Στον ρυθμό των ρυθμίσεων και των δόσεων θα ζει η μισή Ελλάδα το 2018. Περισσότεροι από 4 εκατομμύρια πολίτες και επιχειρήσεις φέτος εκτιμάται ότι θα βρεθούν εγκλωβισμένοι στις ρυθμίσεις της Εφορίας και των ασφαλιστικών ταμείων για την εξόφληση των οφειλών τους. Κάθε μήνα, ορισμένοι μάλιστα και για τα επόμενα 10 χρόνια, θα είναι αντιμέτωποι με τον εφιάλτη της δόσης ή των δόσεων που θα πρέπει να πληρώνουν για να γλιτώσουν από κατασχέσεις καταθέσεων και περιουσιακών στοιχείων και πλειστηριασμούς ακινήτων. Μπροστά στο αδιέξοδο και χτυπημένοι από την καταιγίδα φόρων και εισφορών των τελευταίων ετών βλέπουν τον κλοιό γύρω τους να σφίγγει πλέον επικίνδυνα.
Οι επιλογές για τα εκατομμύρια των φορολογουμένων και των ασφαλισμένων είναι οι εξής δύο:
1. Να ρυθμίσουν –όσοι μπορούν –τα χρέη τους σε μηνιαίες δόσεις (12 έως 120). θα πρέπει, όμως, να είναι συνεπείς στις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, δηλαδή να υποβάλλουν στην ώρα τους τις δηλώσεις και να πληρώνουν τους φόρους για να μη βρεθούν αυτομάτως εκτός ρύθμισης και αναβιώσουν κατασχέσεις και διώξεις.
2. Να μείνουν άπραγοι και να υποστούν τις συνέπειες με δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών, κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων κ.λπ.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα ειδικά για όσους έχουν ήδη ανοιχτούς λογαριασμούς με την Εφορία και τον ΕΦΚΑ και αναμένεται να δυσκολέψουν τους επόμενους μήνες.
Κάθε μήνα, φορολογούμενοι και ασφαλισμένοι θα ζουν την αγωνία της δόσης ή των δόσεων. Βρέξει – χιονίσει, στο τέλος κάθε μήνα θα πρέπει να έχουν βάλει στην άκρη και να έχουν εξασφαλίσει ένα ποσό που θα πηγαίνει κατευθείαν στα κρατικά ταμεία. Με το ποσό αυτό θα πληρώνονται ασφαλιστικές εισφορές, φόροι (ΦΠΑ, Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών, φόρος εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ κ.ά.) και οι δόσεις των ρυθμίσεων. Ενα γαϊτανάκι δόσεων χωρίς τέλος.
Οσο θα περνούν οι μήνες μέσα στο 2018, το νέο περιβάλλον θα γίνεται ακόμη πιο σκληρό καθώς προωθούνται αλλαγές στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και η ενοποίηση του συστήματος είσπραξης της Εφορίας με αυτό των ασφαλιστικών ταμείων αναμένεται να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα ρευστότητας στην αγορά. Οι επιχειρήσεις θα ζοριστούν προκειμένου να είναι συνεπείς απέναντι στο κράτος και για να μην κινδυνέψουν με μπλοκάρισμα οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί. Πολλές θα επιλέξουν να καταβάλλουν στην ώρα τους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές καθυστερώντας άλλες υποχρεώσεις τους (προμηθευτές, ενοίκιο, λογαριασμοί ΔΕΚΟ κ.λπ.). Οποιοι δεν καταφέρουν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους θα βρεθούν με την πλάτη στον τοίχο και πολλοί θα αναγκαστούν να βάλουν λουκέτο.
Στον αστερισμό των χρεών
Φορολογούμενοι και ασφαλισμένοι τους επόμενους μήνες θα πρέπει να πληρώνουν ή να ρυθμίζουν ακόμη και τέσσερις διαφορετικές υποχρεώσεις χωρίς να έχουν κανένα περιθώριο απόκλισης.
Ρύθμιση 120 δόσεων. Οι οφειλές προς την Εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία έως 50.000 ευρώ που έχουν συσσωρευτεί έως και 31 Δεκεμβρίου 2016 θα μπορούν να τακτοποιηθούν με τη νέα ρύθμιση των 120 δόσεων. Ομως σε αυτήν τη ρύθμιση δεν μπορούν να υπαχθούν όλοι. Από την αρχή εξαιρέθηκαν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες με οφειλές άνω των 50.000 ευρώ καθώς και οι επαγγελματίες που διέκοψαν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα υπό το βάρος των υποχρεώσεων. Προϋπόθεση για να υπαχθούν οι επαγγελματίες, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι έμποροι στη ρύθμιση είναι να κριθούν βιώσιμοι, δηλαδή να μπορούν να πληρώνουν μέχρι το τέλος τις δόσεις της ρύθμισης. Για να μη βρεθούν αυτομάτως εκτός ρύθμισης θα πρέπει να μην παραλείπουν καμία τρέχουσα υποχρέωση (υποβολή δηλώσεων, πληρωμή φόρων κ.λπ.).
Ρύθμιση 12 δόσεων. Οι οφειλές που δημιουργήθηκαν μέσα στο 2017 είτε προς την Εφορία είτε προς τα Ταμεία μπορούν να ρυθμιστούν το πολύ σε 12 μηνιαίες δόσεις. Αν δεν τακτοποιηθούν οι υποχρεώσεις του 2017, δεν υπάρχει δυνατότητα ένταξης στη ρύθμιση των 120 δόσεων, οπότε μιλάμε για το απόλυτο αδιέξοδο. Οι φρέσκες οφειλές μόνο προς την Εφορία που γεννήθηκαν το περασμένο έτος υπερβαίνουν τα 10 δισ. ευρώ.
Ρύθμιση 100 δόσεων του 2015. Οσοι είχαν υπαχθεί θα πρέπει να συνεχίσουν να πληρώνουν κανονικά κάθε μήνα τις δόσεις που «τρέχουν». Για να μη βρεθούν εκτός ρύθμισης και επανέλθουν κατασχέσεις και διώξεις, θα πρέπει να πληρώνουν ή να ρυθμίσουν σε 12 δόσεις τις τρέχουσες βεβαιωμένες οφειλές τους.
Τρέχουσες υποχρεώσεις. Πρέπει να πληρώνονται στην ώρα τους για να μη χάνουν φορολογούμενοι και ασφαλισμένοι αυτομάτως τις ρυθμίσεις. Ειδικά για τους ελεύθερους επαγγελματίες η κατάσταση θα είναι ασφυκτική. Εκτός από τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές έχουν να πληρώσουν και τα αναδρομικά που έχουν συσσωρευτεί από πέρυσι λόγω επικούρησης, εφάπαξ, διαφορετικού τρόπου υπολογισμού των εισφορών κ.λπ. Τα στοιχεία πάντως αποκαλύπτουν ότι οι φορολογούμενοι δυσκολεύονται να αντεπεξέλθουν στις φορολογικές υποχρεώσεις καθώς δεν πληρώνουν στην Εφορία το 20% με 30% των φόρων που έχουν βεβαιωθεί. Δηλαδή, τουλάχιστον δύο στα δέκα ευρώ φόρων μένουν απλήρωτα.
Πάντως όποιοι αντέξουν σε αυτή την επίθεση θα είναι και αυτοί που θα επιβιώσουν. Είναι προφανές ότι δεν θα τα καταφέρουν όλοι. Οι περισσότεροι θα λυγίσουν είτε υπό το βάρος των τρεχουσών υποχρεώσεων είτε υπό το βάρος των πολλών και διαφορετικών ρυθμίσεων στις οποίες θα πρέπει να ανταποκριθούν.
Πρωτοχρονιάτικο πακέτο
Οι επιβαρύνσεις δεν έχουν τέλος για τους φορολογουμένους. Την Πρωτοχρονιά ενεργοποιήθηκε ακόμη ένα νέο πακέτο μέτρων που θα πλήξουν τους πολίτες εντός του 2018. Η αξιωματική αντιπολίτευση εξαπολύει επίθεση στην κυβέρνηση, με τον σύμβουλο Δημοσιονομικής Πολιτικής του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Στέλιο Πέτσα να δηλώνει χαρακτηριστικά πως η «αποτυχημένη κυβερνητική συνταγή της υπερφορολόγησης και των περικοπών συνεχίζεται». Οπως αναφέρει ο Στέλιος Πέτσας, «όλοι οι Ελληνες θα πληρώσουν επιπλέον φόρους και εισφορές 1 δισ. ευρώ και το μεγαλύτερο μάλιστα μέρος τους προέρχεται από τους έμμεσους φόρους που πλήττουν δυσανάλογα τους πιο αδύναμους». Ειδικότερα, σημειώνει πως εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι και νοικοκυριά βλέπουν ήδη περικοπές 900 εκατομμυρίων ευρώ. «Το ΕΚΑΣ και κοινωνικά επιδόματα εξαφανίζονται, ενώ το επίδομα πετρελαίου θέρμανσης μειώθηκε στο ένα τέταρτο». Γι’ αυτό, καταλήγει, οι παραπάνω επιλογές θα σταματήσουν «μόνο με τη μεγάλη πολιτική αλλαγή που έχει ανάγκη η πατρίδα μας».