο ΣΥΡΙΖΑ αντέχει, είναι επειδή έχει κάτι από «τα ΝουΔού και τα ΠΑΣΟΚ» του παρελθόντος.