Ούτε ένας ούτε δύο, αλλά 21 πίνακες του Αμεντέο Μοντιλιάνι που προσφάτως αποτέλεσαν τον πυρήνα πολυδιαφημισμένης έκθεσης στη Γένοβα φέρονται ως πλαστοί, την ώρα που το Μουσείο της βελγικής Γάνδης δέχεται τα πυρά ιστορικών τέχνης, εμπόρων και συλλεκτών ότι εκθέτει πλαστά έργα των κορυφαίων της Ρωσικής Πρωτοπορίας, όπως οι Βασίλι Καντίνσκι και Καζιμίρ Μαλέβιτς.
«Χυδαία πλαστογραφημένα τόσο ως προς το ύφος όσο και ως προς τις πρώτες ύλες» είναι, σύμφωνα με την ειδικό Ιζαμπέλα Κουατροτσίνι, που εξέτασε οκτώ ελαιογραφίες κι επτά σχέδια με την υπογραφή του Αμεντέο Μοντιλιάνι –αγαπημένου καλλιτέχνη των πλαστογράφων –και έξι έργα του φίλου και συνεργάτη του Μόις Κίσλινγκ, τα οποία ανήκουν σε συλλέκτες από την Ιταλία, την Ελβετία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ισραήλ και την Αργεντινή. Στη μη αυθεντικότητά τους συντείνουν και οι κορνίζες τους που προέρχονται από την Ανατολική Ευρώπη και τις ΗΠΑ και δεν έχουν καμία σχέση με την εποχή του καλλιτέχνη.
Την ώρα που οι ειδικοί καταθέτουν τις αναφορές τους στις δικαστικές Αρχές και υποστηρίζουν με βεβαιότητα ότι τα συγκεκριμένα έργα του Μοντιλιάνι δεν είναι αυθεντικά, οι ιδιοκτήτες τους δηλώνουν έκπληκτοι καθώς ορισμένα εξ αυτών, όπως το κεφάλι γυναίκας που πιθανόν απεικονίζει τη σύζυγο του γκαλερίστα με τον οποίο συνεργαζόταν ο καλλιτέχνης, Χάνκα Ζμπορόφσκα, κι ανήκει σε ιδιωτική συλλογή στο Μιλάνο, έχουν χαρακτηριστεί από το ιταλικό κράτος ως εθνική κληρονομιά και απαιτείται ειδική άδεια για να εξαχθούν από τη χώρα.
Η υπόθεση αυτή που φαίνεται να επιβεβαιώνει τις φήμες οι οποίες οδήγησαν στο να μπει πρώιμο λουκέτο στην καλοκαιρινή έκθεση που φιλοξενήθηκε στο Παλάτι των Δόγηδων στη Γένοβα, σχετίζεται με έργα που δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1980. «Πρόκειται μόνο για την κορυφή του παγόβουνου αν αναλογιστεί κάποιος ότι κυκλοφορούν περί τα 1.000 πλαστά έργα του Μοντιλιάνι στη διεθνή αγορά» υποστηρίζει ο ειδικός στο έργο του ιταλού ζωγράφου και γλύπτη Μαρκ Ρεστελίνι, την ώρα που ο ακριβής αριθμός των αυθεντικών του έργων παραμένει άγνωστος, δεδομένου ότι συχνά πλήρωνε με σχέδια το φαγητό του στο Παρίσι, αν και οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για τουλάχιστον 350 πίνακες.
ΡΩΣΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ. Κι ενώ η πολύμηνη έρευνα γύρω από την ιταλική έκθεση φαίνεται να αποδίδει καρπούς, στο στόχαστρο βρίσκεται και το Μουσείο της Γάνδης, το οποίο κατηγορείται ότι φιλοξενεί αμφιλεγόμενης προέλευσης έργα σπουδαίων εκπροσώπων της Ρωσικής Πρωτοπορίας στον εκθεσιακό χώρο των μόνιμων συλλογών του. Πρόκειται για 26 έργα που δεν ανήκουν στο μουσείο και παρουσιάζονται ως δημιουργίες των Καζιμίρ Μαλέβιτς, Βασίλι Καντίνσκι και Ναταλίας Γκονκάροβα μεταξύ άλλων, χωρίς ωστόσο να διαθέτουν εκθεσιακό παρελθόν, δημοσιεύσεις σε επιστημονικούς καταλόγους και ιστορικό πωλήσεων. Ανάμεσά τους υπάρχουν διακοσμητικά αντικείμενα που φέρεται να έχει δημιουργήσει ο Μαλέβιτς, χωρίς να υπάρχει καμία μαρτυρία πως είχε ασχοληθεί ποτέ με κάτι ανάλογο. Κι ενώ τα ερωτήματα γύρω από τα επίμαχα έργα διαρκώς πολλαπλασιάζονται στον βελγικό Τύπο, η διοίκηση του μουσείου δηλώνει έτοιμη να παρουσιάσει κι άλλα αποκτήματα της συγκεκριμένης συλλογής, που ανήκει σε ίδρυμα του συλλέκτη με έδρα τις Βρυξέλλες Ιγκορ Τοποκόρφσκι.
Τι συμβαίνει λοιπόν και «βρέχει» αμφιλεγόμενα και πλαστά έργα στα ευρωπαϊκά μουσεία; Ερευνα του Ινστιτούτου Ειδικών Καλών Τεχνών (FAEI) με έδρα την τελωνειακά ελεύθερη ζώνη της Γενεύης υποστηρίζει ότι 50% των έργων που κυκλοφορούν στην αγορά δεν είναι αυθεντικά και ότι 70% έως 90% των έργων που φτάνουν προς εξέταση στα εργαστήριά του αποδεικνύονται πλαστά. Κι αν λάβει υπόψη του κανείς πως ο ετήσιος τζίρος διεθνώς στην αγορά τέχνης μπορεί να φτάνει τα 60 δισ. ευρώ, το ποσό μπορεί να μην είναι υπερβολικά μεγάλο για τα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας, διακινείται όμως σε μια αγορά που δεν είναι καλά οργανωμένη και δεν παρέχει δικλίδες ασφαλείας. Κι αν ένα από τα βασικά βήματα για τη νομιμοποίηση ενός πλαστού έργου είναι η παρουσίαση κάτω από τη στέγη ενός μουσείου, ίσως δεν θα πρέπει να ξαφνιάζει το γεγονός ότι μέσα σε λίγους μήνες δύο χώροι με σοβαρό προφίλ υπέπεσαν στον πειρασμό να υποδεχτούν και να «ξεπλύνουν» πλαστά έργα με διάσημες υπογραφές. Τα λεφτά είναι πολλά.