Οταν το Εθνικό Θέατρο, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την Οκτωβριανή Επανάσταση, ανέθεσε στον Γιάννη Μανταφούνη να παρουσιάσει το θεατρικό έργο που ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι έγραψε για την πρώτη επέτειό της με τον τίτλο «Μυστήριο Μπουφ», ένα πρώτο στοίχημα για τον έλληνα χορογράφο ήταν να προσεγγίσει το κείμενο όχι με χορευτές, αλλά με ηθοποιούς –που τα λόγια «και τα λένε και τα χορεύουν». Μια μείξη λόγου και κίνησης, δηλαδή, από το πρώτο συστατικό της οποίας προέκυψε και ένας δεύτερος προβληματισμός: κατά τη γνώμη του, δεν υπάρχουν καλές ελληνικές μεταφράσεις του έργου. Δουλεύοντάς το με την Ερι Κύργια αντιλήφθηκαν ότι οι αποκλίσεις από το πρωτότυπο είναι τεράστιες.
«Στο ένα κείμενο βλέπεις ένα μανιφέστο κομμουνιστικής νεολαίας και στο άλλο διαπιστώνεις ότι υπάρχει κι ένας καλλιτέχνης από πίσω με ερωτήματα για την επανάσταση, ο οποίος φοβάται ότι μπορεί και να μην λειτουργήσει», εξηγεί ο Μανταφούνης. «Ο Μαγιακόφσκι μιλάει και για τον άνθρωπο, για το πώς βιώνει την καθημερινότητά του έχοντας και υπαρξιακά ερωτήματα, για το πώς προχωράει στη ζωή βιώνοντας διάφορα συστήματα: πολιτικά, θρησκευτικά, φιλοσοφικά».
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΛΟΙΟ. Το είχε ίσως υπογραμμίσει και ο ίδιος ο ρώσος ποιητής και θεατράνθρωπος εξηγώντας τον τίτλο του έργου που παρωδούσε τη δομή του μεσαιωνικού κύκλου μυστηρίων με τη φράση «Μυστήριο είναι ό,τι μεγάλο υπάρχει στην επανάσταση. Μπουφ ό,τι είναι σε αυτή γελοίο». Εναν αιώνα μετά, το αποτέλεσμα της προσέγγισης του Μανταφούνη είναι μια δημιουργία με το όνομα «MayaBuff –Ενα ντελίριο του Μαγιακόφσκι», βασισμένη σ’ εκείνο το κείμενο, με μια σχέση μεταξύ σωμάτων και λέξεων, στην οποία τον τόνο δίνει πότε το ένα, πότε το άλλο. «Σαν μια συνθήκη που χρειάζεται και τα δύο για να εξελιχθεί. Σαν δύο κρίκοι που ο ένας κινητοποιεί τον άλλο ώστε να προχωρήσει η αλυσίδα, κάτι που απέχει από την παράλληλη σχέση λόγου και χορού».
Με σπουδές στο Παρίσι και με συνεργασίες με την Οπερα του Γκέτεμποργκ ή το Ολλανδικό Χοροθέατρο, ιδρυτικό μέλος της ομάδας χορού Lemurius, επηρεασμένος από τις πολεμικές τέχνες και δίνοντας έμφαση στον αυτοσχεδιασμό, ο Μανταφούνης εξηγεί ότι οι ηθοποιοί του γνωρίζουν ολόκληρο το κείμενο, όχι όμως και ποιο κομμάτι θα επιλέξει ο συνάδελφός τους. «Θέλω ο κόσμος να έχει την αίσθηση ότι υπάρχει κάτι γραμμένο, αλλά όχι προαποφασισμένο», λέει. «Το ονομάζω live choreography. Δεν ντρέπομαι να πω ότι δεν έχω ξαναδεί αυτό που κάνουμε. Δεν δοκιμάζονται αυτά, γιατί δεν υπάρχει δίχτυ ασφαλείας. Είναι σαν ένα έργο που φτιάχνεται στη σκηνή επί τόπου και ενώ όσοι συμμετέχουν δεν είναι χορευτές, χορεύουν καλύτερα. Γιατί όταν αποδεχτείς το λάθος, απελευθερώνεται μια ενέργεια μαγική. Βλέπεις ανθρώπους που παλεύουν με αυτό που κάνουν, αλλά στο προσφέρουν σαν δώρο. Που λένε “δυσκολεύομαι, αλλά θα το μοιραστώ μαζί σας”».
ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Η μουσική, κάτι όχι εντελώς ασυνήθιστο για δουλειά του, απουσιάζει και από εδώ. Οχι βέβαια επειδή δεν του αρέσει: «Μου αρέσει τόσο που θέλω να κλείνω τα μάτια και να την ακούω» λέει και προσθέτει ότι για αρκετούς δημιουργούς απλώς φοριέται πάνω στο χορό. Τέτοιες προσεγγίσεις μόνο αυθαιρεσία δεν συνιστούν στην περίπτωση του «Μυστήριο Μπουφ», αν σκεφτεί κανείς ότι κι ο ίδιος ο Μαγιακόφσκι επιφόρτιζε τους μελλοντικούς σκηνοθέτες με την άδεια ή και την υποχρέωση να κάνουν ό,τι θέλουν στο έργο του ώστε να το μεταφέρουν στην εποχή τους.
Υπάρχουν δηλαδή στοιχεία από το σήμερα που θα δούμε στο «MayaBuff»; Ο Μανταφούνης επιμένει: «Δεν προσέγγισα το έργο πολιτικά. Την πολιτική την φτιάχνουν οι άνθρωποι, επομένως, το να μιλήσω για αυτούς, για τα λάθη και τις δυσκολίες τους, είναι πιο πολιτικό από το να μιλήσω για μια ιδέα. Αυτό που αναδύεται ως σημαντικό μέσα από τη σχέση λόγου και σώματος στο έργο είναι το ανθρώπινο στοιχείο. Κι αν έχουμε μια ανάγκη σήμερα, είναι να βρούμε κάτι πιο ανθρώπινο από αυτό που ζούμε τα τελευταία χρόνια».
Η τέχνη του χορού τι ανάγκες έχει; «Χρειάζεται χώρος για έρευνα. Σε όλο τον κόσμο ως προς την τέχνη γίνονται βήματα προς τα πίσω. Κι όσο η Ευρώπη ψηφίζει ακραίες δυνάμεις, η τέχνη χάνει έδαφος. Περιοδεύω συχνά και διαπιστώνω ότι σε πολλές χώρες δεν μπορούμε να πούμε όλα όσα θέλουμε».
Η σύγχρονη Ελλάδα έχει δικά της ζητήματα να λύσει, όπως η απουσία ενός πανεπιστημίου χορού ή η απουσία διαβάθμισης και η καθυστέρηση στην κατοχύρωση των πτυχίων; «Μπορεί να παίζουν ρόλο όλα αυτά» καταλήγει ο Μανταφούνης. «Δεν μπορούμε όμως να συγκρίνουμε μια χώρα που ανοίχτηκε πρόσφατα στον επαγγελματικό χορό με μία που τον γνωρίζει από τα χρόνια του Λουδοβίκου του ΙΔ’. Ισως χρειάζεται περισσότερος χρόνος. Πρέπει να περάσει ένας αιώνας για να βρει η Ελλάδα τον χορό της. Οταν βέβαια δεν υπάρχουν πόροι ώστε να ασχοληθείς με κάτι συνειδητά, ούτε καν καλά, δεν μπορούν να γίνουν πολλά. Θέλουμε χρόνο λοιπόν, όχι βιασύνη. Χρειάζεται μια συνθήκη όπου θα μπορούμε να προοδεύουμε, να κάνουμε λάθη, ώστε να φτάσουμε κάπου».
«MayaBuff – Ενα ντελίριο του Μαγιακόφσκι», με τους Αλεξάνδρα Καζάκου, Κωνσταντίνο Καρβουνιάρη, Αλέξη Κωτσόπουλο, Νίκο Λεκάκη, Effi Rabsilber, Χρήστο Στέργιογλου, Συμεών Τσακίρη, Αμαλία Τσεκούρα, Αντιγόνη Φρυδά. Εθνικό Θέατρο – Θέατρο REX, Ισόγειο (Πανεπιστημίου 48, τηλ. 210-3305074), από 18 Ιανουαρίου.