Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν τάχθηκε την Τετάρτη υπέρ της συνέχισης «διαρκούς διαλόγου» με την Τεχεράνη, εκτιμώντας πως οι χώρες οι οποίες καταγγέλλουν συνεχώς τη διεθνή συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Ισλαμικής Δημοκρατίας – οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία – έχουν πάρει τον δρόμο που «μας οδηγεί στον πόλεμο με το Ιράν».
Διαβεβαιώνοντας πως σκοπεύει να επισκεφθεί την Τεχεράνη, παρά την ακύρωση της προπαρασκευαστικής επίσκεψης που θα έκανε την Παρασκευή ο υπουργός του των Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λεντριάν, ο αρχηγός του γαλλικού κράτους εξήγησε πως θεωρεί μεν πως είναι απαραίτητο να «αυξηθεί η διεθνής πίεση στο Ιράν», όμως δεν πρέπει επ’ ουδενί να «διακοπούν οι σχέσεις».
Καθώς σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος «να ανοικοδομηθεί (…) ο “άξονας του κακού”», έκρινε ο Εμανουέλ Μακρόν, παραπέμποντας σε δήλωση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Ου. Μπους για το Ιράν, το Ιράκ, τη Βόρεια Κορέα κι άλλα κράτη.
«Εσκεμμένη στρατηγική ορισμένων»
«Ο επίσημος λόγος που εκφέρουν οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, σύμμαχοί μας από πολλές απόψεις (…), είναι λόγος που θα μας οδηγήσει στον πόλεμο με το Ιράν», επέμεινε ο Μακρόν, που μίλησε για «εσκεμμένη στρατηγική ορισμένων». Κατά συνέπεια, συμπλήρωσε, «είναι πολύ σημαντικό εμείς να διατηρήσουμε ισορροπίες».
«Χρειάζεται περιφερειακή στρατηγική για να περιοριστούν οι ιρανικές ενέργειες» στην περιοχή, ανέφερε ο Μακρόν, αλλά «αν διακόψουμε κάθε συζήτηση», ο κόσμος θα οδηγηθεί σε «σύγκρουση ακραίας βαρβαρότητας», τόνισε.
Προϋπόθεση για την επίσκεψη του Εμανουέλ Μακρόν στην Τεχεράνη είναι η «επάνοδος στην ηρεμία» και ο «σεβασμός των ελευθεριών», πάντως «τίποτε δεν μπορεί να προβλεφθεί» με δεδομένη τη σημερινή κατάσταση, διευκρίνισε.
Το καθεστώς του Ιράν, που ανακήρυξε την Τετάρτη το τέλος μιας «ανταρσίας», είναι αντιμέτωπο από την περασμένη Πέμπτη με κύμα διαδηλώσεων και ταραχών κατά τη διάρκεια του οποίου έχουν χάσει τη ζωή τους τουλάχιστον 21 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους διαδηλωτές, κι έχουν γίνει εκατοντάδες συλλήψεις.
Πρόκειται για το πρώτο κίνημα αυτού του μεγέθους μετά το 2009, όταν η επανεκλογή του υπερσυντηρητικού Μαχμούντ Αχμαντινεζάντ στην προεδρία είχε προκαλέσει μαζικές διαδηλώσεις που κατεστάλησαν βίαια.