Πάνω σε φόντο του περίφημου πομπηιανού κόκκινου, μια γυναίκα με οβάλ πρόσωπο και τα μαλλιά μαζεμένα σε κότσο, στεφανωμένη με στεφάνι από κλαδί μυρτιάς, με το σώμα σε κατατομή, αλλά με το κεφάλι στραμμένο προς τον θεατή, μοιάζει σαν να την φωτογράφησε ένας σύγχρονος φωτογράφος αποτυπώνοντας το στιγμιαίο. Με το αριστερό χέρι κρατάει ρηχή λεκανίδα (πιατέλα) γεμάτη με εδέσματα και με το δεξί ένα κλαδί δάφνης. Αυτή τη γυναικεία μορφή από την τοιχογραφία της «Βίλας των τελετουργιών» (Villa dei misteri) της Πομπηίας διάλεξε η Μαρία Θερμού μαζί με την Ειρήνη Λούβρου των εκδόσεων Ολκός για το εξώφυλλο του βιβλίου της με τίτλο Στα Μαγειρεία των Αρχαίων, που μόλις κυκλοφόρησε.
Ζώα και καλλιέργειες
Τι έτρωγαν οι αρχαίοι; Πώς και από πού προμηθεύονταν τις πρώτες ύλες, πότε άρχισαν να εισάγουν διάφορα είδη, πότε καλλιέργησαν το σιτάρι και τα όσπρια, πότε εξημέρωσαν τα ζώα, πώς εξελίχθηκαν οι διατροφικές συνήθειες από τη Νεολιθική εποχή ώς τους ρωμαϊκούς χρόνους; Απαντήσεις σε αυτά και σε πολλά ακόμη ερωτήματα θα βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο αυτό. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες του, αυτό που μου έκανε εντύπωση και με έκανε να το εκτιμήσω ιδιαίτερα –γιατί του δίνει σοβαρότητα –ήταν ο τρόπος προσέγγισης του θέματος με τον συνδυασμό φιλολογικών πηγών και αρχαιολογικών καταλοίπων.
Από την προϊστορική εποχή τα αρχαιολογικά ευρήματα, όπως οι σπόροι, τα υπολείμματα τροφίμων, τα οικιακά σκεύη, οδηγούν σε αρκετά συμπεράσματα για τη τροφή των ανθρώπων, που η συγγραφέας παραθέτει στο πρώτο κεφάλαιο, βοηθώντας μας να σχηματίσουμε μια εικόνα των διατροφικών συνηθειών ώς και τη 2η χιλιετία π.Χ. Από την εποχή του Χαλκού δεν παραλείπει να αναφέρει ακόμα και τις ελάχιστες πληροφορίες από λέξεις στη Γραμμική Β γραφή.
Από την κλασική εποχή, βεβαίως, έχουμε τεράστιο πλούτο φιλολογικών πηγών και αυτές η συγγραφέας τις έχει κυριολεκτικά ξεσκονίσει. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, οι τραγικοί Σοφοκλής και Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης, ο Πλούταρχος, ο Αρχέστρατος και ο Αθήναιος είναι μερικοί μόνο από όσους μας μιλούν για τα είδη που έβαζαν οι αρχαίοι Ελληνες στο τραπέζι τους και πώς τα αξιολογούσαν, για την προέλευσή τους, για τις απαραίτητες εισαγωγές από το εξωτερικό. Οπως το σιτάρι που υπενθυμίζει στους Αθηναίους ο Δημοσθένης στο έργο του «Προς Λεπτίνην, 31-33». Θέλετε απόδειξη; Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο εκτίθεται ένα ανάγλυφο ύψους 2,20 μ. με κείμενο ψήφισμα, με το οποίο ο δήμος των Αθηναίων τιμά τρία αδέλφια, τον Σπάρτοκο, τον Παιρισάδη και τον Απολλώνιο, γιους του βασιλιά του Κιμμέριου Βοσπόρου Λεύκωνος για την ανανέωση της συνθήκης ατελούς εισαγωγής σίτου επί άρχοντος Θεμιστοκλέους το 347/6 π.Χ .
Τον πλούτο των σκόρπιων, κλασικών φιλολογικών πληροφοριών η συγγραφέας τον βάζει σε τάξη. Σε χωριστό κεφάλαιο το ψωμί και τα γλυκίσματα, σε άλλο τα ψάρια και τα θαλασσινά που λάτρευαν οι αρχαίοι, σε άλλο τα φρούτα και τα λαχανικά, το κρέας και τα γαλακτοκομικά, τα αρωματικά και τα καρυκεύματα. Δεν τα απαριθμεί απλώς! Τα σχόλια για την προέλευση, την καλλιέργεια και τις προτιμήσεις διευρύνουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Επιπλέον με βάση τα αρχαία κείμενα μάς μεταφέρει νοερά στις «λαϊκές αγορές» της Αθήνας, όπου βλέπουμε τα προϊόντα, αλλά και τα τεχνάσματα των πωλητών για να τα πουλήσουν εύκολα και με κέρδος: τον ιχθυοπώλη να μοιράζει χαμόγελα και γλυκόλογα όταν τα ψάρια του δεν είναι φρέσκα και τον πωλητή σύκων να βάζει τα άγουρα στον πάτο του καλαθιού και από πάνω τα ώριμα! (σημερινά πράγματα!). Κι ακόμη μας πληροφορεί ότι οι αρχαίοι δεν αρκούνταν μόνο στην ποικιλία των εδεσμάτων, αλλά φρόντιζαν και για τη βελτίωσή τους. Ετσι, η εμπειρία τους δίδαξε ότι οι χήνες έπρεπε να τρώνε σύκα για να τους δώσουν το πιο νόστιμο foie gras, το δικό τους συκωτόν ήπαρ.
Από το βιβλίο δεν θα μπορούσε να λείπει ένα κεφάλαιο για το κρασί, κύριο συστατικό των συμποσίων στα οποία επιδίδονταν συχνότατα οι πρόγονοί μας. Με τα εδέσματα και το κρασί οι άνδρες ανακεκλιμμένοι στις κλίνες του ανδρώνα συζητούσαν για τον έρωτα, για θέματα υπαρξιακά, φιλοσοφικά, αλλά και για πολιτική. Μαζί «σερβίρονταν» και ιδέες ή προτάσεις, κάτι ανάλογο με τα σημερινά δείπνα εργασίας.
Τα δείπνα
τον άρτον ο Αυτομέδων»
Ενα από τα συγκλονιστικότερα επεισόδια του Τρωικού Πολέμου περιγράφεται από τον Ομηρο στην τελευταία ραψωδία της «Ιλιάδας». Είναι η συνάντηση του Πριάμου με τον Αχιλλέα, όταν ο πρώτος φτάνει στη σκηνή του ήρωα για να ζητήσει τη σορό του γιου του Εκτορα. Τη συνάντηση και συμφιλίωση επισφραγίζει ένα δείπνο:
Και στο τραπέζι εμοίραζε τον άρτον ο Αυτομέδων,
μέσα στα ωραία κάνιστρα τα κρέατα ο Πηλείδης
και άπλωσαν όλοι στα καλά φαγιά που εμπρός τους είχαν.
Και αφού εφάγαν κι έπιαν όσο ήθελε η ψυχή τους
Ο Πρίαμος εθαύμαζεν εκεί του Αχιλλέα
Την πλάση και τ’ ανάστημα που ωσάν θεού φαντάζαν.
(Ομήρου Ιλιάδα, Ω, στίχ. 626-631. Μετάφραση Ι. Πολυλά)
Οπως και σήμερα, η παράθεση ενός δείπνου δηλώνει τις καλές προθέσεις του οικοδεσπότη, αποτελεί στοιχείο σύσφιγξης σχέσεων και εντέλει στοιχείο πολιτισμού. Το καλό φαγητό μαζί με το κρασί «ευφραίνει τις καρδιές», τις γαληνεύει· και η γαλήνη της καρδιάς δε μπορεί παρά να οδηγήσει και στη γαλήνη του νου που θα γεννήσει σκέψεις καλές και θετικές.
Μαρία Θερμού
Στα Μαγειρεία των Αρχαίων
Εκδ. Ολκός, 2017, σελ. 208
Τιμή: 16 ευρώ