Ωραίες μέρες μας ξημέρωσε ο νέος χρόνος.

Προσπαθώ με κόπο να κρατήσω τη λογική στο μέρος της καρδιάς, που δεν την πιάνουν πια τα καταπότια για την αρρυθμία. Πάω να βάλω σε μια τάξη τις πληροφορίες που βομβαρδίζουν τη ζωή μας.

Το θέμα «Πώς τα λέν’ τα Σκόπια πώς τα λέν’;» ξεπήδησε, φρέαρ αρτεσιανό, από το πουθενά. Ο καθένας κλεισμένος σε μια άποψη «σαν το πουλί μες στο κλουβί του».

Η κυβέρνηση, αυτό το συμπίλημα Αριστεράς με Ακρα Δεξιά, αλλάζει κάθε τρεις ώρες στάση, όπως και κάθε μέλος της απ’ όποια παράταξη κι αν προέρχεται.

Κύκλοι του υπουργείου Εξωτερικών (μάλλον όχι ομόκεντροι) εξισώνουν τις απόψεις του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου με τις απόψεις της Χρυσής Αυγής. Αόμματοι είναι αυτοί οι κύκλοι; Δεν βλέπουν τον συγκυβερνήτη τους κοτζάμ κύριο Καμμένο που πιστεύει τα ίδια και δεξιότερα;

Πριν καλοδιαβάσουμε το κυκλόραμα βγαίνει ο Πρωθυπουργός και τα μαζεύει γιατί έχει κι αυτήν την αμιτσίτσια με την Εκκλησία.

Συγχρόνως ο Ρουβίκωνας μπαινοβγαίνει σε γραφεία γιατρών και συμβολαιογράφων τα σπάει, τα διαλύει, ρίχνει αλατόνερα στα κομπιούτερ και με υψωμένο το δάχτυλο «Μη μιλάς. Δεν θα μιλάς εσύ, εγώ μιλάω. Ξέρω ποιος ποιος είσαι και την άλλη φορά θα σου κόψω το χέρι».

Στην «Καθημερινή» φωτογραφίες από το Πολυτεχνείο, λες κι έχει περάσει τυφώνας και τα έχει σαρώσει όλα. Κακότεχνα, άθλια, ελεεινά γκράφιτι που δεν περιγκράφονται.

Το ΠΑΜΕ μπουκάρει στο γραφείο της κυρίας Αχτσιόγλου αρχίζει τις γκαριζοφωνάρες, χτυπάει τα χέρια στο τραπέζι (άλα της ο Φούντας) και «Κάτω τα ξερά σας απ’ την απεργία». Και μετά διάλογος.

–Πάρ’ το πίσω. Δεν το παίρνω.

–Πάρ’ το πίσω. Δεν το παίρνω.

Πρέπει εδώ να ομολογήσουμε με πόνο καρδιάς ότι η υφυπουργός από δίπλα, η κυρία Θεανώ Γεμιστού (καμία σχέση με τον Πλήθωνα Γεμιστό. Το επώνυμό της δεν κατάγεται από το Βυζάντιο αλλά απ’ τα περίφημα γεμιστά της) κράτησε μια πιο ανθρώπινη στάση.

Στο φόντο πάντα παραμένει το θέμα των 7 Τούρκων που ξαναγίνανε 8, γιατί ο κύριος Κοντονής είπε πως έτσι είναι το σωστό.

Στο Αιγαίο δε εκτός από τις παραβιάσεις που γίνονται επί μονίμου βάσεως, βολόδερνε κι επί μήνες ένα πλοίο τίγκα στα εκρηκτικά. Μέχρι που το ακινητοποιήσανε στην Κρήτη κι έχει ο Θεός. Κάτι άλλα πλοία πάλι, φορτωμένα μέχρι τα μπούνια με λαθραία τσιγάρα της ΣΕΚΑΠ, έχουν ρίξει άγκυρα και κανείς δεν ασχολείται. Τα έχουν αφήσει να αργοκουνιούνται στα μουράγια να παίρνει η πλώρη τους αέρα. Η ΣΕΚΑΠ, ναι δίκιο έχετε, ανήκει στον Κύριο Σαβίδη.

Τέλος (που δεν υπάρχει τέλος, αλλά λέμε), η Κυβέρνηση τό ‘χει ρίξει στο τραγούδι. Εχει κέφια το κορίτσι. Βγαίνει στη βεράντα στο Μαξίμου κι αρχίζει.

«Θα βάλω τα μεταξωτά

και θα φυσάει

στα εργοστάσια μπροστά

και στα σκουπίδια πλάι

να μπερδευτώ με τους εργάτες

να πω τον πόνο μου στις γάτες…»

Εμ, τα μεταξωτά, μαντάμ, θέλουν κι επιδέξιους…