Και οι δύο ετυμηγορίες είναι αποκαλυπτικές των εντυπώσεων που άφησε στο φιλελεύθερο κομμάτι των ΗΠΑ, αν όχι του κόσμου ολόκληρου, το νέο δόγμα ασφαλείας που ανακοίνωσε η κυβέρνηση Τραμπ, ή μάλλον το νέο δόγμα ασφαλείας των 70 σελίδων που έδωσε στη δημοσιότητα ο Λευκός Οίκος και η ομιλία Τραμπ επ’ αυτού –γιατί οι παραφωνίες ανάμεσα στα δύο ήταν πολλές: «Η κυβέρνηση Τραμπ δημοσιοποίησε τη νέα στρατηγική της για την εθνική ασφάλεια. Πρόκειται για μία φάρσα», έγραψε ο γνωστός αρθρογράφος των «New York Times» Ρότζερ Κόεν. «Δεν υπάρχει θέμα στο οποίο ο πρόεδρος Τραμπ και η ομάδα του να μην έχουν αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις. Αυτά συμβαίνουν όταν προτεραιότητά σου ως προέδρου είναι να χρησιμοποιείς την εξωτερική πολιτική προκειμένου να πετάς ωμό κρέας στη βάση σου ενόσω άλλα μέλη της κυβέρνησης παλεύουν να σταματήσουν τον Αρμαγεδδώνα».

«Η ουσία είναι ότι ο πρόεδρος είναι το πολιτικό ισοδύναμο του Διαβόλου της Τασμανίας», σχολίασε από την πλευρά του ο αναλυτής Ιλαν Γκόλντενμπεργκ, από το Κέντρο για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια. «Οι σύμβουλοί του μελετούν σοβαρά σημαντικές εναλλακτικές επιλογές, για να εισβάλει απλά ο Τραμπ και να διαλύσει τα πάντα. Το να πιστεύει κανείς πως σε ένα τέτοιο περιβάλλον, μία κυβέρνηση μπορεί να εκπονήσει μία συνολική εθνική στρατηγική που θα έχει το οποιοδήποτε αποτέλεσμα είναι καθαρή φαντασιοκοπία».

Το νέο δόγμα ασφαλείας που εκπόνησαν οι σύμβουλοι εθνικής ασφάλειας του Ντόναλντ Τραμπ σκιαγραφεί έναν κόσμο γεμάτο κινδύνους, με τις ΗΠΑ να αντιμετωπίζουν αυξανόμενες απειλές από τη Ρωσία και την Κίνα (αμφότερες περιγράφονται ως «στρατηγικοί ανταγωνιστές» και «ρεβιζιονιστικές δυνάμεις») καθώς και από «κυβερνήσεις παρίες», όπως η Βόρεια Κορέα και το Ιράν. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτές οι πολλαπλές προκλήσεις, επισημαίνει η έκθεση παραπέμποντας σε μία ψυχροπολεμική θεώρηση του κόσμου, η κυβέρνηση πρέπει να βάλει «Πρώτα την Αμερική», ενισχύοντας τα σύνορά της, ακυρώνοντας άδικες εμπορικές συμφωνίες και ανοικοδομώντας τη στρατιωτική ισχύ της. Αλλά η ομιλία του Τραμπ είχε πολύ διαφορετικό ύφος. Αντί να εξηγήσει τη φύση των απειλών αυτών, ο αμερικανός πρόεδρος έκανε μία προεκλογικού τύπου εμφάνιση με τις γνωστές αξιώσεις οικοδόμησης τείχους κατά μήκος των αμερικανικών συνόρων με το Μεξικό και μια γερή δόση θριαμβολογίας για την ανοδική αγορά, τον χαμηλό δείκτη ανεργίας και τις φοροελαφρύνσεις που έρχονται. «Η Αμερική είναι στο παιχνίδι και η Αμερική θα κερδίσει», διακήρυξε.

Το επίσημο δόγμα ασφαλείας της κυβέρνησής του κατονομάζει τόσο την Κίνα όσο και τη Ρωσία ως χώρες «αποφασισμένες να κάνουν τις οικονομίες λιγότερο ελεύθερες και λιγότερο δίκαιες, να μεγαλώσουν τους στρατούς τους και να ελέγξουν την πληροφορία και τα δεδομένα προκειμένου να καταστείλουν τις κοινωνίες τους και να επεκτείνουν την επιρροή τους. Στην ομιλία του, ωστόσο, σημείωνε χθες ο Ισαάν Ταρούρ στη «Washington Post», «ήταν προκλητικά σιωπηλός όσον αφορά τη ρωσική εμπλοκή στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, και επαίνεσε τον Βλαντίμιρ Πούτιν που τον ευχαρίστησε το Σαββατοκύριακο για την επιτυχημένη αποτροπή μιας τρομοκρατικής επίθεσης στη Ρωσία χάρη σε πληροφορίες που της παρείχε η CIA».

Και αυτή ήταν μόνο μία από τις παραφωνίες. Το νέο δόγμα Τραμπ, για παράδειγμα, δεν αναγνωρίζει την κλιματική αλλαγή ως απειλή για την εθνική ασφάλεια. Ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος στην ομιλία του συνεχάρη εαυτόν για την απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Κι όμως, το τελευταίο νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό του υπουργείου Αμυνας που υπέγραψε ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, χαρακτηρίζει την κλιματική αλλαγή «άμεση απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ»… Ο Ισαάν Ταρούρ είχε πάντως μία απλή εξήγηση και για αυτό και για όλα τα άλλα: «Αξιωματούχος του Λευκού Οίκου ομολόγησε πως είναι μάλλον απίθανο να διάβασε ο Τραμπ το σύνολο των 70 σελίδων». «Η κυβέρνηση Τραμπ δεν έχει δόγμα ασφαλείας. Εχει ξεσπάσματα», κατέληξε ο Ρότζερ Κόεν.

«Ψυχροπολεμική νοοτροπία»

Τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία κατήγγειλαν χθες το νέο δόγμα εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ, με την πρώτη να καταδικάζει την «ψυχροπολεμική νοοτροπία» της Ουάσιγκτον, καλώντας την πάντως σε μία «αμοιβαία επωφελή συνεργασία» και τη δεύτερη να στηλιτεύει τον «ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα» της έκθεσης και την «επίμονη άρνηση» της Ουάσιγκτον να «εγκαταλείψει την ιδέα ενός μονοπολικού κόσμου»