Η συνεδρίαση της Οργανωτικής Επιτροπής για το ιδρυτικό Συνέδριο του Μαρτίου επισφράγισε την αρχή μιας νέας εποχής για την Κεντροαριστερά. Για πρώτη φορά, τα περισσότερα ρεύματα του χώρου συνειδητοποίησαν πως η ενότητα δεν είναι μόνο θεωρητική –τα μέλη της Επιτροπής καλούνται πλέον να συναντηθούν στις ομάδες εργασίας και τις διάφορες γραμματείες, με σκοπό να διαμορφώσουν, ιδεολογικά, πολιτικά και επικοινωνιακά τον προσυνεδριακό διάλογο.
«Το Κίνημα Αλλαγής ούτε καθοδηγείται ούτε πολύ περισσότερο χειραγωγείται με οποιασδήποτε μορφής επιθέσεις. Είτε πρόκειται για επιθέσεις δήθεν φιλίας είτε για επιθέσεις συκοφαντίας» ήταν το μήνυμα της Φώφης Γεννηματά, η οποία ξεκαθάρισε πως σκοπός του νέου φορέα είναι να διατυπώσει μια εναλλακτική προοδευτική πρόταση με βάση την αυτονομία της παράταξης. Η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής τόνισε τη διαφοροποίηση του εγχειρήματος τόσο από τον Αλέξη Τσίπρα, κάνοντας λόγο για «στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ», όσο και από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Οι προοδευτικοί πολίτες συνειδητοποιούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε αριστερά και πράττει δεξιά, μοίραζε ψεύτικες υποσχέσεις χωρίς πρόγραμμα, παραδέχθηκε αυταπάτες για να κρύψει τις απάτες» ανέφερε για την κυβέρνηση, διευκρινίζοντας παράλληλα πως η ΝΔ εμφανίζεται «αμήχανη, επειδή με τη μετάλλαξή του ο ΣΥΡΙΖΑ μπαίνει στα χωράφια της, εγκλωβίζεται στην αντίφαση να ζητά την ψήφο των πολιτών, για να εφαρμόσει την ίδια πολιτική, καλύτερα, επειδή αυτό εγγυώνται οι επιδόσεις της στην άσκηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών».
Η Γεννηματά αναφέρθηκε επίσης στο Σκοπιανό, κάνοντας λόγο για «ανούσιο blame game μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης» και καταγγέλλοντας την πολιτική διγλωσσία της κυβέρνησης, η οποία μέσω των ΑΝΕΛ «υπονομεύει την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα της διαπραγμάτευσης». Παράλληλα, επανέλαβε τη θέση του Κινήματος Αλλαγής για σύνθετη ονομασία erga omnes, με γεωγραφικό προσδιορισμό, η οποία «θα συνοδεύεται από ρητές δεσμεύσεις αποτροπής ενεργειών αλυτρωτισμού, προπαγάνδας και καταστρατήγησης του πνεύματος και της ουσίας των όσων θα συμφωνηθούν», τονίζοντας πως θα τοποθετηθεί επί της ονοματολογίας όταν πλέον η κυβέρνηση καταθέσει την επίσημη πρότασή της.
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Το δικό τους ενδιαφέρον είχαν οι ομιλίες των άλλων μελών του Πολιτικού Συμβουλίου, καθώς σκιαγράφησαν τη βασική οργανωτική διαφωνία που αυτήν τη στιγμή καταγράφεται στους κόλπους του νέου φορέα: την εκπροσώπηση των κομμάτων στο Συνέδριο και τον τρόπο επιλογής της πλειοψηφίας των συνέδρων. «Ας κοιτάξει ο καθένας τον διπλανό του… Αν τον γνωρίζει –και ακόμη περισσότερο αν του μοιάζει –έχουμε πρόβλημα» ανέφερε στη δική του παρέμβαση ο Σταύρος Θεοδωράκης, προτείνοντας τον «κανόνα των 30» (ποσόστωση 30% για γυναίκες, νέους κάτω των 40, εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα, κατοίκους της περιφέρειας) και επισημαίνοντας το παράδειγμα του κόμματος Μακρόν, όπου όλοι οι σύνεδροι βγήκαν όχι έπειτα από ψηφοφορία, αλλά ύστερα από κλήρωση.
Από την πλευρά του, ο Νίκος Ανδρουλάκης εξέφρασε τις διαφωνίες του, προτείνοντας τη δέσμευση όλων ότι «το άθροισμα των διορισμένων συνέδρων θα είναι μικρότερο από τους εκλεγμένους συνέδρους» και ζητώντας να υπάρχει ενιαία φωνή μέσα στη Βουλή. Στο ίδιο μήκος κύματος, αν και σε πιο χαμηλούς τόνους, κινήθηκε ο Γιώργος Καμίνης, ο οποίος μίλησε για «νέο ενιαίο κόμμα, όχι ομοσπονδία των υπαρχόντων κομματικών σχηματισμών». «Είναι λογική και απολύτως συνεπής η συνδυαστική πρόταση της εκλεγμένης επικεφαλής του φορέα Φώφης Γεννηματά για ένα Συνέδριο όπου θα υπάρχει και απευθείας εκλογή και θα εκπροσωπούνται αναλογικά τα κόμματα. Είναι προφανές ότι σε αυτό δεν μπορούν να διαφωνούν ιδίως όσοι δεν υποστήριξαν την πρόταση για άμεση υπέρβαση των κομμάτων» ανταπάντησε από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Θανάσης Θεοχαρόπουλος, επαναφέροντας τη δική του πρόταση για ηλεκτρονικά δημοψηφίσματα εντός του νέου φορέα.