Τα ζητήματα της οικολογίας, ιδίως σήμερα με τη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή και την υπερθέρμανση του πλανήτη, είναι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Ο Ηλίας Ευθυμιόπουλος, πρωτοπόρος στην εισαγωγή στον ελληνικό δημόσιο διάλογο των ζητημάτων αυτών, συνιδρυτής του περιοδικού «Νέα Οικολογία» και πρώτος διευθυντής της Greenpeace στην Ελλάδα, έγραψε πρόσφατα ένα πολύ πυκνό –πλην εύληπτο –βιβλίο που θέτει σε συζήτηση, και στην Ελλάδα, όλα τα ζητήματα αιχμής που αφορούν την οικολογία σήμερα και συζητιούνται διεθνώς.
Οντως, μετά την πρωτοφανή συμφωνία ήρθε το ρεύμα της αμφισβήτησης. Τα αντεπιχειρήματα θέτουν εν αμφιβόλω την εγκυρότητα των επιστημονικών προσεγγίσεων και εκπέμπουν ευθείες βολές εναντίον της γραφειοκρατίας που έχει αναλάβει να διαχειριστεί τα πολύπλοκα ζητήματα της εφαρμογής των Συνθηκών σε τοπικό και διεθνές επίπεδο. Οι θεωρίες συνωμοσίας ακολουθούν. Η υπόθεση της κλιματικής αλλαγής είναι μια «εφεύρεση της Κίνας», λέει λ.χ. ο Τραμπ, «για να πληγεί η οικονομία των ΗΠΑ». Πρόκειται σίγουρα για παράδοξο: Πώς μέσα απ’ τη συναίνεση (που είναι η ουσία της δημοκρατίας) και την πρωτοφανή επιτυχία που γνώρισε αυτή η προσπάθεια (εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων) γεννιέται ο επιστημονικός λικβινταρισμός;
Να υποθέσουμε ότι ούτε η εξέλιξη του ανθρώπου υπακούει σε έναν βιολογικό ντετερμινισμό; Με άλλα λόγια, η εξέλιξη των ειδών έχει μέσα της ή όχι το σπέρμα της (αυτο)καταστροφής;
Και ναι και όχι. Να σημειώσουμε ότι η πανίδα του Καμβρίου, πριν από 540-500 εκατομμύρια χρόνια, δεν άφησε πολλούς απογόνους. Ανάμεσα στα φύλα που επέζησαν ήταν τα Χορδωτά (Chordata), στα οποία ανήκουν τα θηλαστικά και ο άνθρωπος. Ομως τι θα συνέβαινε, διερωτάται ο βιολόγος Στίβεν Γκουλντ, αν η ταινία ξαναπαιζόταν; Και ιδού, η απάντηση είναι ότι ο σημερινός ζωικός κόσμος θα ήταν διαφορετικός, ίσως μάλιστα εντελώς διαφορετικός. Η ταχεία διαφοροποίηση των ζωικών οργανισμών κατά τη διάρκεια του Καμβρίου (καθώς και σε μετέπειτα περιόδους), σε συνδυασμό με τις φαινομενικά τυχαίες εξαφανίσεις, άφησε ομάδες οργανισμών που επέζησαν περισσότερο από τύχη παρά χάρη σε κάποια μορφή προκαθορισμού. Οπωσδήποτε, παράγοντες όπως η προσαρμοστικότητα και η ανθεκτικότητα σε ένα ευρύ φάσμα συνθηκών του περιβάλλοντος θα πρέπει να βοήθησαν, αλλά αν η όλη διαδικασία ξανάρχιζε, θα ήταν απίθανο να επιβίωναν οι ίδιες ομάδες. Μολονότι φιλοσοφικά δυσάρεστη, μεγάλη πιθανότητα να μην εμφανιστεί ουδέποτε ο Homo sapiens θα ήταν αναπόφευκτη.
Δηλαδή με μια έννοια αναθεωρούμε τον κλασικό δαρβινισμό. Αναρωτιέμαι βέβαια μήπως το «τυχαίο» είναι αυτό που απλούστατα δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε.
Πράγματι, η φύση δεν είναι μόνο χαοτική, αλλά και δυσανάγνωστη. Γι’ αυτό και χρειαζόμαστε νέα εργαλεία (που προκύπτουν απ’ την ανάγκη), όπως π.χ. η ανακάλυψη του γονιδιώματος. Ηταν μια ευκαιρία να εξελιχθεί και ο δαρβινισμός. Αυτό που λέει ο Ντόουκινς στο βιβλίο που τον έκανε διάσημο, «Το εγωιστικό γονίδιο» (1970, ελληνική έκδοση Κάτοπτρο, 2008), είναι ότι τελικά στη φύση ο αλτρουισμός δεν είναι η καλύτερη συνταγή για την επιβίωση. Εξέφρασε λοιπόν με τον τρόπο του τις καινούργιες αρχές του υπερδαρβινισμού: η φυσική επιλογή δεν είχε αποτέλεσμα να διαλέγει τα άτομα, αλλά τα γονίδια. Δηλαδή, ο αγώνας για την επιβίωση δεν γίνεται ανάμεσα στα άτομα, αλλά είναι τα γονίδια εκείνα που αγωνίζονται να διαδοθούν μέσω των οργανισμών που τα φιλοξενούν. Μας έχουν δημιουργήσει, σώματι και πνεύματι, και η προφύλαξή τους είναι ο έσχατος λόγος της ύπαρξής μας. Είμαστε οι μηχανές τους για τη δική τους επιβίωση.
Δεν είναι βέβαια η μόνη απόπειρα αναθεώρησης…
Ναι, την ίδια χρονιά με τον Ντόουκινς, ένας άλλος εξελικτικός βιολόγος, ο Λι Βαν Βάλεν, βάζει τη δική του σφραγίδα στη συζήτηση γύρω από τη μάχη για την επιβίωση. Ο χρήσιμος όρος στην περίπτωση αυτή είναι η συνεξέλιξη. Κατ’ αυτήν, η γενετική ποικιλότητα των ειδών θα πρέπει συνεχώς να ανανεώνεται χωρίς να υπάρχει κάποιο όριο στη διαρκή προσαρμογή, χωρίς δηλαδή η κατάσταση να καταλήγει σε μια σταθερή ισορροπία. Το ερέθισμα ο Βαν Βάλεν το πήρε από τη λογοτεχνία (συμβαίνει συχνά αυτό στον επιστημονικό κόσμο), και συγκεκριμένα από το βιβλίο του Λιούις Κάρολ «Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων»: η Αλίκη και η Κόκκινη Βασίλισσα τρέχουν σε ένα περιβάλλον που επίσης κινείται, απλώς και μόνο για να παραμείνουν στην ίδια θέση. Είναι σαν να βρίσκονται συνεχώς μερικά βήματα πίσω από ένα τοπίο που προσπαθούν να προλάβουν. Αυτό συμβαίνει και με τα φυσικά είδη: είναι αναγκασμένα να τροποποιούνται συνεχώς προκειμένου να κρατηθούν στη ζωή, κι εκείνα που «αφήνουν το χέρι της Κόκκινης Βασίλισσας» θα μείνουν πίσω και θα χάσουν τη μάχη της επιβίωσης.
Το αντιλαμβάνομαι σαν την κούρσα των εξοπλισμών μεταφερμένη στο γενετικό επίπεδο. Αλλά γιατί άραγε πρέπει η Αλίκη να τρέχει διαρκώς, αντί να βρεθεί ένα είδος συμβιβασμού μεταξύ των ειδών ώστε να σταματήσουν αυτή την ξέφρενη και τρελή κούρσα του ανταγωνισμού με το τεράστιο κόστος;
Αυτό θα μπορούσε να γίνει, λέει ο Βαν Βάλεν, αν η εξέλιξη είχε έναν σκοπό. Ομως η θεωρία της Κόκκινης Βασίλισσας μας εξηγεί πως η φύση είναι αντιτελεολογική. Τα είδη δεν φτάνουν ποτέ σε ένα τελικό εξελικτικό στάδιο και δεν υπάρχει γι’ αυτά μια εξασφαλισμένη θέση στο βασίλειο των όντων. Ο διάβολος είναι πάντα οι άλλοι. Οπως και να ‘χει, όμως, ζούμε εν μέσω αυτής της δυσανάγνωστης φύσης και είμαστε υποχρεωμένοι να διαφυλάξουμε τα περιβαλλοντικά κεκτημένα αν πρόκειται να διατηρήσουμε τις δικές μας πιθανότητες επιβίωσης. Εδώ εντάσσεται η προβληματική για το φαινόμενο του θερμοκηπίου όπως και για πλήθος άλλων περιβαλλοντικών κεφαλαίων, αν φιλοδοξούμε να διαφυλάξουμε τα δικαιώματα των μελλουσών γενεών.
Ηλίας Ευθυμιόπουλος
Το δίλημμα της πεταλούδας
Oικολογική ερμηνευτική και περιβαλλοντικός σχετικισμός
Πρόλογος: Xρήστος Ζερεφός
Εκδ. Ακαδημία Αθηνών και Μαραγκοπούλειο Ιδρυμα, Αθήνα, 2017, σελ. 386.