Υπάρχει στο «The Cabaret Crusades» του Ουάελ Σόκι μια σκηνή, η οποία περισσότερο ίσως και από το κεντρικό θέμα, την εξιστόρηση δηλαδή των Σταυροφοριών από την αραβική σκοπιά, αρκεί ώστε ένας καχύποπτος θεατής να εντοπίσει στον αιγύπτιο εικαστικό έναν κάποιο ιστορικισμό: ξεκινά στη Βαγδάτη του 1099 μ.Χ., με έναν καδή από τη Δαμασκό της Συρίας ονόματι Αμπού Σάαντ αλ Χαράουι, που φτάνει στο Μεγάλο Τζαμί και ενώ οι υπόλοιποι μουσουλμάνοι τηρούν το ραμαζάνι, εκείνος αρχίζει να τρώει επιδεικτικά ψωμί. «Πώς τολμάς να τρως όταν όλοι νηστεύουν;» ρωτά το εξαγριωμένο πλήθος. Κι ο καδής, έχοντας πια την προσοχή τους, αγανακτεί με την προσήλωσή τους στην τυπολατρία: «Τα αδέρφια σας στη Συρία δεν έχουν άλλο καταφύγιο παρά μόνο τις σέλες των καμηλών και τις κοιλιές των ορνέων» αποκρίνεται αναφερόμενος στις πληγές της χώρας του και στην κατάκτηση της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους. Αιώνες μετά, οι βομβαρδισμοί στην Ιντλίμπ και οι μάχες στο Χαλέπι θα έμοιαζαν να απηχούν τα λόγια του.
Οταν ωστόσο ο Σόκι άρχισε να δουλεύει πάνω στην τριλογία των ταινιών του για τις Σταυροφορίες, ούτε ακριβώς ως εξήγηση των σύγχρονων δεινών της Μέσης Ανατολής τις είδε, ούτε και διαφαινόταν ο πόλεμος στη Συρία. Το πράγμα περιπλέκεται περισσότερο με την επιλογή του δημιουργού να χρησιμοποιήσει όχι ηθοποιούς, αλλά μαριονέτες: στην πρώτη ταινία, το «The Horror Show File» του 2010, χρησιμοποιεί περίπου 120 τέτοιες, ηλικίας 200 ετών, ανασυρμένες από τις αποθήκες της συλλογής Λούπι στο Τορίνο και επισκευασμένες για να «πρωταγωνιστήσουν» στην Πρώτη Σταυροφορία (1095-1099) αλλά και στα γεγονότα που προηγήθηκαν.
Τα «The Path to Cairo» του 2012 και «The secrets of Karbala» του 2015 βρίσκουν τον Σόκι να κατασκευάζει τις δικές του μαριονέτες (από κεραμικά, βελούδο ή γυαλί τύπου Μουράνο) και το σενάριο να βασίζεται στο διαφωτιστικό βιβλίο «Οι σταυροφορίες από τη σκοπιά των Αράβων» (εκδ. Λιβάνη) του λιβανέζου συγγραφέα Αμίν Μααλούφ. Δεν πρόκειται πάντως για ντοκιμαντέρ: πρόσωπα όπως ο Νουρεντίν, ο σουλτάνος Μεσούντ Α’, οι βασιλιάδες Ζίγκουρντ Α’ της Νορβηγίας και Κόνραντ Γ’ της Γερμανίας αλλά και ο Σαλαντίν, πρωταγωνιστούν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις και μεταβάσεις εξουσίας, συνοδευόμενοι από παιδικές χορωδίες, από παραδοσιακή μουσική φιτζέρι των παλιών αλιέων μαργαριταριών του Περσικού Κόλπου και από μια ατμόσφαιρα υπερρεαλιστική ή και μυθική, όπου η θρησκευτική βαρύτητα αναμειγνύεται με την αφηγηματική φαντασία και το θεατρικό στοιχείο.
Γιατί μαριονέτες; Ειδικά οι γυάλινες, οφείλονται, σύμφωνα με παλιότερη συνέντευξη του Σόκι, στην ιδέα της ευθραυστότητας που ο Αιγύπτιος εντόπισε στο «Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον» του Ζοζέ Σαραμάγκου (εκδ. Καστανιώτη) και στις ερωτήσεις του Χριστού προς τον Θεό για την ευάλωτη φύση των ανθρώπων. Μια μαριονέτα επίσης δεν φέρει προσωπικές ή πολιτικές αποσκευές όπως ένας ηθοποιός, ούτε προϋποθέτει, όπως εκείνος, να ξεχάσουμε ότι υποδύεται κάτι άλλο από τον εαυτό του: η ζωή που μια μαριονέτα αποκτά σαν από θαύμα, αντιπαρατιθέμενη με τα νήματα που εμφανώς την κινούν, την καθιστούν ελεύθερη και εγκλωβισμένη ταυτόχρονα: όπως κι ένας άνθρωπος.
Εκείνες δε οι υπόνοιες ιστορικισμού ξεθυμαίνουν ακόμα περισσότερο από την επιλογή του Σόκι να μιλήσει αποκλειστικά στα αραβικά: όταν στην ταινία, ο πάπας Ουρβανός Β’ καλεί τους ηγεμόνες της Δύσης στα όπλα, για έναν ιερό πόλεμο εναντίον της «ακάθαρτης φυλής» που έχει καταλάβει τους Αγίους Τόπους, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του Μωάμεθ, η μία γραμμή που τραβάει ο Σόκι φτάνει στον Τζορτζ Μπους την επομένη της 11ης Σεπτεμβρίου και η άλλη στον Οσάμα Μπιν Λάντεν. Σε άλλη σκηνή, η πριγκίπισσα Αλίκη της Αντιόχειας, κόρη σταυροφόρων που έπαιρνε το μέρος των μουσουλμάνων, τραγουδάει στα αραβικά ένα τραγούδι αμιγώς ευρωπαϊκό: το γαλλικό έπος που γράφτηκε στα τέλη του 11ου αιώνα για να εξιστορήσει τη μάχη του Καρλομάγνου με τους Σαρακηνούς της Ισπανίας και που έμεινε γνωστό ως το «Ασμα του Ρολάνδου».
Ο ΧΑΡΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ. Αρεσε τόσο στον Σόκι, που λίγα χρόνια αργότερα έστησε πάνω του μια παράσταση μουσικού θεάτρου. Μετέφρασε το «Ασμα» εξ ολοκλήρου στα αραβικά και το πλαισίωσε με ένα σκηνικό σαν μεγεθυσμένη μινιατούρα από αμέτρητες ψηφίδες που συνθέτουν τους χάρτες του Χαλεπίου, της Βαγδάτης ή της Κωνσταντινούπολης. Εκανε πρόβες στη Σάρζα και στο Μπαχρέιν, συνεργάστηκε με ειδικούς για να ανασκευάσει παραδοσιακές ενδυμασίες τζαλαμπίγια κι επιστράτευσε μουσικούς και τραγουδιστές από αραβικές χώρες που επίσης υπηρετούν το μουσικό στυλ φιτζέρι, με τα εκφραστικά του σόλο και τις ερωταπαντήσεις με τον «χορό». Στόχος, να ανασυνθέσει το μεσαιωνικό έπος των 4.000 στίχων από τη σκοπιά των Αράβων και να δώσει ιστορικό βάθος στην ισλαμοφοβία και τον εξτρεμισμό αμφότερων των πλευρών, αλλά και να σχολιάσει το σχηματικό βλέμμα της Δύσης προς την Ανατολή, για να το ανατρέψει. Η παράσταση «Το τραγούδι του Ρολάνδου» έκανε πρεμιέρα τον Μάιο στο Theater der Welt στο Αμβούργο, με τη Στέγη ως συμπαραγωγό.
Τα δύο έργα, που, στο πλαίσιο του αφιερώματος της Στέγης στον Ουάελ Σόκι, παρουσιάζονται το μεν στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το δε στο κτίριο της Συγγρού, είναι χαρακτηριστικά των αντιπαραβολών που τόσο φαίνεται να αγαπά ο Αιγύπτιος: στη σειρά ταινιών με τίτλο «Al Araba Al Madfuna», είχε επιλέξει παιδιά για να υποδυθούν χαρακτήρες διδακτικών αραβικών μύθων και παραβολών· στο «The Cave» του 2005 κινηματογράφησε τον εαυτό του ενώ διέσχιζε τους διαδρόμους ενός γερμανικού σουπερμάρκετ απαγγέλλοντας από καρδιάς στίχους του Κορανίου· και στο «Telematch Sadat», παιδιά πάλι αναπαρέστησαν τη δολοφονία του αιγύπτιου προέδρου Ανουάρ Σαντάτ το 1981.
Είναι λες και ο Σόκι παρατηρεί τον σύγχρονο αραβικό και ευρωπαϊκό πολιτισμό μέσα από το πρίσμα της ιστορίας και το αντίστροφο, με τη βοήθεια οπτικών ή αφηγηματικών αντιπαραθέσεων που αναμειγνύουν τον μύθο, την Ιστορία και τη λογοτεχνία, αιωρούμενος κάπου μεταξύ των πολιτισμών και των τεχνικών, οδηγώντας το βλέμμα και το αφτί πίσω από τα πέπλα των αφηγημάτων της Δύσης και της Ανατολής. Προτού συμμετάσχει σε διεθνείς εκθέσεις όπως η Μπιενάλε της Βενετίας και της Κωνσταντινούπολης ή η documenta, προτού πραγματοποιήσει ατομικές εκθέσεις σε γκαλερί όπως η Serpentine του Λονδίνου ή η Kunsthaus Bregenz της Αυστρίας, προτού παραχωρήσει έργα του στο ΜοΜΑ της Νέας Υόρκης ή στην Εθνική Πικανοθήκη του Καναδά, ο 46χρονος Σόκι είχε εντυπωσιαστεί από τη video art του Bill Viola και τα έργα του Joseph Beuys. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1971, πέρασε όμως αρκετά χρόνια στη Μέκκα, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως μηχανικός. Η επιστροφή στη γενέτειρά του σε ηλικία 13 χρονών συνοδεύτηκε από μια «ιδιαιτέρως ταραγμένη» εφηβεία. Παρηγοριά βρήκε στα 17 του, όταν εισήχθη στην τοπική Ακαδημία Καλών Τεχνών. «Από εκείνη τη στιγμή», έλεγε σε συνέντευξή του, «δεν νομίζω ότι σκεφτόμουν τίποτε άλλο πέρα από την τέχνη».
INFO
– Αφιέρωμα στον Ουάελ Σόκι. «The Cabaret Crusades», ΕΜΣΤ, Καλλιρρόης & Φραντζή, τηλ. 211-1019.000-99, 28-30/12 στις 18.00 (28 Δεκ.), 17.00 (29 Δεκ.), 16.00 (30 Δεκ.). Είσοδος ελεύθερη, με σειρά προτεραιότητας. Στις 29/12, μετά την παράσταση ακολουθεί συζήτηση του κοινού με τον Σόκι.
– «Το τραγούδι του Ρολάνδου»: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, Λεωφ. Συγγρού 107, τηλ. 210-9005.800, 28-30/12, στις 20.30. Εισιτήρια: 7-25 ευρώ, Μειωμένο, Φίλος, Παρέα 5-9 άτομα: 7-20 ευρώ, Ανεργίας, ΑμεΑ: 5 ευρώ. Λεπτομέρειες στοwww.sgt.gr.