Ο ένας είναι εθνικιστής και φαίνεται. Αλλά ο άλλος; Τι σχέση έχει ο Αλέξης Τσίπρας με τα θολά νερά όπου τσαλαβουτά ο Πάνος Καμμένος; Είναι οι δυο τους σαν τα ζευγάρια που από τη συμβίωση, τον συγχρωτισμό και τα χρόνια μοιάζουν όλο και περισσότερο; Μήπως απλώς αφέθηκε ο μικρός Αλέξης να τον πάρει από το χέρι ο Καμμένος και να του δείξει πώς γίνεται η δουλειά, όπως ήθελε εκείνο το προεκλογικό σποτάκι των ΑΝΕΛ; Ή τον οδήγησαν στο Φαρμακονήσι τα δικά του βήματα, η δική του σχέση με το εμπόριο του πατριωτισμού;
Για κάποιον που στο αντιμνημονιακό του ρεπερτόριο είχε εντάξει από το βήμα της Βουλής τη φράση «κάποιοι σε αυτήν την αίθουσα δεν είναι και πολύ Ελληνες», η προφανής απάντηση θα ήταν η τελευταία. Αλλά για κάποιον που έχει γίνει σχεδόν τα πάντα ώστε να μην είναι τίποτε ακριβώς, τίποτε δεν είναι και προφανές. Η πολιτική ταυτότητα του Τσίπρα ορίζεται κυρίως από τη συγκυρία, δεν είναι ακριβώς εθνικιστής, αλλά αλίμονο εάν ήταν έτσι οι διεθνιστές. Το ιδεολογικό του κέλυφος δεν είχε τη στιβαρότητα που διαφήμιζε ο ίδιος ως ριζοσπάστης αριστερός. Αποδείχθηκε διάτρητο, ένα κέλυφος γεμάτο τρύπες όπου μπορούν να χωρέσουν τα πάντα.
Αν η Μπέττυ Μπαζιάνα έδωσε μια τόσο πολιτική συνέντευξη είναι και επειδή ο Τσίπρας δεν μπορεί πια να επιχρυσώσει τον πολιτικό του κυνισμό με τόσο αριστερό λυρισμό. Δεν μπορεί να πει ότι κλαίει κάθε 5η Ιουλίου, να καταγγείλει τη «φασιστική μπότα» των δανειστών. Μπορεί όμως να πηγαίνει πάντα στο Φαρμακονήσι. Για να μη χρειαστεί να πει μια μέρα η Μπαζιάνα ότι κοιμάται με τη Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα στο προσκέφαλό της.