Ο εθισμός στα βιντεοπαιχνίδια ακούγεται συχνά ως ένας αόρατος εχθρός, σχεδόν ανύπαρκτος. Οι ειδικοί εντούτοις προειδοποιούσαν σε κάθε ευκαιρία ότι το gaming θα αποτελέσει το επόμενο μεγάλο ζήτημα. Και δυστυχώς η ημέρα αυτή έφτασε. Στις αρχές του χρόνου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έλαβε απόφαση ότι ο εθισμός στα ηλεκτρονικά παιχνίδια εντάσσεται επισήμως στη λίστα των ψυχικών νόσων. Στην αναθεωρημένη έκδοση των διαταραχών που θα δημοσιοποιηθεί εντός του έτους θα συμπεριλαμβάνεται η νόσος με την ονομασία «gaming disorder» (διαταραχή βιντεοπαιχνιδιών).
Σημειώνεται ότι το εγχειρίδιο αυτό –«Διεθνής Στατιστική Ταξινόμηση των Νόσων και των Σχετικών Προβλημάτων Υγείας», ICD· την προηγούμενη φορά που είχε αναθεωρηθεί ήταν το 1992 –αποτελεί οδηγό για τους γιατρούς και τους ερευνητές σχετικά με την ανίχνευση και τη διάγνωση των ασθενειών. Στο προσχέδιο του 11ουICD, η διαταραχή βιντεοπαιχνιδιών περιγράφεται ως «επίμονη ή υποτροπιάζουσα συμπεριφορά τόσο σοβαρή ώστε να αποκτά προτεραιότητα έναντι των λοιπών ενδιαφερόντων της ζωής».
Τα ανησυχητικά συμπτώματα
Οπως υπογραμμίζεται στο προσχέδιο του 11ουICD, η διάγνωση της διαταραχής βιντεοπαιχνιδιών πρέπει να γίνεται από τους γιατρούς εφόσον τα συμπτώματα επιμένουν επί τουλάχιστον ένα έτος. Βέβαια, εάν διαπιστώνεται σοβαρή διαταραχή τότε το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να ορισθεί η διάγνωση είναι μικρότερο. Σε κάθε περίπτωση οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι ύποπτες ενδείξεις είναι οι εξής:
n Προβληματική ενασχόληση με τα βιντεοπαιχνίδια. Κριτήρια αποτελούν η συχνότητα, η ένταση και η διάρκεια.
n Διαρκώς αυξανόμενη προτεραιότητα στο παιχνίδι έναντι των άλλων δραστηριοτήτων και υποχρεώσεων.
n Συνέχιση ή ακόμη και αύξηση της ενασχόλησης μετα βιντεοπαιχνίδια παρά τις αρνητικές συνέπειες.
Οι οδηγίες της Αμερικανικής Παιδιατρικής Εταιρείας
Τελικά πόσο χρόνο πρέπει να περνούν τα παιδιά μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή, του κινητού ή της τηλεόρασης; Οι παιδίατροι προσπαθούν να δώσουν μια απάντηση στους γονείς καθιερώνοντας οδηγίες προσαρμοσμένες στην εποχή των νέων τεχνολογιών
– Η χρήση οθονών πρέπει να αποφεύγεται στα παιδιά κάτω των 18 μηνών, μόνη εξαίρεση η επικοινωνία μέσω βιντεοκλήσης.
– Για τα παιδιά από 18 μηνών έως 2 ετών, η Ακαδημία αναφέρει ότι αν οι γονείς αποφασίσουν να παραχωρήσουν στα παιδιά τους πρόσβαση στα ψηφιακά μέσα καλό είναι να επιλέξουν ποιοτικά προγράμματα (π.χ. εκπαιδευτικού περιεχομένου). Είναι σημαντικό να τα παρακολουθούν μαζί με τα παιδιά τους ώστε να τα βοηθήσουν να κατανοήσουν τι ακριβώς βλέπουν.
– Για τα παιδιά 2 έως 5 ετών συνιστάται έως μία ώρα μπροστά στην οθόνη την ημέρα. Και στην περίπτωση αυτή προτείνεται επίβλεψη των παιδιών κατά τη χρήση των ηλεκτρονικών συσκευών.
– Για τα παιδιά 6 ετών και άνω, οι γονείς πρέπει να θέσουν όρια για τον επιτρεπόμενο χρόνο χρήσης ηλεκτρονικών συσκευών μέσα στην ημέρα. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι τα παιδιά αυτής της ηλικίας να μην περνούν χρόνο μπροστά από την οθόνη εις βάρος άλλων σημαντικών για την υγεία τους δραστηριοτήτων, όπως η σωματική άσκηση και ο ύπνος.
Σημειώνεται πάντως, ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης τα παιδιά παρ’ όλο που καταναλώνουν πολύτιμο χρόνο μπροστά από την οθόνη «καταφέρνουν να συνυφαίνουν τις ψηφιακές ώρες ενασχόλησης με την πραγματική ζωή».
Ειδικότερα, η ίδια έρευνα καταλήγει ότι οι νέοι στη συντριπτική τους πλειονότητα χρησιμοποιούν τις τεχνολογίες για να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους και να ενισχύσουν τις επιδόσεις τους –π.χ. τις σχολικές.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι γονείς, καταλήγουν οι ειδικοί, θα πρέπει να παίξουν ρόλο μέντορα μαθαίνοντας στα παιδιά τους από νωρίς να χρησιμοποιούν τις ηλεκτρονικές συσκευές για να ενημερωθούν, να επικοινωνήσουν και να δημιουργήσουν.