Το οικοδόμημα της Φιλαρμονικής του Αμβούργου και η αναμόρφωση της περιοχής στο λιμάνι της γερμανικής πόλης με την υπογραφή των ελβετών Χέρτζογκ και Μερόν ήταν ένα αρχιτεκτονικό πρόγραμμα φαραωνικών διαστάσεων που πρόσφατα έλαβε τον επίσημο χαρακτήρα του ως σύμβολο της αρχιτεκτονικής του 21ου αιώνα. Με την κλίμακα που επέβαλαν οι σταρ δημιουργοί. Και με τη βοήθεια της Chanel συλλογής Métiers d’Art, σύμφωνα με την οποία ο Καρλ Λάγκερφελντ ενσωμάτωσε την πόλη του Αμβούργου στο λεξιλόγιο των ειδικών συλλογων του οίκου που συνδέονται με την ιστορία του επιλεγμένου τόπου. Παρόν, παρελθόν και μέλλον συνδυάζονται λοιπόν στο νέο (και παλιό ταυτόχρονα) τοπόσημο που εγκαινιάστηκε τον περασμένο Ιανουάριο. Η συλλογή Chanel Paris-Hamburg, μάλιστα, παρουσιάστηκε στην αίθουσα συναυλιών με την ανατρεπτική σχεδιαστική πρόταση που φέρνει στο επίκεντρο την ορχήστρα και την ενοποιεί με τα σημεία θέασης των ακροατών. Στο κέντρο της αίθουσας ο συνθέτης, τσελίστας Ολιβερ Κόουτς διηύθυνε το σύνολο Resonanz, τα μέλη του οποίου ερμήνευσαν τη σύνθεσή του γραμμένη ειδικά για αυτό το σόου.
Τα πρώτα σχέδια της αίθουσας συναυλιών που έβαλε στο χαρτί το γραφείο Herzog & de Meuron χρονολογούνται στο 2001. Από τότε και η κυματιστή γραμμή πάνω από το παλιό κτίσμα με τούβλα, το οποίο χρησίμευε από το 1917 ως αποθήκη κόκκων κακάο . Το 2003 οι κάτοικοι του Αμβούργου ενημερώθηκαν για την πολεοδομική ανάπλαση της περιοχής και ενθουσιάστηκαν. Γι’ αυτό και δεν είχαν αντιδράσει στο κόστος που είχαν υπολογίσει οι ελβετοί αρχιτέκτονες , γνωστοί για την πολυτέλεια των έργων τους. Αρχικά ήταν 77 εκατ. ευρώ αλλά η πολεμική που προέκυψε ανάμεσα στην πόλη , τον κατασκευαστή και τους αρχιτέκτονες πολλαπλασίασε το κόστος του έργου. Αυτό είχε ως συνέπεια την αναβολή των εργασιών κατασκευής για δύο χρόνια και η καθυστέρηση εκτίναξε το κόστος στα 860 εκατ.
Για εραστές του πολιτισμού. Προκειμένου να καταστεί η νέα Φιλαρμονική ένας πραγματικά ελκυστικός δημόσιος χώρος είναι επιτακτική η παροχή όχι μόνο ελκυστικής αρχιτεκτονικής αλλά και χώρων μεικτής χρήσης που συνδέει την αίθουσα της φιλαρμονικής, τους συναυλιακούς χώρους με τα εστιατόρια, τα μπαρ και την πανοραμική θέα της οροφής που δείχνει εντυπωσιακές όψεις της πόλης του Αμβούργου και του λιμανιού της. Ηταν η επισήμανση των Χέρτζογκ και Μερόν που συνόδευσε το σκεπτικό τους για τις παρεμβάσεις και τη γυάλινη προσθήκη πάνω στο αρχικό κτίσμα, το Κάιζπαϊχερ Α, χτισμένο από τούβλα, στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Επίσης η τυπολογία του συναυλιακού χώρου σε αυτό το κτίσμα παρουσίαζε μία ανατρεπτική πρόταση σύμφωνα με την οποία δινόταν έμφαση στην εγγύτητα ανάμεσα στον καλλιτέχνη και το κοινό του, σχεδόν ανάλογη με αυτήν την απόσταση που προσδιορίζει το θέαμα σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου.
Οι αρχιτέκτονες του έργου είχαν επενδύσει πάνω στην ιδέα μιας αστικής αρχιτεκτονικής προορισμένης για «εραστές του πολιτισμού» όπως περιέγραφαν την Φιλαρμονική και το κρυστάλλινο περίβλημά της, όπου οι ιριδίζουσες αντανακλάσεις του φωτός , του ουρανού και της επιφάνειας των υδάτων προσδίδουν χαρακτήρα γιγάντιου γλυπτού , καθώς προβάλλει από το νερό και τον περίγυρο της βιομηχανικής περιοχής.
ΕΡΓΟ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ. Οι αρχιτεκτονικές προδιαγραφές συνδυάστηκαν με τις απαιτήσεις της ακουστικής που προβάλλει ένας τέτοιος χώρος. Και σύμφωνα με τους αρχιτέκτονες «αυτό είναι ένα έργο του 21ου αιώνα που πριν θα ήταν αδιανόητο. Βασιστήκαμε στην ιδέα η Φιλαρμονική να είναι ένας χώρος όπου ορχήστρα και μαέστρος βρίσκονται στο επίκεντρο του ακροατηρίου. Εδώ η αρχιτεκτονική διάταξη των κλιμακωτών επιπέδων παίρνουν τη μορφή τους από τη λογική της ακουστικής και οπτικής πρόσληψης της μουσικής, των ερμηνευτών και του ακροατηρίου. Αλλά αυτό οδηγεί σε ένα άλλο συμπέρασμα. Τα επίπεδα είναι πιο εκτενή και απλωμένα ώστε μαζί με τους τοίχους και την οροφή να σχηματίζουν μια χωρική ενότητα. Ο κόσμος, αυτός ο συνδυασμός κοινού και μουσικών, καθορίζει το χώρο. Ο χώρος φαίνεται να αποτελείται μόνο από ανθρώπους. Από αυτή την άποψη, μοιάζει με την τυπολογία του ποδοσφαιρικού σταδίου που αναπτύξαμε τα τελευταία χρόνια, (το Ολυμπιακό Στάδιο του Πεκίνου σε σχήμα φωλιάς πουλιών), με σκοπό να επιτρέψουμε μια σχεδόν διαδραστική εγγύτητα μεταξύ κοινού και παικτών. Μελετήσαμε επίσης παλιές μορφές θεάτρου, όπως το Γκλόουμπ του Σαίξπηρ, με σκοπό την εκμετάλλευση της κάθετης διάταξης. Η πολύπλοκη γεωμετρία της αίθουσας ενώνει την οργανική ροή με το αιχμηρό σχεδόν στατικό σχήμα. Με αυτόν τον τρόπο περπατάς, στέκεσαι, κάθεσαι, βλέπεις, σε βλέπουν, ακούς …Ολες οι δραστηριότητες και οι ανάγκες του κόσμου σε μία αίθουσα συναυλιών μπορούν και εκφράζονται στην αρχιτεκτονική αυτού του χώρου».