Μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα και τις συνεπακόλουθες «προγραφές» εναντίον των «εχθρών του καθεστώτος», οι σχέσεις της γείτονος με το ΝΑΤΟ διέρχονται μια βαθύτατη κρίση. Πού οφείλεται η κρίση αυτή; Πού θα οδηγήσει ενδεχομένως;
Καταρχάς, η αυταρχικοποίηση του προσωποπαγούς καθεστώτος του Ερντογάν δημιουργεί σοβαρές τριβές μεταξύ της Τουρκίας και των συμμαχικών φιλελεύθερων Δημοκρατιών της Δύσης. Οι δικαστικές διώξεις του Ερντογάν εναντίον των αντιφρονούντων πάσης φύσεως πυροδοτούν τις διαμαρτυρίες των εν λόγω κυβερνήσεων για την παρακμή της δημοκρατίας στην Τουρκία. Το «κυνήγι μαγισσών» έχει ωθήσει χιλιάδες τούρκους πολίτες είτε να αιτηθούν την απονομή πολιτικού ασύλου (εάν διέμεναν ήδη στο εξωτερικό) είτε να επιχειρήσουν να διαφύγουν στη Δύση. Ο Ερντογάν δεν διστάζει να επέμβει ωμά στις εσωτερικές υποθέσεις συμμαχικών χωρών (π.χ. Γερμανία και Ελλάδα) ώστε να επιτύχει την έκδοση των αντικαθεστωτικών στην Τουρκία.
Κατά δεύτερον, η «ευρασιατική» στροφή της Τουρκίας των τελευταίων μηνών προκαλεί μια εύλογη ανησυχία στο ΝΑΤΟ. Οπως υπογραμμίζουν πρόσφατα περιστατικά, η Τουρκία συσφίγγει τους δεσμούς της με τους ιστορικούς αντιπάλους Ιράν και Ρωσία και οξύνει τις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ –τη συμμαχία που την υποστήριξε στις κρίσεις με τον Ασαντ και τον Πούτιν το 2012 και το 2015 αντιστοίχως. Τα «καψώνια» για τη χρήση της αεροπορικής βάσης Ιντζιρλίκ στον διεθνή αγώνα εναντίον του ISIS και το «σαμποτάζ» στη δράση των συμμαχικών δυνάμεων στη Βόρεια Συρία ώθησαν τη Γερμανία να αποσύρει τις δυνάμεις της και αξιωματούχους των ΗΠΑ να αρθρογραφούν υπέρ μιας παρόμοιας μεταφοράς των δυνάμεών τους (των πυρηνικών όπλων πρωτίστως) εκτός Ιντζιρλίκ. Ανήκει πια η Τουρκία στο ΝΑΤΟ;
Αληθεύει πως η Τουρκία δρα αντισυμμαχικά πια· δεν αληθεύει, όμως, πως η Αγκυρα θα αποχωρήσει οικειοθελώς από το ΝΑΤΟ χάριν του Συμφώνου της Σαγκάης ή της Ευρασιατικής Ενωσης –τουλάχιστον προσώρας. Παρά τους λεονταρισμούς, η Αγκυρα αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει ισχυρότερη συμμαχία ανά την υφήλιο από το ΝΑΤΟ. Δίχως την υποστήριξη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, η Τουρκία θα βρισκόταν στο έλεος των αναθεωρητικών δυνάμεων όπως η Ρωσία ή το Ιράν. Αλλωστε, η Τουρκία προσέτρεχε στο ΝΑΤΟ προς υπεράσπισή της κατά τις παρελθούσες κρίσεις.
Εν ολίγοις, η Τουρκία «εκβιάζει» τη Δύση με την παραπάνω τακτική να πάψει να υποστηρίζει τους Κούρδους της Συρίας και να συνδράμει στις διακρατικές διώξεις εναντίον του Κινήματος Γκιουλέν. Ο Ερντογάν εφαρμόζει την ίδια πετυχημένη «συνταγή» των προκατόχων του στον Ψυχρό Πόλεμο που είχε εξασφαλίσει ιδιότυπη «ασυλία» στην Αγκυρα. Η Τουρκία παραμένει ένα κρίσιμο μέγεθος στο ΝΑΤΟ και, ως εκ τούτου, οι Βρυξέλλες προτιμούν να συνεργάζονται μαζί της. Τα «ανατολίτικα παζάρια» της Αγκυρας, όμως, προσκρούουν σε δύο πραγματικότητες: πρώτον, υπάρχουν στην περιοχή πρόθυμοι σύμμαχοι και, δεύτερον, η διεθνής εικόνα της Τουρκίας ως η κοσμική δημοκρατία της Μέσης Ανατολής έχει υποστεί ισχυρότατο πλήγμα.
Δεν πρέπει, όμως, να αποκλείεται το ενδεχόμενο ενός ατυχήματος. Η «ευρασιατική» ιδεολογία, όπως επίσης η συνωμοσιολογία περί της διαρκούς υπονόμευσης της Τουρκίας εκ μέρους της Δύσης, βρήκαν ευήκοα ώτα στη νυν ηγεσία του στρατού και τους συμβούλους του Ερντογάν. Μια αρνητική εξέλιξη στο κουρδικό ζήτημα ή ένα πραξικόπημα ίσως εξωθήσουν τον Ερντογάν στα άκρα. Ανέκαθεν ο Ερντογάν ήταν ένας «ριψοκίνδυνος παίκτης»· την επαύριον του πραξικοπήματος, όμως, υποφέρει εμφανώς από ένα σύνδρομο «καταδίωξης» και δεν αποκλείεται μια τυχοδιωκτική κίνηση –όπως μια απόσυρση από το στρατιωτικό σκέλος της συμμαχίας (όπως η Ελλάδα το 1974) σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Πάντως, προς το παρόν, ο Ερντογάν δοκιμάζει τα όρια της αντοχής της Γερμανίας και της Αμερικής.
Ο Σπυρίδων Πλακούδας είναι επίκουρος καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο American University in the Emirates και αντιπρόεδρος ΚΕΔΙΣΑ