Πώς και γιατί η υπόθεση των 8 τούρκων αξιωματικών έφτασε να είναι θέμα αποκλειστικής αρμοδιότητας της ελληνικής Δικαιοσύνης; Υπάρχει κίνδυνος επιστροφής τους στην Τουρκία; Ποια είναι τα νομικά όπλα που διαθέτουν οι αιτούντες άσυλο; Και ποια τα ένδικα μέσα που μπορεί να κινήσει η ελληνική κυβέρνηση, δεδομένου ότι η υπόθεση αυτή βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων στην πρόσφατη επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στη χώρα μας; «ΤΑ ΝΕΑ», μέσα από μία σειρά κρίσιμων ερωτήσεων με τη συνδρομή δικαστικών λειτουργών, χαρτογραφούν τα νομικά μονοπάτια της ιστορίας και επιχειρούν να φωτίσουν όλες τις διαδρομές από τον Αρειο Πάγο μέχρι το Συμβούλιο της Επικρατείας, δηλαδή τα δύο Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της χώρας, οι λειτουργοί των οποίων κρατούν στα χέρια τους το κλειδί όλων των απαντήσεων.
1. Τι έκρινε ο Αρειος Πάγος;
Ο Αρειος Πάγος, υπό τρεις διαφορετικές συνθέσεις, ομόφωνα απέρριψε το αίτημα της Τουρκίας για την έκδοση των 8 Τούρκων . Οι ανώτατοι δικαστές στάθμισαν στην κρίση τους το γεγονός ότι σε περίπτωση έκδοσής τους οι 8 δεν θα είχαν δίκαιη δίκη στη χώρα τους και κινδύνευαν να υποστούν βασανιστήρια, με αποτέλεσμα να μην πληρούνται θεμελιώδεις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Με βάση το νόμο, μέχρις ότου κριθούν τα αιτήματα για τη χορήγηση ασύλου και για λόγους ασφαλείας, μπορούν να παραμένουν υπό αυτό το καθεστώς. Γι’ αυτό και αμέσως μετά την απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής για χορήγηση ασύλου στον συγκυβερνήτη του ελικοπτέρου, εκείνος αφέθηκε ελεύθερος, ενώ οι άλλοι επτά παραμένουν υπό καθεστώς κράτησης εν αναμονή της απόφασης των δευτεροβάθμιων Επιτροπών.
Οι εν λόγω επιτροπές αποτελούνται μεν στην πλειοψηφία τους από δικαστές (σ.σ. δύο από τα τρία μέλη τους είναι διοικητικοί δικαστές) αλλά δεν αποτελούν αμιγώς δικαστικό σχηματισμό. Ετσι, μετά την έκδοση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Ασύλου, μπορεί είτε ο αιτών άσυλο είτε η ελληνική κυβέρνηση να προσφύγουν στο Διοικητικό Εφετείο ζητώντας την αναστολή και την ακύρωση της επίμαχης διοικητικής απόφασης.
Οχι μόνο υπάρχει, αλλά καταλήγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, που είναι και το Ανώτατο Δικαστήριο. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως αν μεν ευδοκιμήσει η αίτηση ακύρωσης της χορήγησης ασύλου που υπέβαλε το Δημόσιο, τότε μπορεί ο αιτών άσυλο να καταφύγει στο ΣτΕ. Αν το Διοικητικό Εφετείο επικυρώσει την απόφαση της Επιτροπής Ασύλου, τότε και πάλι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ασκήσει το επόμενο ένδικο μέσο και να φτάσει να κριθεί η υπόθεση από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο.
Ουδείς είναι σε θέση να γνωρίζει και πολύ περισσότερο να προδικάσει την κρίση των μελών των άλλων Επιτροπών, ακόμα και αν τα πραγματικά περιστατικά που έχουν να σταθμίσουν είναι ακριβώς ίδια. Οπως λένε εμφατικά δικαστικές πηγές, οι αποφάσεις αυτές είναι αποτέλεσμα της ελεύθερης και ανεξάρτητης κρίσης των μελών της Επιτροπής. Ως εκ τούτου αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση το ένα ή το άλλο μέρος μπορούν να προσφύγουν πλέον στα Διοικητικά Δικαστήρια για την ανατροπή ή την επικύρωσή τους.
Αόριστες κατηγορίες και κίνδυνος παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Η Επιτροπή αναγνωρίζει τον προσφεύγοντα συγκυβερνήτη του ελικοπτέρου ως πρόσφυγα, δεδομένου ότι υφίσταται κίνδυνος δίωξης εις βάρος του για πολιτικούς λόγους. Συγκεκριμένα, στο 60σέλιδο σκεπτικό της απόφασης, το οποίο επιχειρεί να ανατρέψει η ελληνική κυβέρνηση προσφεύγοντας στα Διοικητικά Δικαστήρια, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι:
– Οι αποδιδόμενες στον προσφεύγοντα πράξεις σύμφωνα με την αίτηση έκδοσης της Εισαγγελίας της Κωνσταντινούπολης (προσβολές του πολιτεύματος, προπαρασκευαστικές πράξεις εσχάτης προδοσίας, βία κατά του πολιτικού σώματος ή της κυβέρνησης), έχουν πολιτικό χαρακτήρα. Τούτο διότι του αποδίδεται η τέλεση πράξεων μαζί με άλλους συνεργούς, ως μέλη ομάδας η οποία απέβλεπε με ενεργό δράση στην αλλοίωση ή μεταβολή της υφιστάμενης πολιτειακής τάξεως του κράτους της Τουρκίας, που σχετίζονται με την παρασκευή των μέσων για διάπραξη συγκεκριμένου πολιτικού εγκλήματος, εις βάρος του τουρκικού κράτους με την ανατροπή της εκλεγμένης κυβέρνησης της χώρας, άμεσα συναρτώμενων με τους πολιτικούς σκοπούς που η οργάνωση και η ομάδα στην οποία του αποδίδεται ότι συμμετείχε, επεδίωκε, σ’ εκείνον τον χρόνο.
Κατά την κρίση της Επιτροπής, η περιγραφή των ανωτέρω πράξεων, όπως αναφέρονται στην αίτηση έκδοσης της Εισαγγελίας της Κωνσταντινούπολης, είναι εντελώς αόριστη, αφού στην αίτηση αυτή αναφέρονται γενικώς τα γεγονότα της νύκτας που εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό των πράξεων, του τρόπου και του βαθμού της συμμετοχής του προσφεύγοντος στις πράξεις αυτές, με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, θεμελιωτικών των πράξεων που του αποδίδονται.
– Ενόψει των κατηγοριών που αποδίδονται από τις τουρκικές Αρχές εις βάρος του προσφεύγοντος, ο τελευταίος έχει καταστεί, κατά την κρίση της Επιτροπής, πρόσωπο «αρκετού ενδιαφέροντος» για τις τουρκικές Αρχές, ώστε να κινδυνεύει με σύλληψη και ανάκριση (βλ. ΕΔΔΑ, ΝΑ κατά Αγγλίας, αρ. προσφ. 25904/07), ιδίως στα πλαίσια των ανωτέρω αναφερόμενων εκτελεστικών διαταγμάτων, με τα οποία ενεργοποιήθηκε το καθεστώς προσωρινής παρέκκλισης από τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα υπό το άρθρο 15 της Σύμβασης, «προκειμένου, να καταπολεμηθεί η οργάνωση αυτή η οποία επιχείρησε το πραξικόπημα, καθώς και όλα τα συστατικά στοιχεία της». Συνεπώς, συντρέχει, κατά την κρίση της Επιτροπής, σοβαρός κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής του προσφεύγοντος στην Τουρκία, να κρατηθεί από τις αστυνομικές και σωφρονιστικές Αρχές της Τουρκίας και να υποστεί βασανιστήρια και απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, παρόμοια με εκείνη την οποία, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις διεθνών οργανισμών και ανθρωπιστικών οργανώσεων, αλλά και τα δημοσιεύματα των διεθνών ΜΜΕ, υφίστανται όσοι συνελήφθησαν μετά το πραξικόπημα, κυρίως στρατιωτικοί, ως συμμέτοχοι σ’ αυτό, ενώ καθίσταται ορατός ο κίνδυνος να επιβληθούν εις βάρος του προσφεύγοντος ποινές απάνθρωπες, καθ’ όσον είναι ιδιαιτέρως πιθανή η επαναφορά της θανατικής ποινής με αναδρομική εφαρμογή ενόψει των σχετικών δημόσιων εξαγγελιών του προέδρου της Δημοκρατίας της Τουρκίας.
Επίσης, συντρέχει εύλογος κίνδυνος, ο προσφεύγων, σε περίπτωση επιστροφής του στην Τουρκία, να δικαστεί από δικαστήριο το οποίο δεν θα παρέχει τα αναγκαία εχέγγυα για ανεξάρτητη και αμερόληπτη δικαστική κρίση, δεδομένης της αθρόας αποπομπής μεγάλου αριθμού δικαστικών λειτουργών, καθώς και της ύπαρξης πλήθους ενδείξεων για ισχυρές πολιτικές πιέσεις και παρεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας στο έργο των δικαστών μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος στην Τουρκία.
Αλισβερίσι με τον Ερντογάν καταγγέλλει η αντιπολίτευση
Σε μέτωπο αντιδράσεων κατά της κυβέρνησης από την αντιπολίτευση οδήγησε η υποβολή αίτησης ακύρωσης κατά χορήγησης ασύλου στον έναν από τους οκτώ τούρκους αξιωματικούς. Κοινό σημείο της κριτικής που ασκούν ΝΔ, Δημοκρατική Συμπαράταξη, Ποτάμι και ΚΚΕ κατά του Μαξίμου αποτελεί η προσπάθεια της κυβέρνησης να παρέμβει, όπως εκτιμούν, στη Δικαιοσύνη, αλλά και η διγλωσσία του Αλέξη Τσίπρα.
«Η ενέργεια της κυβέρνησης δείχνει ότι ο Πρωθυπουργός είναι για ακόμη μία φορά ανακόλουθος» τονίζεται χαρακτηριστικά από τη ΝΔ, καθώς είχε επισημάνει στον τούρκο πρόεδρο «πως ως κράτος δικαίου, η Ελλάδα σέβεται τη διάκριση των εξουσιών».
Ταυτόχρονα, η αξιωματική αντιπολίτευση κατηγόρησε το ΥΠΕΞ πως αδρανεί και δεν αντιδρά, ως όφειλε, με διάβημα διαμαρτυρίας προς την Αγκυρα για την απαράδεκτη παρέμβασή της στις εσωτερικές διαδικασίες ασύλου. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε ο τομεάρχης Εξωτερικών του κόμματος Γιώργος Κουμουτσάκος: «Η δημοκρατική Ελλάδα ούτε απειλείται ούτε εκφοβίζεται» ανέφερε σχολιάζοντας τις προκλητικές δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων.
«Απροκάλυπτους, κυνικούς, καταπατητές κάθε δημοκρατικής αρχής κι ευαισθησίας» χαρακτήρισε ο Ανδρέας Λοβέρδος εκείνους που πήραν την απόφαση για την αίτηση ακύρωσης. Για τη Δημοκρατική Συμπαράταξη η συγκεκριμένη ενέργεια «προκαλεί την αλγεινή, αλλά οδυνηρή εντύπωση είτε ότι έχουν αναληφθεί ανομολόγητες δεσμεύσεις είτε ότι υπάρχει φόβος και υποτέλεια».
«Τα αλισβερίσια και οι κρυφές δεσμεύσεις Τσίπρα απέναντι στον Ερντογάν δεν αφορούν τους έλληνες πολίτες ούτε τους έλληνες λειτουργούς της Δικαιοσύνης» επισήμανε ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης, ενώ το ΚΚΕ στην ανακοίνωσή του καταλήγει: «Η επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα σηματοδότησε κλιμάκωση των τουρκικών διεκδικήσεων σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας».
Ο ΝΟΜΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Να σεβαστεί την απόφαση της διοικητικής επιτροπής ασύλου καλούν, την ίδια ώρα, την κυβέρνηση έντεκα πρώην πρόεδροι Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας. «Οι διεθνείς νομικοί και νομολογιακοί κανόνες είναι τυπολατρικά απαραβίαστοι από κάθε κυβέρνηση που θέλει να σέβεται τον εαυτό της και τους πολίτες της και οι ίδιοι διεθνείς κανόνες δεν επιδέχονται κοντόφθαλμες, αψυχολόγητες, ευκαιριακές και υποσχετικές πολιτικές» σημειώνουν.