Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μέσα στον νέο χρόνο σειρά από εκλογικές αναμετρήσεις που σε μικρό ή μεγάλο βαθμό μπορούν να επηρεάσουν τη διαδικασία ενοποίησης αλλά και την πολιτική σταθερότητα γενικότερα (σε Τσεχία/προεδρικές, Κύπρο/προεδρικές, Φινλανδία/προεδρικές, Ιταλία/βουλευτικές, Ουγγαρία/βουλευτικές, Σουηδία/βουλευτικές, Πολωνία/περιφερειακές, Ρωσία/προεδρικές). Βέβαια με τις εκλογές αυτές δεν παίζεται το περσινό δράμα όταν ακριβώς τέτοια εποχή είχε επικρατήσει ο πανικός της ανόδου στην εξουσία τοξικά εθνολαϊκιστικών, αντιευρωπαϊκών δυνάμεων σε δύο τουλάχιστον χώρες-μέλη της Ενωσης, τη Γαλλία και την Ολλανδία. Αυτό το δράμα απεφεύχθη. Ο εθνολαϊκισμός δεν έφθασε στην εξουσία. Ηττήθηκε αλλά δεν συνετρίβη. Αντίθετα, το Ινστιτούτο T. Blair πιστεύει ότι ο ευρωπαϊκός εθνολαϊκισμός δεν έχει φθάσει ακόμη στο αποκορύφωμά του. Απομένει να δούμε ακόμη πολλές πράξεις εθνολαϊκιστικού περιεχομένου.
Οι εκλογές στην Ουγγαρία τον Μάρτιο μπορεί να δώσουν σε έναν από τους πλέον άτεγκτους εκφραστές της ανελεύθερης δημοκρατίας, τον Β. Ορμπαν (Fidez), την πλειοψηφία των δύο τρίτων που επιδιώκει για να τροποποιήσει το σύνταγμα προς την κατεύθυνση αυτή. Για να αποτρέψουν κάτι τέτοιο οι κεντροαριστεροί σκέπτονται το αδιανόητο –να συνεργασθούν ακόμη και με το ακροδεξιό Jobbik! Επικίνδυνο. Στις εκλογές της Σουηδίας τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα δοκιμασθεί η ικανότητα της Σοσιαλδημοκρατίας να παραμείνει στην εξουσία για δεύτερη τετραετία, στέλνοντας ένα πανευρωπαϊκό μήνυμα «σοσιαλιστικής αισιοδοξίας». Στη Ρωσία, το εκλογικό αποτέλεσμα θεωρείται ήδη προεξασφαλισμένο: ο πρόεδρος Πούτιν θα επανεκλεγεί για μια νέα θητεία έπειτα από δεκαοκτώ χρόνια στην εξουσία. Και η Ευρωπαϊκή Ενωση επιχειρεί να σταθμίσει τις συνέπειες. Εάν π.χ. θα συνεχίσει η Ρωσία τις πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ των ακραίων πολιτικών δυνάμεων που στοχεύουν στην υπονόμευση (ή και κατάργηση) της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ωστόσο η νέα μεγάλη αγωνία συνδέεται με τις εκλογές της 4ης Μαρτίου στην Ιταλία, την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Η προοπτική στις εκλογές αυτές να έλθει μια λαϊκιστική, ευρωσκεπτικιστική συμμαχία στην εξουσία (με το κόμμα των Πέντε Αστέρων του Π. Γκρίλο και τη Λέγκα του Βορρά του Μ. Σαλβίνι ή ακόμη και του επανακάμψαντος ογδονταετούς Σ. Μπερλουσκόνι με τη Φόρτσα Ιτάλια) δεν είναι καθόλου αμελητέα. Το κυβερνών σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (PD) υπό τον Μ. Ρέντσι χάνει δυνάμεις. Μια εθνολαϊκιστική συμμαχία κι αν ακόμη δεν καταφύγει σε δημοψήφισμα για την παραμονή ή μη της Ιταλίας στην ευρωζώνη, θα δυσκολέψει προσπάθειες και σχέδια για την εμβάθυνση της ενοποίησης. Χωρίς τη σύμπραξη της Ιταλίας θα είναι δύσκολο να προχωρήσουν ρυθμίσεις για την ολοκλήρωση της ευρωζώνης ή για την υιοθέτηση μιας γνήσια κοινής μεταναστευτικής πολιτικής.
Και τέλος, στον ορίζοντα υπάρχουν οι εκλογές στην Ελλάδα. Ενα πιθανό σενάριο λέει ότι οι εκλογές μπορεί να διεξαχθούν μεταξύ Μαΐου και Σεπτεμβρίου 2018, ιδιαίτερα εάν το αφήγημα «βγαίνουμε από τα Μνημόνια» εμφανισθεί να έχει αποδοχή. Οι εκλογές αυτές με την απομάκρυνση των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ από την εξουσία μπορεί να αποτελέσουν την αφετηρία για την επιστροφή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή και δημοκρατική κανονικότητα. Με ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ επιστροφή στην οποιαδήποτε κανονικότητα είναι πρακτικά αδύνατη. Η χώρα θα βυθίζεται συνεχώς στο παρακμιακό αδιέξοδο έστω κι αν βγει από το Μνημόνιο. Και αυτή είναι η άλλη μεγάλη ελληνική αγωνία…