Θα θυμάστε ότι πριν από τρεις μήνες ο Διονύσης Τσακνής παραιτήθηκε από τη θέση του προέδρου της ΕΡΤ. Οχι για λόγους δεοντολογικούς –καταγγέλλοντας, για παράδειγμα, έστω και εμμέσως, την κυβερνητική προπαγάνδα ή τις αθρόες προσλήψεις –αλλά επειδή δεν τα βρήκαν με το νέο διοικητικό συμβούλιο στη μοιρασιά των καθηκόντων. Ετσι λοιπόν ξαναγύρισε στις μουσικές σκηνές και ήδη διαφημίζονται οι εμφανίσεις του υπό τον σιβυλλικό τίτλο «Γυρίζω τις πλάτες μου» εξαργυρώνοντας, για άλλη μία φορά, τη μεγαλύτερη επιτυχία του. Βέβαια φαντάζομαι ότι ο υπαινιγμός δεν αφορά το μέλλον του (όπως λέει ο στίχος του) αλλά το πρόσφατο παρελθόν του, αφού έφυγε χολωμένος από την ΕΡΤ, όπως έκανε σαφές και στην επιστολή της παραίτησής του.
Αναρωτιέμαι τι είναι που κάνει καταξιωμένους καλλιτέχνες να δέχονται να διορισθούν σε κυβερνητικά πόστα (η εκλογή, όσο να ‘ναι, επιβεβαιώνει τη σχέση με το κοινό τους). Από ματαιοδοξία, από παραγοντισμό, από εγωκεντρισμό ή από ρομαντισμό, ο Τσακνής λοξοδρόμησε από μια δουλειά που ξέρει να κάνει για να αναλάβει μία θέση που μόνο να τον εκθέσει μπορούσε; Οπως και έγινε, αφού ό,τι περισσότερο θυμόμαστε από τη θητεία του είναι το επιθεωρησιακό μνημείο πεσόντων και το ξεκατινίασμα με τη Ραχήλ Μακρή μπροστά στις κάμερες. Τι είναι αυτό που έκανε τη Λυδία Κονιόρδου να γίνει, από κορυφαία δραματική ηθοποιός, εξίσου κορυφαία κωμική υπουργός. Υποπτεύομαι ότι, παγιδευμένοι στην ανασφάλεια του καλλιτέχνη, δεν αντιλαμβάνονται ότι η εξουσία της τέχνης τους είναι πολύ πιο δυνατή και όχι πεπερασμένη όπως είναι αυτή που τους εξασφαλίζει προσωρινά ένας κυβερνητικός διορισμός. Μεγάλα παιδιά όμως είναι, δεν θα τους λυπηθώ.