Πλήθος δίχως όνομα! Χάος! από φωνές, μάτια και βήματα
Αυτά που ποτέ δεν κοιτάξαμε, αυτά που κανένας δεν ξέρει.
Ολοι οι ζωντανοί ! – πολιτείες που βουίζουν στ’ αφτιά…

Victor Hugo, «La pente de la rêverie»

Η νύχτα της αλλαγής του έτους είναι για τους πλάνητες η μεγαλύτερη απόλαυση της χρονιάς. Ετσι, και η Αθήνα παραδόθηκε στα πλήθη της. Η Πλατεία Συντάγματος των πεντάστερων ξενοδοχείων, των γύρω δρόμων της φαντασμαγορίας των απρόσιτων αντικειμένων πλημμύρισε από κόσμο.

Από τη μια οι νεοεισερχόμενοι της κρίσης, εκτοπισμένοι από ξένη γη σε κατάσταση μέθης και ευφορίας να γεμίζουν Ερμού και Ψυρή. Από την άλλη, οι υπνοβάτες των ρεβεγιόν σε εστιατόρια με λευκά τραπεζομάντιλα να προσμένουν το γύρισμα της διάθεσης μπροστά στην εφήμερη βελούδινη αυλαία της στοάς του CityLink στη Βουκουρεστίου, όπου το ανοιχτό πέρασμα είχε μετατραπεί σε χώρο ιδιωτικής ψυχαγωγίας.

Η πόλη είναι ακόμα και αυτό: μία λωρίδα από το φως που περνάει τη σχισμή αυτού του παραπετάσματος για να συναντήσει το βλέμμα του νυχτερινού πλάνητα. Ο οποίος δεν επιδιώκει την ευκαιρία συμμετοχής του στο συμβάν που ένα δημόσιο σημείο περιορίζεται σε κλειστό ιδιωτικό πλαίσιο. Ο πλάνης σε μια τέτοια πρωτοχρονιάτικη στιγμή ζει την Αθήνα αφουγκραζόμενος τις αντιθέσεις της. Γίνεται ένα με το πλήθος που μιλώντας πολλές και διαφορετικές γλώσσες της σύγχρονης Βαβυλωνίας σχηματίζει νησίδες προσδοκιών, απογοητεύσεων ή ματαιωμένων υποσχέσεων κάτω από τα φώτα της προσμονής για το νέο που θα φέρει η χρονιά.

Και μερικά βήματα πιο μέσα στα κεντρικά στενά της πόλης θα νιώσει την αναστάτωση του σκοταδιού που απλώνουν διάφορες ανθρώπινες σκιές ως εκκρεμότητες μιας μνήμης του παρόντος που προσπαθεί να διαχειριστεί ήττες και ζωή στο περιθώριο.

Στον αντίποδα λοιπόν της υπερφωτισμένης Πανεπιστημίου και της Πειραιώς, που ο άξονας της οδηγούσε προχθές το ξημέρωμα τα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα στις δόξες του σύγχρονου λαϊκού πενταγράμμου, ο πλάνης της Πρωτοχρονιάς διαπίστωσε την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της Αθήνας. Είδε ότι οι καλοντυμένες με βραδινά σμόκιν φιγούρες του πλήθους και τα αστραφτερά ενδύματα των συνοδών τους που είχαν κάνει κράτηση στα διασκεδαστήρια της Βουκουρεστίου δεν διέφεραν από τα συνοφρυωμένα πρόσωπα της μαυροντυμένης νιότης που γενικώς κάτι «έπινε» περιμένοντας να μπούνε στο πάρτι του Εμπρός. Και στις δύο εικόνες που του πρόσφερε η πόλη έβλεπε την τυπική πλευρά της πραγματικότητάς της. Ωστόσο το ανθρώπινο σύννεφο των ξένων κατοίκων που αφέθηκε στη χρυσή βραδιά της χρονιάς έδειξε στον πλάνητα την ένταση της αναμέτρησης που ορίζουν οι αντιτιθέμενες προοπτικές. Ναι, πράγματι η Πρωτοχρονιά στην Αθήνα του 2018 άφηνε ίχνη μιας απέραντης μελαγχολίας που κατακτήθηκε…