Με τα μάτια στραμμένα στην αγορά της Κίνας είναι πλέον για τα καλά αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες. Παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζει η συγκεκριμένη αγορά, τις ιδιαιτερότητες αλλά και την απόσταση από τη χώρα μας, επιχειρήσεις από όλους τους κλάδους της οικονομίας βολιδοσκοπούν τις δυνατότητες αξιοποίησης της συγκεκριμένης αγοράς. Πιο πρόσφατο παράδειγμα του ελληνικού ενδιαφέροντος για την κινεζική αγορά δεν είναι άλλο από αυτό της εταιρείας καλλυντικών Κορρές. Η συμφωνία την οποία ανακοίνωσε πριν από τη δύση του 2017 και αφορά την είσοδο στο μετοχικό της κεφάλαιο –ενός ακόμα στρατηγικού επενδυτικού κεφαλαίου της Morgan Stanley, μέσω του υπό διαχείριση επενδυτικού κεφαλαίου North Haven Private Equity Asia IV, LP καθώς και της Profex Inc., εταιρείας διανομής δερμοκαλλυντικών προϊόντων στην Κίνα –σηματοδοτεί τις εξελίξεις.

ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΝ ΤΑ ΚΡΑΣΙΑ. Ωστόσο, η στροφή της Κορρές προς την Ασία δεν είναι η μοναδική. Ενας κλάδος ο οποίος από πολύ νωρίς είχε δει τις ευκαιρίες στη συγκεκριμένη αγορά είναι αυτός των κρασιών, καθώς –όπως σημειώνουν αρκετοί οινοποιοί που διερευνούν τη συγκεκριμένη αγορά –υπάρχει ενδιαφέρον για ποιοτικό κρασί από τους κινέζους καταναλωτές με υψηλά εισοδήματα. Στην ανάγκη αυτή επενδύουν έλληνες επιχειρηματίες του κλάδου, ανάμεσά τους εταιρείες όπως η Μπουτάρης, η Κυρ-Γιάννης και η Τσέλεπος. Ηδη στο τριετές επενδυτικό πλάνο ύψους 2,5 εκατ. ευρώ που έχει σχεδιάσει η Τσέλεπος Οινοποιητική το μεγαλύτερο μέρος των προς επένδυση κεφαλαίων 1,6 εκατ. ευρώ θα κατευθυνθούν για τη δημιουργία οινοτουριστικής μονάδας και νέου βιοκλιματικού οινοποιείου στη Νεμέα, του οποίου η παραγωγή θα διοχετεύεται αποκλειστικά στην αγορά της Κίνας.

Από το 2014 οι εταιρείες Μπουτάρη Οινοποιητική και Κυρ-Γιάννης, σε συνεργασία με την εταιρεία του Μιχάλη Μπουτάρη, Boutari (Shanghai) Wine Co. Ltd., που εδρεύει στην Κίνα, υπέγραψαν με την Cofco Wines & Spirits Co Ltd, για την ανάπτυξη των εξαγωγών ελληνικού οίνου στην Κίνα. Η εταιρεία Κυρ-Γιάννης, έχοντας ερευνήσει την αγορά της Κίνας εδώ και χρόνια, επέλεξε να κάνει ένα ακόμα βήμα δημιουργώντας αμπελώνες και στην Κίνα.

ΟΙ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΟΙ. Για τις μεγάλες επιχειρήσεις η επέκταση, αν και γίνεται με προσεκτικά βήματα, είναι ευκολότερη, για τους μικρομεσαίους έλληνες επιχειρηματίες όμως η αγορά της Κίνας παραμένει σε μεγάλο ποσοστό αχαρτογράφητη, αν και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα με επιχειρηματικές αποστολές που διοργανώνονται αλλά και με την επαφή που πραγματοποίησε το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών με την Alibaba.

Οπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς, στην προσέγγιση κάθε νέας αγοράς –και στην κινεζική –η εξασφάλιση ενός αξιόπιστου δικτύου διανομής είναι το κλειδί. Μάλιστα για ορισμένα ελληνικά προϊόντα ιδιαίτερα δυναμικά στις εξαγωγές, όπως το ελαιόλαδο, απαιτείται «εκπαίδευση» των κινέζων καταναλωτών ,ενώ για άλλα όπως το κρασί, τα φρούτα, το μελί, υπάρχει έντονος ανταγωνισμός από άλλες χώρες. Ωστόσο έχουν γίνει σημαντικά βήματα και προς αυτή την κατεύθυνση, όπως για παράδειγμα η δημιουργία του Ελληνικού Σπιτιού στη Σαγκάη, το οποίο θα εγκαινιαστεί στις 28 Απριλίου 2018 παρουσία του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας και αποτελεί έναν χώρο μέσω του οποίου θα προάγονται ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική γαστρονομία.

Αυξάνονται οι εξαγωγές

Ιδιαίτερα αισιόδοξο είναι, πάντως, ότι παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν στη μακρινή αγορά της Κίνας οι ελληνικές εξαγωγές σημειώνουν αύξηση. Το 2016 αύξηση 19,95% σημείωσε η αξία των ελληνικών προϊόντων που εξήχθησαν στην Κίνα, φτάνοντας τα 328,11 εκατ. ευρώ. Πρώτα στη λίστα είναι οι πρώτες ύλες, τα καύσιμα, τα παράγωγα του πετρελαίου και τα βιομηχανικά προϊόντα. Ωστόσο, τα νούμερα είναι ακόμα μικρά αν αναλογιστούμε το μέγεθος της κινεζικής οικονομίας. Τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα αντιστοιχούν μόλις στο 4,14% των εξαγωγών προς τη συγκεκριμένη ασιατική αγορά, ενώ το παρθένο ελαιόλαδο και τα φρέσκα φρούτα διατηρούν ποσοστά 1,16% και 0,88% αντίστοιχα.