Το βιβλίο πέτυχε τον στόχο του. Εγινε ανάρπαστο, ο συγγραφέας του ακόμα πιο διάσημος και πλούσιος, οι πολίτες κατανάλωσαν πληροφορίες για προσωπικές στιγμές και σχέσεις, οι αναλυτές είδαν με τρόπο τις υπόνοιές τους να επαληθεύονται και αυτή τη στιγμή ο πλανήτης όλος αναρωτιέται: «Εχει ο Ντόναλντ Τραμπ σώας τα φρένας;».
Οι περιγραφές του Μάικλ Γουλφ στο βιβλίο του «Φωτιά και οργή: Μέσα στον Λευκό Οίκο του Τραμπ» είναι γαργαλιστικές. Οπως εκείνη που αναφέρει ποια ήταν η πρακτική του Τραμπ προ προεδρίας για να ρίξει στο κρεβάτι τις συζύγους φίλων του: «Πρώτα τις έπιανε και τις ρωτούσε φιλικά πώς πάνε τα πράγματα στο σπίτι. Και εάν διαπίστωνε κάποια δυσθυμία, προχωρούσε στο δεύτερο στάδιο. Καλούσε στο γραφείο του τον σύζυγο της γυναίκας, έβαζε ανοιχτή ακρόαση να ακούει και εκείνη από την άλλη πλευρά και τον ρωτούσε: “Τι γίνεται με τα ερωτικά σου; Εχεις κάποια φιλεναδίτσα; Κάνεις αρκετό σεξ;”. Επειτα από τα όσα άκουγε στο τηλέφωνο η απατηθείσα, συνήθως έπεφτε στην αγκαλιά του Τραμπ».
Ομως όση φαιά ουσία χρησιμοποιούσε ο μετέπειτα πρόεδρος για τις ερωτικές του περιπέτειες, δεν φαίνεται να χρησιμοποιεί τώρα στο Λευκό Οίκο. Ο Γουλφ, που είδε την πρώτη έκδοση του βιβλίου του να εξαφανίζεται από τα ράφια μέσα σε λίγες ώρες, κλήθηκε να δώσει διευκρινίσεις για τα όσα έγραψε, κάνοντας 200 συνεντεύξεις με ανθρώπους του προεδρικού περιβάλλοντος. Και επιμένει: «Οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου ανησυχούν για τις νοητικές του ικανότητες. Αναρωτιούνται εάν έχει μαθησιακές δυσκολίες, εάν έχει τη διαταραχή που προκαλεί πρόβλημα στην ικανότητα συγκέντρωσης ή ακόμα και εάν βρίσκεται σε αρχικό στάδιο άνοιας», δήλωσε ο Γουλφ σε χθεσινή του συνέντευξη. «Σχολιάζουν στους διαδρόμους πως ο πρόεδρος δεν μπορεί να παρακολουθήσει ούτε μια απλή παρουσίαση με σλάιντς και γραφήματα. Δεν μπορεί να διαβάσει ούτε μια σελίδα από κάποιο σημαντικό ντοκουμέντο. Στην αρχή νόμιζαν ότι αυτός ο τύπος είτε ήταν αναλφάβητος είτε με το ζόρι μπορούσε να συλλαβίσει». Ο Τραμπ πάντως συνεχίζει να επιτίθεται στον συγγραφέα και το βιβλίο και μάλιστα χθες επινόησε και νέα φράση: «Πλέον εκτός από τα fake news υπάρχουν και τα fake books». Μετά τις ψευδείς ειδήσεις και τα ψευδή βιβλία, υποστηρίζει.
Σε αυτά τα προβλήματα έρχεται να προστεθεί και ο αλαζονικός χαρακτήρας του Τραμπ –που θα άγγιζε τα όρια του κωμικού εάν δεν είχε το χέρι του δίπλα από το κουμπί με τα πυρηνικά όπλα. Με αλλεπάλληλα tweets το πρωί του Σαββάτου αυτοχαρακτηρίσθηκε «σταθερός διανοητικά και ιδιοφυής», επικαλούμενος την καριέρα του στις επιχειρήσεις και στα τηλεοπτικά ριάλιτι. Επιτέθηκε μάλιστα στον Γουλφ αποκαλώντας τον «απατεώνα». Η αλήθεια είναι πως ο δημοσιογράφος του «Vanity Fair» δεν έχει την καλύτερη φήμη –πληροφορίες λένε ότι κάποια στιγμή έστειλε το γιο του στο ίδιο σχολείο με τον γιο ενός ατόμου για τον οποίο έκανε έρευνα –όμως τα όσα γράφονται στο βιβλίο δεν προκαλούν τελικά έκπληξη. Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας Μπομπ Κόρκερ είχε παρομοιάσει τον Λευκό Οίκο με «παιδικό σταθμό για ενηλίκους». Και πολλοί σπεύδουν να τονίσουν πως οι αποκαλύψεις του βιβλίου, ουσιαστικά επιβεβαιώνουν όσα ήδη είχαν γίνει γνωστά για τον Ντόναλντ Τραμπ.
Τα ερωτήματα για την ψυχική υγεία του προέδρου των ΗΠΑ βρίσκονται πλέον στα πρωτοσέλιδα όλων των ευρωπαϊκών εφημερίδων. Η γερμανική «Frankfurter Allgemeine Zeitung» υπό τη βινιέτα «Ψυχική Υγεία» αναρωτιέται στον τίτλο της: «Εχει ακόμα σώας τα φρένας ο Τραμπ;» Οι «Times» προβάλλουν το «Η ψυχική υγεία του Τραμπ τίθεται εν αμφιβόλω από στενό συνεργάτη του». Η γαλλική «Le Monde» κάνει λόγο για ένα βιβλίο που «στοιχειώνει τον Λευκό Οίκο». Το γεγονός είναι πλέον ότι στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, μεταξύ των οποίων και σε εκείνες των πιο στενών συμμάχων των ΗΠΑ, όπως η Βρετανία, η Γερμανία και η Γαλλία, εκφράζονται ανοιχτά φόβοι για το κατά πόσον ο Τραμπ είναι ικανός να εκτελέσει τα καθήκοντά του. «Σε πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η αίσθηση που επικρατεί είναι η αγωνία και ο φόβος πως ο Τραμπ δεν μπορεί να έχει ούτε έναν λογικό διάλογο», λέει στην «Washington Post» ο Στεφάν Μπίρλινγκ, καθηγητής διατλαντικών σχέσεων στη Γερμανία. «O Τραμπ πέτυχε να καταστρέψει κάθε εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων και να αμαυρώσει την εικόνα των ΗΠΑ».
Μέσα σε όλα αυτά, χθες το βράδυ ο πρώην συνεργάτης του Τραμπ Στιβ Μπάνον, οι δηλώσεις του οποίου στο βιβλίο προκάλεσαν σάλο, φαίνεται να υπαναχωρεί. Παρ’ ότι στο βιβλίο φέρεται να έχει δηλώσει «προδοτική» τη συνάντηση του υιού Τραμπ με Ρώσους στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, χθες χαρακτήρισε τον Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ «πατριώτη και καλό άνθρωπο» και τα όσα αναφέρει ο Γουλφ «ανακριβή».
Βραβεία εναντίον ΜΜΕ και δισ. για το τείχος με το Μεξικό
Τα δικά του βραβεία για τα «Πιο ανειλικρινή και διεφθαρμένα ΜΜΕ» θα απονείμει σήμερα το απόγευμα ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος συνεχίζει το προεδρικό σόου. Στα τέλη Δεκεμβρίου ο Τραμπ διοργάνωσε διαγωνισμό και ψηφοφορία στην ιστοσελίδα της προεκλογικής του εκστρατείας για τις εκλογές του 2020 προκειμένου «να στέψει τον βασιλιά των ψευδών ειδήσεων». Οι τρεις υποψήφιοι ήταν το CNN, το ABC και το περιοδικό «Time». Ετσι, σήμερα στις 5 το απόγευμα (ώρα Ουάσιγκτον) ο αμερικανός πρόεδρος αναμένεται να επιτεθεί εκ νέου σε όσα μέσα μαζικής ενημέρωσης τού ασκούν κριτική, δίνοντας άλλη μια παράσταση στην οποία ο ίδιος είναι το θύμα και όλοι οι άλλοι θύτες.
Την ίδια ώρα όμως που ο Ντόναλντ Τραμπ κατηγορεί για τα πάντα τους δημοσιογράφους φαίνεται να βάζει στο δρόμο της υλοποίησης μια από τις βασικές προεκλογικές του υποσχέσεις. Η κυβέρνηση ζήτησε 18 δισεκατομμύρια δολάρια από το Κογκρέσο για την επόμενη δεκαετία προκειμένου να ξεκινήσει η ενίσχυση και επέκταση του τείχους στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό. Το προσχέδιο αφορά την χρηματοδότηση για την κατασκευή νέων φραγμάτων μήκους 316 μιλίων και για την ενίσχυση εκείνων που ήδη υπάρχουν σε μήκος 407 μιλίων. Οι λεπτομέρειες κατατέθηκαν από την υπηρεσία προστασίας των συνόρων στο Κογκρέσο όπου αναμένεται μάχη μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών. Προεκλογικά ο Τραμπ είχε υποσχεθεί την ανέγερση ενός «μεγάλου και όμορφου τείχους» κατά μήκος της μεθορίου 2.000 μιλίων με το Μεξικό. Η πρόταση της αμερικανικής διοίκησης, που πρώτη δημοσίευσε η «Wall Street Journal», θα επεκτείνει τα τεχνητά εμπόδια στα μισά σύνορα, έως το 2027.