Και εκείνος μεν κάνει τη δουλειά του. Απειλεί, εκβιάζει, αφήνει υπαινιγμούς, βυσσοδομεί, κυρίως όμως λέει ανοιχτά αυτό που θέλει: τα κεφάλια των οκτώ αξιωματικών, τους οποίους κατηγορεί ότι προσπάθησαν να τον ανατρέψουν. Για εκείνον δεν υπάρχει κράτος δικαίου, δεν υπάρχει διάκριση εξουσιών, δεν υπάρχει καν ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Ολα πρέπει να είναι υποταγμένα στον ανώτατο μονάρχη. Κι όλοι πρέπει να υπακούουν σ’ αυτόν.
Το πρόβλημα είναι τι κάνουν οι ηγέτες της Δύσης. Που δεν είναι απλώς δημοκρατικά εκλεγμένοι, όπως εκείνος, αλλά διαπνέονται, θεωρητικά τουλάχιστον, από τα δημοκρατικά ιδεώδη. Μέχρι πού μπορείς να διαπραγματευτείς με έναν αυταρχικό ηγέτη; Πόσο δικαιούσαι να παρέμβεις στις «εσωτερικές υποθέσεις» του όταν αυτές οι υποθέσεις περιλαμβάνουν κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Τι περιθώρια πίεσης διαθέτεις όταν εξαρτάσαι από αυτόν για τη διαχείριση ενός τόσο φλέγοντος θέματος όσο το Προσφυγικό;
Η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης για την παροχή ασύλου στον έναν από τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς θα μπορούσε υπό άλλες συνθήκες να είναι πολιτικού ή τακτικού χαρακτήρα. Θα μπορούσε, ας πούμε, να εντάσσεται σε μια προσπάθεια να καταδειχθεί στη γείτονα χώρα ότι θα εξαντληθούν όλα τα μέσα για να φωτιστεί πλήρως η υπόθεση, να διατυπωθούν όλα τα επιχειρήματα, να μη μείνει καμιά αμφιβολία και κανένα κενό. Ομως η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έχει χάσει προ πολλού την αξιοπιστία της –αν υποθέσουμε ότι είχε ποτέ.Είναι θεμιτή λοιπόν η ανησυχία μήπως εξυφαίνονται σχέδια στα παρασκήνια, επί τη βάσει φόβων, συμφερόντων ή άλλων σκοτεινών σκοπών. Μήπως δρομολογείται η λήψη αποφάσεων ερήμην των θεσμών.
Η καχυποψία για τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις δεν είναι προϊόν μιας γενικής αντιπολιτευτικής στάσης, αλλά ερωτημάτων που έχουν μείνει αναπάντητα. Υποσχέθηκε πράγματι ο αριστερός μας Πρωθυπουργός στον πρόεδρο της Τουρκίας ότι θα του παρέδιδε το ταχύτερο τους κατηγορούμενους αξιωματικούς; Τι εννοούσε όταν βεβαίωσε τον Ερντογάν, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα, για τη διεξαγωγή μιας «δίκαιης δίκης»; Οταν το Μαξίμου δηλώνει την παραμονή της Πρωτοχρονιάς μεnonpaper ότι «οι πραξικοπηματίες δεν είναι ευπρόσδεκτοι», αναφέρεται, έστω εμμέσως, στους οκτώ φυγάδες;
Το τουρκικό κράτος έχει μετατραπεί σε μια τεράστια φυλακή. Οι δίκες όσων τολμούν να εκφέρουν μια άποψη που δεν αρέσει στο καθεστώς –δημοσιογράφων, δικηγόρων, καλλιτεχνών –στερούνται οποιασδήποτε δημοκρατικής εγγύησης. Με αυτά τα δεδομένα, η υπόθεση των οκτώ τούρκων αξιωματικών δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μεnonpaperκαι τη συνήθη ανταλλαγή κατηγοριών μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, σαν να πρόκειται για ένα ακόμη προαπαιτούμενο του Μνημονίου. Οταν η τελευταία πτήση ενός τουρκικού αεροσκάφους στο Αιγαίο, ή η βόλτα ενός γεωτρύπανου στ’ ανοιχτά των ελληνικών νησιών, αντιμετωπίζεται με μια φωνή και μια γραμμή, γιατί δεν μπορεί να γίνει το ίδιο με ένα τόσο σοβαρό ζήτημα όπως οι ζωές οκτώ ανθρώπων;
Ο Ερντογάν τη δουλειά του. Και οι δυτικές δημοκρατίες τη δική τους.