Σε σύγκριση με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν που σχεδόν όλοι έχουμε ακουστά, ελάχιστοι γνωρίζουμε τον Ανουάρ Αλ Αλουάκι. Αυτό από μόνο του αναδεικνύει τις φοβερές αδικίες στο star system της διεθνούς τρομοκρατίας, δεδομένου ότι ο «κακός βεζίρης» Αλουάκι μπορεί να μην κατάφερε να γίνει «χαλίφης» στη θέση του «χαλίφη» Λάντεν, αλλά έφθασε σε μιας αναπνοής απόσταση από τη βρύση. Τον Σεπτέμβριο του 2011, τέσσερις μόλις μήνες μετά τη δολοφονία του Οσάμα Μπιν Λάντεν στο Πακιστάν, οι φονιάδες τελευταίας τεχνολογίας, τα διαβόητα αμερικανικά drones (μικρά μη επανδρωμένα αεροσκάφη) βομβάρδισαν ένα κονβόι τζιχαντιστών στη Βόρεια Υεμένη, κοντά στα σύνορα με τη Σαουδική Αραβία. Εκτός από τον Ανουάρ Αλ Αλουάκι αποτεφρώθηκαν επί τόπου άλλα έξι μέλη της Αλ Κάιντα, μεταξύ των οποίων και ο Αμερικανοσαουδάραβας Σαμίρ Χαν, εκδότης του αγγλόφωνου περιοδικού «Inspire» («Εμπνέω») που, από το πρώτο του κιόλας τεύχος, έδινε οδηγίες προς κάθε καλοκάγαθη δυτική νοικοκυρά πώς να κατασκευάσει μια βόμβα μέσα σε χύτρα ταχύτητας με υλικά της κουζίνας της (τη συνταγή του «Inspire» αντέγραψαν και οι βομβιστές αδελφοί Τσερνάεφ στον Μαραθώνιο της Βοστώνης). Ο θάνατος του Αλουάκι δεν ματαίωσε μονάχα μια σειρά από σφαγές αμάχων στον δυτικό κόσμο, αλλά μακροπρόθεσμα ήταν εκείνο το πλήγμα που οδήγησε την Αλ Κάιντα σε οργανωτική παρακμή και, πέρα από τις υπόλοιπες παρενέργειες, συνέβαλε στον παραγκωνισμό της από το αιμοδιψές ανερχόμενο Ισλαμικό Κράτος. Ως ιμάμης, άλλωστε, ο ίδιος ο Αλουάκι είχε διαβεβαιώσει τους πιστούς του, ήδη από το 2006, ότι σύμφωνα με τις προφητείες η νίκη στον ιερό πόλεμο, στην τζιχάντ, θα έρθει από τη Συρία και το Ιράκ. Διακριτικά απέφυγε να δηλώσει εάν οι προφητείες διευκρίνιζαν κατά πόσον θα ήταν κι εκείνος ζωντανός την ημέρα της νίκης.
Ο πραγματικός λόγος, όμως, που θα έπρεπε να γνωρίζουμε τον Αλουάκι δεν είναι ούτε η διαφαινόμενη επικράτησή του στη μετά Λάντεν εποχή, που τόσο άδοξα διαψεύστηκε από τα μοχθηρά ιπτάμενα ρομποτάκια, ούτε το εντυπωσιακό βιογραφικό του που, αρχικά τουλάχιστον, έδειχνε ότι θα γίνει άλλος: γόνος εύπορης οικογένειας από την Υεμένη (ο πατέρας του είχε διατελέσει υπουργός Γεωργίας στη χώρα του), γεννημένος στην πολιτεία του Νέου Μεξικού, με πτυχίο μηχανικού από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, σαγηνεύτηκε από το ριζοσπαστικό Ισλάμ, απέκτησε φήμη φλογερού ιερωμένου ρήτορα στα τζαμιά των Ηνωμένων Πολιτειών, αναμείχτηκε σε τρομοκρατικές ενέργειες επί αμερικανικού εδάφους, τόσο σε στρατιωτική βάση του Τέξας όσο και στο αεροδρόμιο του Ντιτρόιτ και το 2011, στα σαράντα του χρόνια, είχε το εξαιρετικό προνόμιο να είναι ο πρώτος αμερικανός πολίτης που θα δολοφονηθεί με προσωπική εντολή του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Δεν πρόλαβε να κλείσει τα σαράντα ένα.
Βλέπετε, ο Ανουάρ Αλ Αλουάκι ήταν ο εμπνευστής του τρόμου που διαπερνά (και θα διαπερνά για χρόνια) κάθε μεγάλη ευρωπαϊκή και αμερικανική πόλη, ιδίως αυτές τις μέρες, τις μέρες των εορτών, με στρατιές ανύποπτων πολιτών στους δρόμους. Ηταν ο πνευματικός πατέρας του «μοναχικού λύκου». Εκείνου που ζει εν υπνώσει σε μια δυτική χώρα, ως ένας εκρηκτικός μηχανισμός με απροσδιόριστη την ημερομηνία της έκρηξης, ως μια δεξαμενή μίσους που ανατροφοδοτείται καθημερινά από την ίδια την περιθωριακή της θέση στην κοινότητα όπου διαμένει, ως μια δέσμη με ανοιχτούς λογαριασμούς –με τη δουλειά του, με την οικογένειά του, με το κορίτσι του –που κάποια μέρα θα τους κλείσει οριστικά βάζοντας φωτιά στο βραδύκαυστο φιτίλι, δίχως να πάρει εντολή από καμία τρομοκρατική οργάνωση, δίχως να αφήσει πίσω του κανένα ίχνος ηλεκτρονικής, γραπτής ή άλλης επικοινωνίας, δίχως την παραμικρή δυνατότητα να τον εντοπίσει εγκαίρως κάποιος άλλος, εκτός… Εκτός, ίσως, από κάποιον άλλον της ίδιας συνομοταξίας. Κάποιον άλλον «μοναχικό λύκο».
Αυτός ο άλλος, ο δανός «μοναχικός λύκος» Μόρτεν Στορμ, πιο γνωστός στους ισλαμιστές φίλους του ως Μουράντ (Σκοπός), αναλαμβάνει να μας ξεναγήσει στα άδυτα της σύγχρονης τρομοκρατίας, με τη βοήθεια δύο έγκριτων δημοσιογράφων, του Τιμ Λίστερ και του Πολ Κρούκσανκ, στο βιβλίο του Πράκτορας Στορμ –Η ζωή μου στην Αλ Κάιντα και στη CIA (εκδόσεις Μελάνι, 2017). Ο Στορμ θα γνωρίσει τον Αλουάκι εκ του σύνεγγυς το 2008, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη του, θα του εξασφαλίσει (τρίτη) σύζυγο –μια καλλονή από την Κροατία –και ως ένα βαθμό θα βοηθήσει τους Αμερικανούς, τρία χρόνια αργότερα, στον εντοπισμό και την εξολόθρευσή του, μολονότι δεν θα τσεπώσει και τα πέντε εκατομμύρια δολάρια της επικήρυξης. Στα μάτια του Αλουάκι, ο δίμετρος Δανός είναι η ιδανική εύπλαστη ζύμη. Επαρχιωτόπουλο με προβληματικά παιδικά χρόνια (έναν μέθυσο πατέρα που τον παράτησε κι έναν άσπλαγχνο πατριό που ξυλοφόρτωνε τόσο αυτόν όσο και τη μάνα του), ακόμη πιο προβληματική εφηβική και μετεφηβική ηλικία (συμμορίες, ληστείες, ναρκωτικά, φυλακή), στα είκοσι ένα του χρόνια, το 1997, στρέφεται προς το Ισλάμ για να βρει ένα έρμα στη μέχρι τότε ανερμάτιστη ζωή του, έναν σκοπό (εξ ου και το νέο βαπτιστικό του). Σύντομα ταξιδεύει στην Υεμένη, μαθαίνει να μιλάει αραβικά, δικτυώνεται με τους τζιχαντιστές και δίνει όρκο στην Αλ Κάιντα, παρότι διατηρεί τις επιφυλάξεις του για τις επιθέσεις εναντίον αμάχων. «Δεν υπάρχουν άμαχοι μεταξύ των απίστων», θα λάβει την αποστομωτική απάντηση.
Εκείνο που αγνοεί ο Αλουάκι –και δεν θα το μάθει ποτέ –είναι ότι, ήδη από την άνοιξη του 2007, ο Στορμ έχει στρατολογηθεί, πρώτα από τις δανικές, έπειτα από τις βρετανικές και τέλος από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Ενας Κιμ Φίλμπι από την ανάποδη. Επί πέντε χρόνια θα ακροβατεί ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, χωρίς να είναι πάντοτε σίγουρος ποια είναι η πρώτη και ποια η δεύτερη, ποιοι θα τον προστατεύσουν και ποιοι θα τον δολοφονήσουν, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να αντιμετωπίσει βασανιστικά διλήμματα και να παράσχει τις υπέρτατες αποδείξεις ότι δεν έχει αλλάξει στρατόπεδο. «Τι θα κάνεις», τον ρωτάει ο εκπαιδευτής του στη Σκωτία, «στην περίπτωση που η Αλ Κάιντα σου ζητήσει να εκτελέσεις έναν όμηρο;». Για να απαντήσει πάλι ο εκπαιδευτής: «Θα τον εκτελέσεις για να μην κινήσεις υποψίες». Επεκτείνοντας αυτή τη μακάβρια συλλογιστική, ο Στορμ κατανοεί ότι δεν θα διστάσουν να τον εκτελέσουν και οι δικοί του προστάτες. Η ακαταμάχητη γοητεία αυτού του βιβλίου είναι ότι σου μεταδίδει διαρκώς την αίσθηση πως τα δύο σύμπαντα –οι μυστικές υπηρεσίες και οι τρομοκρατικές οργανώσεις από τη μια πλευρά, οι περιθωριακοί νεαροί και τα διαλυμένα σπιτικά από την άλλη –δεν απέχουν όσο φανταζόμαστε. Κουρνιάζουν στην ίδια φάτνη.