«Ο πατέρας του Αμλετ»
Ο Μάνος Ελευθερίου είναι ένας σημαντικός ποιητής (κι όχι στιχουργός όπως κατατάσσει επιπόλαια η βιομηχανία τραγουδιού μεγέθη όπως ο Ελευθερίου, ο Γκάτσος, ο Λ. Παπαδόπουλος, ο Γκανάς) που κυρίως έγραψε τραγούδια (όπως η Σαπφώ π.χ. ή ο Δαμασκηνός, αλλά και ποιητικές συλλογές που πάντα κυκλοφόρησαν εκτός εμπορίου, όχι από σεμνότητα τόσο όσο γιατί ο Ελευθερίου ήξερε πως η ποίηση σήμερα είναι μια μποτίλια στο πέλαγο που στέλνουν ναυαγοί και βρίσκουν μόνο όσοι άλλοι ναυαγοί βρίσκουν και διαβάζουν.
Τώρα, όπως και παλιότερα, έδωσε από τα κρυφά τα συρτάρια στο κοινό έναν μονόλογο, πάντα με πυρήνα ποιητικό που έγινε θεατρικό παραστάσιμο κείμενο, θα έλεγα παρτιτούρα. Τίτλος του «Ο πατέρας του Αμλετ». Εχει πάντα ενδιαφέρον πώς μέσα στους αιώνες ο μέγας ελισαβετιανός έδωσε θέματα, πρόσωπα, ρόλους της δραματουργίας του σε σύγχρονους και διαχρονικούς δημιουργούς που προχώρησαν πιο βαθιά ή πιο λοξά τη δική του θεατρική ψυχογραφία τραυματικών προσώπων.
Ας θυμηθούμε το έξοχο έργο: «Ο Ρόζεγκραντς και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί» του Στόπαρντ και από την άλλη «Ο Βασιλεύς Κλαύδιος» του Καβάφη. Σ’ αυτό το τελευταίο ο Αμλετ εμφανίζεται σαν ένα υστερικό νευρόσπαστο ιδεοληπτικό. Ο Ελευθερίου στον ρεαλιστικό του μονόλογο εξαφανίζει το γνωστό φάντασμα του πατέρα του Αμλετ ως μια καταθλιπτική, πονεμένη, καταπιεσμένη, ταπεινωμένη προσωπικότητα γεμάτη παράπονο και αδικαίωτη ζωή. Το εύρημα του Ελευθερίου είναι ακριβώς αυτό: προσγειώνει μια αναγεννησιακή, έστω πρώιμη, ποιητική φιγούρα που στοιχειώνει μια ευαίσθητη συνείδηση, του γιου του, με τα στοιχεία που θα μπορούσε να προσκομίσει σε μια ψυχαναλυτική κλίνη ένας αποτυχημένος καθημερινός σημερινός άνθρωπος.
Πίσω από την πανοπλία του σαιξπηρικού πατέρα Αμλετ αναδύεται μια φοβισμένη, περίλυπη εκλιπαρούσα αδυναμία υπάρξεως.
Αυτό εξάλλου δεν είναι ό,τι κάνει να διαφέρει το κλασικό ή το ρομαντικό στοιχείο από το ρεαλιστικό; Οι ίδιοι άνθρωποι κοιταγμένοι από άλλη γωνία λήψης. Ενας υπαλληλάκος πατροκτόνος και αιμομίχτης της επαρχίας ένας Οιδίπους είναι, αλλά δεν είναι βασιλιάς ή τύραννος, οι ενοχές του δεν έχουν επιπτώσεις σε λαούς, πόλεις, σόγια.
Ετσι και ο Αμλετ πατέρας του Αμλετ του Ελευθερίου είναι μια θλιβερή καρικατούρα, ένα φοβισμένο ανθρωπάκι που το σκάει από την Κόλαση για να καταθέσει το πένθος του, την αποτυχία του και την απελπισία του. Νιώθει κανείς πως ο Ελευθερίου γράφει έχοντας δίπλα του την ορθόδοξη αριστουργηματική νεκρώσιμη ακολουθία όπου ουκ ένι βασιλεύς ή δούλος, πλούσιος ή πένης, άγιος ή αμαρτωλός.
«Πατρίδα τώρα – 8 ώρες και 35 λεπτά»
Ο Μάνος Καρατζογιάννης, που συνεχίζει με προσοχή, σεμνότητα και γνώση ισορροπιών τη θεατρική του παρουσία, τώρα εμφανίζεται στο Θέατρο Σταθμός σε τριπλή ιδιότητα, διασκευαστής σε θεατρικό έργο ενός πεζογραφήματος, σκηνοθέτης και ηθοποιός. Δεν είναι η τριπλή του αυτή παρουσία μια εγωτική προβολή ενός πολυπράγμονος βιαστικού νέου. Νιώθεις ότι τον κινεί η αγωνία να ελέγχει και συνάμα να αναλαμβάνει την ευθύνη μιας ολοκληρωμένης πρότασης. Η αποτυχία ή η επιτυχία του εγχειρήματος είναι ολοκληρωτικά δική του. Επέλεξε να μετατρέψει σε θεατρικό έργο ένα πολυεπίπεδο αφήγημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου. Η Τσαλίκογλου, εκτός από μια έμπειρη και πρωτοπόρα καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο, είναι μια τολμηρή στα θέματά της και δόκιμη πεζογράφος, όπου όμως εν το βάθει πάντα των κειμένων της κυκλοφορεί, διαρρέει τα πράγματα και τα πρόσωπα η ψυχανάλυση, δηλαδή ό,τι είναι η ζωή μετά τον Φρόιντ, ένα παλίμψηστο.
Η Τσαλίκογλου στο αφήγημά της «8 ώρες και 35 λεπτά», χρόνος που διαρκεί ένα ταξίδι από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα με αεροπλάνο, φέρνει στον τόπο των προγόνων του έναν Ελληνα τρίτης γενιάς. Προσέρχεται με εγκαυστικές οικογενειακές μνήμες και πληγές αλλά ως ξένος.
Και το έργο τουλάχιστον στην εύστοχη διασκευή του Καρατζογιάννη είναι ένας μονόλογος εσωτερικός αυτού του φορτισμένου ξένου κατά τη διάρκεια της πτήσης. Ολα τα άλλα πρόσωπα, τρεις γενιές, γιαγιά, μητέρα, αδελφή, είναι σκηνικές παρουσίες στην αφήγησή του, κουρέλια μνήμης και μεταποιήσεις του θυμικού.
Ετσι περνάει από τη σκηνή – ανάμνηση μια Ελλάδα από τη Μικρασιατική Καταστροφή έως σήμερα, όπου η ιστορία και η μοίρα του τόπου έχουν αφήσει τα βαθιά τους τραύματα στα πρόσωπα της ιστορίας μιας, θα έλεγα, τυπικής ελληνικής ιστορίας όπου σε κάθε γενιά υπάρχει το σύνδρομο της διασποράς, της εξορίας, της μετανάστευσης ή του διωγμού.
Ο Καρατζογιάννης οργάνωσε με λιτότητα και βαρύτητα στο λόγο τις τρεις γενιές που παρελαύνουν στη σκηνή. Και σκηνοθέτησε μια παράσταση που έχει εσωτερικότητα, καημό και τραύματα που μας αφορούν, έκανε τα οικεία κακά κοινά. Ευτυχής η καταφυγή του στη μεγάλη υποκριτική πείρα της Κατερίνας Χέλμη που παίζει με κύρος το βάθος, τη ρίζα του τραύματος αλλά και τη ριζιμιά γενιά. Η Μάρω Παπαδοπούλου στο ρόλο της κόρης που προσπάθησε αλλάζοντας και όνομα να ξεριζωθεί και να φυτρώσει σε ξένη γλάστρα είναι σ’ ένα ρόλο δύσκολο (πάντα είναι πρόκληση ένας ρόλος αλκοολικού). Ισορρόπησε και έπεισε.
Η νεαρή Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη, που ανεβαίνει συνεχώς εκπλήσσοντας, έπαιξε την εγγονή, την τρίτη γενιά μεταναστών με το θράσος της άγνοιας και την αναπηρία της έλλειψης ρίζας με ζωηρά χρώματα συναισθηματικού φορτίου.
Τέλος, ο ίδιος ο Καρατζογιάννης στον ξένο που επιστρέφει στη γη των προγόνων του κατόρθωσε την αμηχανία, την απορία και την περιέργεια αλλά και το φορτίο των άλλων να τα συνθέσει κυβικά.
«Η καρφίτσα ή απλά μαθήματα επιβίωσης»
Η Ελένη Ζιώγα (φωτογραφία) είναι για μένα, και ας μου συγχωρεθεί η αναφορά αλλά πρέπει να είμαι έντιμος με τους αναγνώστες μου, η κόρη του αείμνηστου, συνομήλικου, φίλου και συνοδοιπόρου, μεγάλου έλληνα υπερρεαλιστή συγγραφέα Βασίλη Ζιώγα που μας άφησε πριν χρόνια ξαφνικά για τη χώρα με τις «Ζωγραφικές γυναίκες». Χαίρομαι την Ελένη για τα υπέροχα τραγούδια, τους στίχους που έγραψε και μια έξοχη διασκευή του τελευταίου μυθιστορήματος του πατέρα της που έπαιξε πριν λίγα χρόνια. Τώρα στο θέατρο Bios μας αιφνιδίασε μ’ ένα βαθύ και προβληματισμένο κείμενο, όπου το παρόν μας αλλά και το βάθος των ιστορικών και τραυματικών εμπειριών μας ως λαού συνυπάρχουν και αλληλοαναλύονται. Το έργο τιτλοφορείται «Η καρφίτσα ή απλά μαθήματα επιβίωσης» και είναι μια συμβολική και συχνά υφολογικά υπερρεαλιστική εικόνα του παρόντος μας. Γύρω από μια τρομοκρατική ενέργεια και μια εγκληματική ληστεία που είναι τα προσχήματα της δράσης υπάρχει μια ατμόσφαιρα ζόφου, ένα αδιέξοδο και ένας κυνισμός. Ιδιαίτερα στην αστική ηθική και την καλλιτεχνική καριερίστικη ανηθικότητα ώστε η ανθρωπιά και οι ενοχές και η μετάνοια με τη βαθύτερη ορθόδοξη αδογμάτιστη θέση να αποτελούν νησίδες σωτηρίας, θα έλεγα σωσίβια. Αυτά τα σωσίβια μ’ ένα ντοστογιεβσκικό τρόπο προσέγγισης είναι ένας απελπισμένος ανέστιος νέος και μια ζητιάνα που θυμίζει τους διά Χριστόν Σαλούς της Ορθόδοξης Ανατολής.
Στο κείμενο της Ζιώγα διακρίνει κανείς μια γόνιμη επίδραση, όχι από τα δόγματα της θρησκείας, αλλά από τη λειτουργική ανάγκη επαφής με τον ανέστιο αναζητητή παρηγορίας σε μια εκκλησία αμαρτωλών υπάρξεων. Πάλι ο Ντοστογέφσκι!
Η παράσταση υπηρετείται από τέσσερα πραγματικά θηρία που την υπερασπίζονται. Οι έμπειρες κυρίες Υβόννη Μαλτέζου, Λουκία Πιστιόλα και Ελένη Ζιώγα και ο φέρελπις νέος ηθοποιός Εκτορας Λιάτσος.
«Ο πατέραςτου Αμλετ»
Κείμενο: ΜάνοςΕλευθερίου
Σκηνοθεσία: ΘοδωρήςΓκόνης
Ερμηνεία: Χρήστος Χατζηπαναγιώτης
Πού: 14/1 στο Θέατρο Απόλλωνστη Σύρο.
«Πατρίδα τώρα – 8 ώρες και 35 λεπτά»
Κείμενο: ΦωτεινήΤσαλίκογλου
Σκηνοθεσία: ΜάνοςΚαρατζογιάννης
Ερμηνείες: Κατερίνα Χέλμη, Μάρω Παπαδοπούλου, Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη, Μάνος Καρατζογιάννης
Πού: Θέατρο Σταθμός, Βίκτωρος Ουγκώ 55, Μεταξουργείο, τηλ. 211-4036.322
«Η καρφίτσα ή απλά μαθήματα επιβίωσης»
Κείμενο:
Ελένη Ζιώγα
Σκηνοθεσία: Ομαδική
Ερμηνείες: Υβόννη Μαλτέζου, Λουκία
Πιστιόλα, Ελένη Ζιώγα, Εκτορας Λιάτσος
Πού: Bios, Πειραιώς 84, τηλ.210-3425.335