Συχνά και στη ζωή και στη λογοτεχνία ταξιδεύοντας σε άγριους, όπως τώρα, καιρούς, άλλοτε σε καράβια που παλεύουν με θεόρατα κύματα και σκισμένα πανιά, άλλοτε, συχνότατα, ναυαγοί πάνω σε μια παπαδιαμαντική σκαμπαβία σε θάλασσες αχαρτογράφητες με τους καρχαρίες να γυροφέρνουν με δίψα για αίμα, διακρίνουμε στο βάθος του σκοτεινού ορίζοντα ένα αμυδρό φωτάκι και οι ελπίδες αναπτερώνονται και ο αγώνας για τη ζωή πεισματώνει, για να φτάσουμε σε λιμάνι, σε κάποιον όρμο, σε μια νησίδα απάνεμη ή, τότε χαράς ευαγγέλια, σε μια κατοικημένη γη, όπου ο φάρος που μας καθοδήγησε ήταν ο οφθαλμός μιας ανθρώπινης ή και θεϊκής πρόνοιας.
Το ίδιο συμβαίνει με τα καραβάνια στην έρημο που φτάνουν αιφνίδια και απροσδόκητα σε μιαν όαση (όπου το αρτεσιανό ύδωρ γίνεται πηγή ζωής). Το ίδιο κι όταν σκαρφαλώνεις σε απόκρημνους τόπους, σε χαίνουσες χαράδρες και απρόσιτες κορυφές και αντικρίζεις μέσα στη χιονοθύελλα ένα καταφύγιο, ένα αναμμένο τζάκι, λίγες ελίτσες και ζυμωτό ψωμί δίπλα σε ένα ασκί με μπρούσκο κρασί.
Αν κατέφυγα σήμερα σε παραβολές, όπως λέει ο Σεφέρης, είναι γιατί θέλω να μιλήσω για τέτοιους ανθρώπινους φάρους, τέτοια καταφύγια, τέτοιες οάσεις που δεν έλειψαν, ευτυχώς, και από τη σημερινή μίζερη ζωή του τόπου κι όχι μόνο του δικού μας.
Υπερβάλλω; Γιατί όχι. Πάντα, όπως το εντόπισε ο Θουκυδίδης στον «Επιτάφιο», όταν θέλεις να μιλήσεις για ανθρώπους, τα έργα τους, τις ιδέες τους, την προσφορά τους ενώπιον συγχρόνων τους που έχουν σχηματίσει απόψεις την ίδια εποχή, στα ίδια πεδία και με τους ίδιους όρους, κινδυνεύεις να φανείς ότι είτε υπερβάλλεις είτε υπολείπεσαι στην καταγραφή των προσόντων είτε των ελαττωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρεσαι.
Σήμερα θέλω να αναφερθώ στην ιστορία ζωής, προσφοράς και ήθους, στον Φώτη Μήτση, έναν συνέλληνα, σύγχρονό μας, διπλανό μας αγωνιστή στην αρένα με τα θηρία που ήταν και είναι συχνά αυτός ο τόπος.
Και αν προσωποποιώ μια σπάνια αλλά ευτυχώς ζωντανή και γόνιμη προσφορά είναι γιατί σε εποχές γενικευμένης μασκαράτας περίσσεψαν τα προσωπεία, οι μάσκες, οι μουτσούνες και πίσω από τα προσωπεία, όπως το διαπίστωσε ιδιοφυώς ο Σεφέρης στον «Βασιλιά της Ασίνης», υπάρχει το κενό.
Αν αναφέρομαι στον Φώτη Μήτση είναι γιατί τώρα στα εφηβικά του γεράματα, απόμαχος πια αλλά πλήρης από μνήμες και προσφορά, κατέθεσε στην Αγορά Λαού επτά τόμους με εξαντλητικά ντοκουμέντα της προσωπικής του πορείας στον τόπο και στην Ιστορία του. Τίτλος των επτά αυτών τόμων «Ανθολόγιο – απόηχος μιας ζωής».
Αλλά ας πιάσουμε το νήμα από την αρχή. Ο Μήτσης είναι γέννημα και θρέμμα της ηπειρωτικής γης. Στα κακοτράχαλα ηπειρώτικα βουνά που διέσχιζαν αιώνες τα φορτωμένα με πραμάτειες μουλάρια φέρνοντας προϊόντα του φτωχού τόπου έως το Βουκουρέστι και τις παραδουνάβιες χώρες θα γινόσουν είτε πραματευτής είτε δάσκαλος. Το λέει και η παροιμία: Τα Γιάννενα πρώτα στα Γράμματα…
Ο Φώτης Μήτσης γεννήθηκε στο χωριό Φοινίκι, ένα από τα απομονωμένα στις πλαγιές της Μουργκάνας χωριά με κεφαλοχώρι το Φιλιάτι.
Για να αντιληφθείτε για ποιον τραγικό ηρωισμό μιλάω θα καταφύγω σ’ έναν άλλο μεγάλο έλληνα, Ακαρνάνα, αυτόν που έφτασε στην κορυφή της παιδείας και της πολιτικής ξεκινώντας ξυπόλητος από το απομονωμένο χωριό του. Τον Κωνσταντίνο Τσάτσο που όταν ήρθε ο καιρός, φανατικό παιδί για γράμματα, έφτανε ξυπόλητος ποδαρόδρομο μετά από κάθε μέρα πορεία με χιονιά και δρολάπι, κάψα και ανεμική στο Γυμνάσιο Καρπενησίου.
Ετσι και ο Μήτσης με παπούτσια από σαμπρέλα πήρε τα πρώτα γράμματα στο Φοινίκι από δάσκαλο ταμένο και πυξίδα ζωής και συνέχισε να γεμίζει με γνώσεις το δισάκι του στο Φιλιάτι, στη Ζωσιμαία Σχολή (Σχολή του Γένους), στην Παραμυθιά, στην Κέρκυρα. Συνάμα δουλειά στα χωράφια. Ο πατέρας μετανάστης στην Αμερική και η μάνα, βρυσομάνα, αμπάριζα και καταφύγιο ύφους και ήθους.
Γεννημένος το 1926 μέσα στη σκοτεινή Κατοχή είναι έφηβος και εντάσσεται όπως όλοι οι γνήσιοι πατριώτες στον αντιστασιακό αγώνα εναντίον του κατακτητή ως μέλος της ΕΠΟΝ.
Παράσημο ένα βαθύ τραύμα από βόλι αλβανοτσάμη που παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή.
Και μέσα στον ζοφερό Εμφύλιο η μάνα εξόριστη! Ετσι με εφόδιο ένα «ανθελληνικό» πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων σπουδάζει όπως έγραφα με άλλη αφορμή: «Κωπηλατώντας κόντρα στο μισαλλόδοξο λίβα, ανάμεσα σε παγετώνες, μωροφιλοδοξίες, φθόνους, μικροπρέπειες, σκοπιμότητες, συμφέροντα. Διέλευσε τα Στενά, τις Συμπληγάδες, βούλωσε τ’ αφτιά του στις Σειρήνες το γοητευτικό τραγούδι, ξέφυγε τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, δεν έφαγε λωτούς λήθης, δεν υπέκυψε στη λαγνεία της Κίρκης, λαγνεία ακόρεστη για απόλαυση της ισχύος, έφτασε σώος στην Ιθάκη του. Από την πλάκα και το κοντύλι στο Φοινίκι, από τη Ζωσιμαία Σχολή στο Πανεπιστήμιο, από το διδακτορικό στην καθηγεσία και με πάνδημη αποδοχή στην Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο Μήτσης έμεινε όπως ξεκίνησε, άτρωτος στην κολακεία, αλώβητος από τη συκοφαντία, μοναχικός μέσα στο παρδαλό πλήθος».
Ηταν ο πρύτανης (1979-80) που με νηφαλιότητα, ψυχραιμία, διαλλαγή, ανοιχτές διαδικασίες, χωρίς εκπτώσεις και χωρίς συμβιβασμούς, με ισορροπίες αλληλέγγυες, αυστηρό ήθος και θεσμικό πάθος, υπερασπιζόμενος τα τιμαλφή μιας πανεπιστημιακής ιστορίας 130 χρόνων και συνάμα μια δίκαιη απαίτηση μιας προδομένης γενιάς για παιδεία κατόρθωσε να οδηγήσει το σκάφος του πανεπιστημίου σε λιμάνι ανοιχτό στον κόσμο αλλά τίμιο με την επιστήμη, την έρευνα και την ελεύθερη έκφραση γνώμης. Εξάλλου, αυτό και μόνο κατοχυρώνει το Ασυλο.
Αλλά ο Μήτσης ήταν καθηγητής οδοντιατρικής και ο πρώτος πρύτανης που προήλθε από την αποσπασμένη, αυτόνομη πια από την Ιατρική, Οδοντιατρική Σχολή. Ως καθηγητής έμεινε στη συνείδηση των μαθητών του ως Δάσκαλος, γνώστης των πλέον προχωρημένων κατακτήσεων της ειδικότητάς του, ως ανοικτός στον διάλογο με τον διψασμένο για γνώση ακόμη και προκλητικό φοιτητή, και συνάμα αυστηρός τηρητής των κανόνων της ορθής εκπαίδευσης. Χρημάτισε πρόεδρος της σχολής και άνοιξε τις πόρτες στην έρευνα, κάλεσε διακεκριμένους ξένους ειδικούς, οργάνωσε συνέδρια, δημιούργησε μεταπτυχιακές σπουδές εφοδιάζοντας την οδοντιατρική κοινότητα με ειδικευμένους λειτουργούς.
Η διδασκαλική πείρα και η συνεχής ενημέρωση σε μια επιστήμη που συνεχώς βελτιώνει µεθόδους, διαγνωστικές διαδικασίες, εργαλεία και υλικά, διοχετεύτηκε και στη συγγραφική ενίσχυση της από έδρας διδασκαλία. Συγγραφέας δεκάδων εγχειριδίων, μελετών, άρθρων, παρεμβάσεων στην επιστημονική αγορά, ο Μήτσης άφησε σοφή, στέρεη και πολύτιμη παρακαταθήκη.
Η ακαδημαϊκή του πορεία (1956-1994), η Πρυτανεία του (1978-81), η εξέχουσα και πρωτοποριακή του προεδρία στο Θεραπευτήριο Ευαγγελισμός, η συμμετοχή του στη Συμβουλευτική Επιτροπή της ΕΟΚ για την εκπαίδευση και το επάγγελμα των οδοντιάτρων.
Ως πολίτης με όρθια συνείδηση ο Μήτσης δεν περιορίστηκε στο στενό και απαιτητικό γνωστικό του επιστημονικό και διοικητικό λειτούργημα. Τόλμησε να παρέμβει στη δημόσια ζωή με απόψεις, αντιρρήσεις, οράματα αλλαγής, κριτική των θεσμών και νοθεία των ιδεών, των ηθών και της δεοντολογίας.
Εφερε στον δημόσιο βίο, στην επιστήμη, στη διοίκηση, στους δημοκρατικούς θεσμούς, στην εκπαίδευση την ανοιχτότητα της Μουργκάνας, τον αέρα των ορέων και την ορμητικότητα του ποταμού Καλαμά και την ηθική των πέτρινων γεφυριών, περάσματα των πραματευτάδων, των ιδεών της αυστηρής πεντάτονης ηπειρώτικης μουσικής και την αγερωχία των κλεφταρματολών, την αισθητική που έχει το αρμολόι των ηπειρωτών μαστόρων, την τίμια ματιά του πατρο-Κοσμά και του Σκυλόσοφου και την τόλμη του εικονογράφου της μονής των Φιλανθρωπινών που ζωγράφισε δίπλα στους αγίους της Ορθοδοξίας, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη στον πρόναο.
Σήμερα έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη από «αγύριστα αρβανίτικα κεφάλια» σαν του Μήτση, του Τσάτσου, του Γκάτσου, του Τέτση, του Γκίκα, του Πρέκα, του Νίτσου, του Ρίτσου, του Ψάχου, του Ζάχου, του Βίρβου.
Οι επτά τόμοι του Μήτση κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Παρισιάνου.
απόηχος μιας ζωής
Εκδ. Παρισιάνου, 2017,
σελ. 1.602 (επτά τόμοι)
Τιμή: 120 ευρώ