Το ζήτημα των εργασιακών σχέσεων στο ΕΣΥ και ειδικότερα της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών και του λοιπού προσωπικού έχει αναχθεί σε υψηλή προτεραιότητα στην πολιτική υγείας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι συνιστά μια σημαντική παράμετρο, αλλά δεν αποτελεί τον θεμέλιο λίθο του συστήματος υγείας στη χώρα μας και διεθνώς.
Στην πραγματικότητα, υποκρύπτει την προγραμματική πενία των εμπλεκομένων στην εθνική πολιτική υγείας και κυρίως τη φοβική στάση του ιατρικού σώματος ως προς την ασφάλεια της εργασίας και την επίκληση της αναγκαιότητας για αποτροπή της «διαφθοράς» στις σχέσεις γιατρών και ασθενών.
Η επιχειρηματολογία είναι έωλη και σχεδόν καταστροφική, δεδομένου ότι εμποδίζει την ευχερή οριζόντια (χωρική και επιχειρησιακή) και κάθετη (ιεραρχική) κινητικότητα και δι’ αυτής την αποδοτική χρήση των πόρων και την ανταπόκριση των υπηρεσιών υγείας στις προσδοκίες των πολιτών.
Εξάλλου, οι εργασιακές ρυθμίσεις των γιατρών στο ΕΣΥ και ο τρόπος και τα κριτήρια αποζημίωσης αυτών μεταβάλλουν τη διάσταση της εργασίας σε «πάγιο κεφάλαιο», με αποτέλεσμα την επίταση των προβλημάτων εργασιακής δυσκαμψίας, μη ανταπόκρισης και κυρίως μη αποδοτικής χρήσης των ανθρώπινων πόρων.
Δεδομένου ότι οι αξίες και η κοινωνική νομιμοποίηση του υγειονομικού τομέα συνδέονται με το εύρος της κάλυψης, την ελαχιστοποίηση της καταστροφικής δαπάνης για την υγεία διά μέσου των ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών, η αναζήτηση μιας εναλλακτικής εκδοχής δεν αναιρεί τη φύση και τον χαρακτήρα του υγειονομικού τομέα.
Αντιθέτως, η ενίσχυση της συμβολής της κλινικής διοίκησης και διαχείρισης από ένα σώμα εμπνευσμένων διευθυντών με τη συμβολή ενός ικανού αριθμού γιατρών που εργάζονται με μερική ή/και εποχική σύμβαση, με άλλοτε άλλη διάρκεια και ένταση, μπορεί να συμβάλει στην επίλυση των αρνητικών και ενδημικών συμβαμάτων στο σύστημα υγείας.
Είναι προφανές ότι η υφιστάμενη κατάσταση έχει εξαντλήσει τα όριά της. Το ΕΣΥ δεν αποτελεί πεδίο ρυθμίσεων εργασιακών σχέσεων –που εξάλλου απεδείχθησαν ενισχυτικές του ιατροτεχνολογικού συμπλέγματος.
Πρωτίστως συγκροτεί μια υπόθεση πολιτικής και κουλτούρας για την προαγωγή των αξιών της ισότητας, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Ο Γιάννης Κυριόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας