Το έργο γράφτηκε το 1942, από τον ιταλό συγγραφέα και δημοσιογράφο Τζοβάνι Γκουαρέσκι ως μια παρωδία των ερωτικών μυθιστορημάτων του 19ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, η παράσταση «Το πεπρωμένο ονομάζεται Κλοτίλδη», θα μπορούσε να διακωμωδεί τις σύγχρονες ροζ νουβέλες που κατακλύζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Άλλωστε, η ιστορία του είναι γεμάτη παρεξηγήσεις, σκηνές δράσης κι έναν έρωτα με απρόβλεπτες προεκτάσεις.
Τα κεντρικά πρόσωπα του έργου είναι οι Αμαλία Καβάλη και ο Γιάννης Σοφολόγης που ανέλαβαν οι ίδιοι τη διασκευή και την πρώτη θεατρική μεταφορά του. Κάθε Δευτέρα και Τρίτη και έως τις 6 Φεβρουαρίου στο υπόγειο του Bios (Πειραιώς 84, Αθήνα, τηλ. 210-3425335, είσοδος 8-12 ευρώ), επιλέγουν να ξεκινούν την παράσταση τη μέρα που οι ήρωες αποφασίζουν αν θα αλληλοσκοτωθούν ή αν θα παντρευτούν. Οι νεαροί ηθοποιοί με τη συνοδεία ενός μουσικού επί σκηνής, ξετυλίγουν το νήμα της αφήγησης μέσα από γρήγορες εναλλαγές ρόλων και έντονα αυτοσχεδιαστικά στοιχεία, οδηγώντας τους ήρωες εν τέλει στο πεπρωμένο τους.
Ο Γιάννης Σοφολόγης, ως κόμης Φιλιμάριο Ντυμπλέ, μιλάει στα «Νέα» για τον νέο κύκλο παραστάσεων του έργου και την αναμέτρησή του με το κείμενο του Τζοβάνι Γκουαρέσκι.
Η παράσταση μας ξεκίνησε από το Bob Theater Festival το 2016, όπου κέρδισε το πρώτο βραβείο, και τον περσινό Ιανουάριο έκανε έναν κύκλο παραστάσεων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη με εξαιρετικά θερμή ανταπόκριση από το κοινό. Στο δεύτερο αυτό ανέβασμα η πρόκληση είναι διπλή θα έλεγα. Κατ’αρχάς να μη μείνουμε στάσιμοι εμείς, για αυτό και φροντίσαμε να ανανεώσουμε την παράσταση βασισμένοι φυσικά στον αρχικό κορμό. Κατά δεύτερον, να καταφέρει η παράσταση να ξεχωρίσει και πάλι μέσα στις άπειρες παραστάσεις που ανεβαίνουν στη θεατρική Αθήνα.
Αυτή η παρωδία των ερωτικών μυθιστορημάτων του 19ου αιώνα, φέρει κάποιες ομοιότητες με τα αντίστοιχα σημερινά;
Οι γρήγορες εναλλαγές των ρόλων επί σκηνής, αποτελούν μια πρόκληση για τους δύο πρωταγωνιστές;
Σαφέστατα. Οι πολύ γρήγορες αλλαγές απαιτούν τρομερή συγκέντρωση και ακρίβεια από εμάς, αλλά ταυτόχρονα για να είναι ευχάριστες για το κοινό δεν πρέπει να φαίνονται “δύσκολες”. Έτσι χρειάζεται αρκετή προεργασία από εμάς ώστε ανεβαίνοντας στη σκηνή να φαίνεται ότι αυτή η αλλαγή είναι το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου. Εμένα αυτοί οι ηθοποιοί με εντυπωσιάζουν από παιδί, που βλέποντας τους λέω “είναι πολύ απλό αυτό που κάνει, μπορώ να το κάνω κι εγώ τώρα” αλλά όταν πάω να το κάνω καταλαβαίνω ότι υπάρχει πολλή δουλειά που κρύβεται πίσω από τη φαινομενική φυσικότητα.
Τα αυτοσχεδιαστικά στοιχεία της παράστασης πώς τα χειρίζεστε; Από πού αντλείτε έμπνευση για να τα εντάξετε στη ροή της αφήγησης;
Από την ίδια μας τη ζωή και από τις αντιδράσεις του κοινού. Στην παράσταση υπάρχουν πολλά συγχρονισμένα κομμάτια στα οποία δεν υπάρχει περιθώριο αυτοσχεδιασμού, όμως υπάρχουν και σκηνές όπου έχουμε δώσει στον εαυτό μας την ελευθερία να ενδώσει στον αυθορμητισμό του. Κάθε παράσταση ούτως ή άλλως είναι ένας ζωντανός οργανισμός – όσες πρόβες και αν έχεις κάνει μια στιγμή μπορεί να ανατρέψει τα πάντα. Αυτή η έκρηξη αδρεναλίνης είναι πολύ γοητευτική. Έτσι λαμβάνουμε υπόψη μας οποιοδήποτε εξωτερικό ερέθισμα θα μπορούσε να δώσει περισσότερη ζωντάνια και πιθανόν να χαρίσει γέλιο στους θεατές.
Έχετε επιμεληθεί τόσο την σκηνοθεσία όσο και την θεατρική μεταφορά του έργου. Παράλληλα, πρωταγωνιστείτε. Πώς αντιμετωπίζετε τους πολλαπλούς ρόλους που έχετε στην παράσταση;
Συχνά με κρίσεις πανικού και ενίοτε με ψυχραιμία. Η αλήθεια είναι πως βάλαμε αρκετά καρπούζια κάτω από τις μασχάλες μας, και πέρυσι στο πρώτο μας ανέβασμα είδαμε ότι δεν μπορεί ένας άνθρωπος να τα κάνει όλα. Οντας ειλικρινείς με τον εαυτό μας και ο ένας απέναντι στον άλλον, καταλάβαμε πως με σωστό προγραμματισμό μπορούμε να καταφέρουμε πολλά, αν και πάντα θα ξεφύγει και κάτι. Και αυτό είναι θεμιτό. Το στοίχημα είναι να μην πιστέψεις ότι είσαι ένας ταλαντούχος υπεράνθρωπος που δεν χρειάζεσαι κανέναν άλλο. Εκεί για μένα το παιχνίδι χάνεται. Όσο εμπιστεύεσαι τον συμπαίκτη σου και αποδέχεσαι τις αδυναμίες σου δουλεύοντας πάνω σε αυτές, τόσο καλύτερα μπορούνε να πάνε τα πράγματα.