Eνα από τα θέματα που κατά καιρούς δημιουργούν έριδες είναι οι διακριτοί ρόλοι Εκκλησίας και Κράτους, που λανθασμένα, κατά την άποψή μας και αυθαίρετα, αναφέρεται ως «διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους». Το σύνολο των σχετικών διατάξεων πρέπει να ξανασυζητηθεί.
Είναι αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός ότι η τεράστια πλειοψηφία του ελληνικού λαού αισθάνεται αλληλεγγύη προς την Εκκλησία, γιατί η Ορθοδοξία εκφράζει μία σταθερή πλευρά της πολιτιστικής και ιστορικής μας ταυτότητας. Πολλοί έλληνες πολίτες δεν είναι θρησκευόμενοι, γιατί δεν έχουν μεταφυσικές ανησυχίες και αγωνίες αλλά είναι ορθόδοξοι με την έννοια ότι η εκκλησιαστική παράδοση συγκροτεί ένα από τα θεμέλια της προσωπικότητάς τους.
Υπάρχουν καταρχήν διατάξεις που πρέπει να πάψουν να αναφέρονται σε συνταγματικό κείμενο και να έχουν την ανάλογη προστασία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Αρθρο 3, Παράγραφος 3 του Συντάγματος, που απαγορεύει τη μετάφραση της Αγίας Γραφής χωρίς την άδεια της εκκλησιαστικής ιεραρχίας.
Ενα άλλο σοβαρό ζήτημα είναι η μισθοδοσία των υπαλλήλων της Εκκλησίας και δη των ιερέων από το Κράτος. Ο νυν Αρχιεπίσκοπος το ανασύρει κάθε τόσο ως επιχείρημα και λέει «ας μου δώσει το Κράτος όλα τα ακίνητα που έχει κατάσχει ή απαλλοτριώσει και εγώ αναλαμβάνω τη μισθοδοσία των ιερέων και το σύνολο των δαπανών της Εκκλησίας». Ας δούμε επιτέλους για τι ποσά πρόκειται. Ας διεκδικήσει η Εκκλησία από το Κράτος όλα τα ακίνητα που νομίζει ότι της ανήκουν. Ας μετρηθούν αυστηρά και αντικειμενικά οι δαπάνες της Εκκλησίας και ας προβλεφθεί μηχανισμός ελέγχου. Και τότε θα μπορούμε να συγκρίνουμε τα αποτελέσματα και να περικόψουμε ό,τι εξέχει ή να επιδοτήσουμε ό,τι είναι απαραίτητο να επιδοτηθεί από τον προϋπολογισμό.
Η Ελλάδα είναι λαϊκό κράτος. Χρειάστηκαν κάπου τέσσερις αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας για να αποτινάξουν τις προλήψεις οι πρωτοπόροι αγωνιστές του ’21 και να υιοθετήσουν τα διδάγματα της Γαλλικής Επανάστασης. Αντίθετα όμως με ό,τι συνέβη στη Δύση, η Εκκλησία δεν ήρθε ποτέ σε σύγκρουση με την οικοδόμηση του εθνικού συναισθήματος. Βοήθησε και πρωτοστάτησε στη διαμόρφωση του σύγχρονου Ελληνισμού. Αυτή η ιδιαιτερότητα, που υπάρχει και σε άλλες χώρες (η σχέση Ιρλανδίας και Καθολικής Εκκλησίας είναι χαρακτηριστική), δεν μπορεί να μας αφήσει αδιάφορους. Πολλές τυπικότητες και τσιριμόνιες, που προσβάλλουν και τους θεσμούς και την ποιμαντική αποστολή της Εκκλησίας, πρέπει να καταργηθούν. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει ούτε από την πλειοψηφία του λαού, ούτε από την αποφασιστικότητα της εκτελεστικής εξουσίας. Χρειάζεται κοινή συναίνεση, διάλογος και πειστικά επιχειρήματα. Και αν ποτέ γίνει η αναθεώρηση του Συντάγματος, η προετοιμασία για την αναθεώρηση του Αρθρου 3 πρέπει να αρχίσει πολύ χρόνο πριν. Οσο για το οικονομικό ζήτημα, τα νταηλίκια εκατέρωθεν καλό είναι να περιττεύουν. Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.
Οι Γερμανοί, που διέπονται από πλήθος θρησκευμάτων και έχουν μεγάλη κοινότητα αγνωστικών, σκεπτικιστών και αθέων έχουν βρει ένα σύστημα καταβολής ισότιμης ενός χρέους αλληλεγγύης, που είναι στην πραγματικότητα το ίδιο ποσοστό για όλους επί του καταβληθέντος φόρου. Και οι Εκκλησίες ευημερούν και οι μηχανισμοί αλληλεγγύης του Κράτους ή των Ομόσπονδων Κρατιδίων είναι πανίσχυροι και οι πολίτες δεν έχουν την αίσθηση ότι αδικούνται. Ας κάνουμε και εμείς κάτι ανάλογο. Ας αντιγράψουμε επιτέλους τους Γερμανούς σε κάτι. Δεν μπορεί σε όλα να είμαστε εμείς οι έξυπνοι και χρεοκοπημένοι και αυτοί οι βλάκες να προοδεύουν ακάθεκτοι.