Στο χρώμα του έβαψε τα πανιά του καραβιού της η Κλεοπάτρα στη Ναυμαχία του Ακτίου για να διακρίνεται ως βασιλικό. Το ίδιο χρώμα «βάφτισε» μία από τις σουπερστάρ του θρυλικού Factory του Αντι Γουόρχολ, πρωταγωνίστρια περισσότερων από δέκα ταινιών του και στενή φίλη του Σαλβαντόρ Νταλί. Εγινε τίτλος ταινίας με τη Μίλα Γιόγιοβιτς, η οποία υποδυόταν την επαναστάτρια μιας φυλής βαμπίρ. Αν η επιστημονική ονομασία του χρώματος αυτού (υπεριώδες) ίσως να μη λέει πολλά στους περισσότερους, το βαθύ μοβ είναι το χρώμα του 2018, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Χρώματος της εταιρείας Παντόν. Το τελευταίο τυγχάνει παγκόσμιας αναγνώρισης ως κυρίαρχη πηγή πληροφοριών σχετικά με το χρώμα και συνεργάζεται με πολυεθνικές εταιρείες για τον ρόλο των αποχρώσεων στην ψυχολογία κατά τον σχεδιασμό της στρατηγικής τους. Εστειλε δέκα εξειδικευμένους συνεργάτες του σε κάθε γωνιά του πλανήτη αναζητώντας χρωματικές ενδείξεις σε τρόφιμα, αυτοκίνητα, ρούχα και οικιακά σκεύη. Εν συνεχεία συγκεντρώθηκαν τα στοιχεία που είχαν καταγραφεί, αναλύθηκαν, συγκρίθηκαν και το τελικό αποτέλεσμα έδειξε πως το χρώμα του 2018 είναι το βαθύ μοβ.
«Είναι πραγματικά μια αντανάκλαση του τι χρειάζεται ο κόσμος μας σήμερα, όχι του τι συμβαίνει σήμερα. Θέλαμε ένα χρώμα που να φέρνει ελπίδα κι ένα αναζωγονητικό μήνυμα», λέει η αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Λόρι Πρέσμαν. «Είναι ένα χρώμα που εκφράζει την αυθεντικότητα, την εφευρετικότητα και τον διορατικό τρόπο σκέψης», επισημαίνει η εκτελεστική διευθύντρια του Ινστιτούτου Λετρίς Αϊζμαν για την επιλογή του συγκεκριμένου χρώματος. Το μοβ, άλλωστε, φορούσε ο αρχιτέκτονας Φρανκ Λόιντ Ράιτ όταν έμπαινε σε δημιουργική φάση και το μοβ συνδέθηκε με τον πρίγκιπα της ποπ Πρινς: η «Μοβ βροχή» του άφησε εποχή στο μουσικό και κινηματογραφικό στερέωμα, εξού και στο χρωματολόγιο της εταιρείας υπάρχει μια απόχρωση που φέρει το όνομά του.
Μπορεί το βαθύ μοβ να ντύνει το 2018, ωστόσο η ιστορία του κάθε άλλο παρά σύγχρονη είναι καθώς έχει ταυτιστεί στα βάθη των αιώνων με το χρώμα της εξουσίας, με σπουδαίες προσωπικότητες και καλλιτεχνικές ιδιοφυΐες. Κάνει το ντεμπούτο του την 1η χιλιετία π.Χ. και γίνεται γνωστό ως μία από τις δυο αποχρώσεις της πορφύρας που αναφέρει ο Αριστοτέλης. Διότι μπορεί οι περισσότεροι να πιστεύουν πως το πορφυρό είναι το βαθυκόκκινο χρώμα που έχει συνδεθεί άρρηκτα με την ανώτατη μορφή εξουσίας, ωστόσο πρόκειται για την φοινικική απόχρωση. Η αλουργή ήταν το σημερινό χρώμα μοβ και για την παραγωγή ποσότητας ικανής να βάψει ένα και μόνο ένδυμα απαιτούνταν περισσότερα από 250.000 κοχύλια. Η μυθολογία αποδίδει την ανακάλυψη της πορφύρας στον σκύλο του Ηρακλή, ο οποίος έφαγε ένα από τα κοχύλια και το στόμα του γέμισε χρώμα. Γρήγορα η χρωστική των τριών ειδών κοχυλιών από την οποία βγαίνει η πορφύρα –η ιώδης προέρχεται μόνο από το murex trunculus –ταυτίστηκε με τη θεϊκή ή τη βασιλική καταγωγή. Κι αν στον κόσμο των ελληνικών μύθων ο Θησέας και ο Περσέας φορώντας ενδύματα στο χρώμα της πορφύρας αποδείκνυαν τις καταβολές τους, στην πραγματικότητα οι πηγές αναφέρουν ότι η αξία της πορφύρας ήταν ίση με εκείνη του χρυσού.
Στα ρωμαϊκά χρόνια ο Ιούλιος Καίσαρας εντυπωσιάζεται όταν διαπιστώνει πως υφάσματα στην απόχρωση της ιώδους πορφύρας καλύπτουν τα έπιπλα του παλατιού της Κλεοπάτρας και όταν επιστρέφει στη Ρώμη εκδίδει διάταγμα βάσει του οποίου μόνο ο ίδιος μπορεί να φορά το συγκεκριμένο χρώμα. Αργότερα ο εκκεντρικός Νέρωνας θα προσθέσει στη νομοθεσία την ποινή του θανάτου για τους παραβάτες. Στη συνέχεια μόνο οι πορφυρογέννητοι βυζαντινοί αυτοκράτορες, προκαθήμενοι της Καθολικής Εκκλησίας και Λουδοβίκοι απεικονίζονται σε ψηφιδωτά και ζωγραφικά πορτρέτα με το χρώμα λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής.
ΣΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ. Επανάσταση φέρνει ο χημικός Ουίλιαμ Πέκριν το 1856 όταν αναζητώντας τρόπους για να αντιμετωπίσει την ελονοσία ανακαλύπτει τυχαία τη μοβεΐνη, την πρώτη συνθετική χρωστική. Η απόχρωση δεν άργησε να γίνει η τελευταία λέξη της μόδας κατακτώντας την πρώτη θέση σε ρούχα, έπιπλα ακόμη και σε κολάρα σκύλων. Από τη φρενίτιδα που προκάλεσε το άλλοτε απρόσιτο πορφυρό στη νέα του μορφή, ως μοβ, δεν ξέφυγε ο μετρ του ιμπρεσιονισμού Κλοντ Μονέ. Πίστευε ότι το συγκεκριμένο χρώμα ήταν σε θέση να αξιοποιήσει τη διάσταση της σκιάς καλύτερα από το μαύρο. Φανατική της συγκεκριμένης απόχρωσης αποδείχθηκε και η Τζόρτζια Ο’ Κίφι, η οποία την χρησιμοποίησε σε ένα από τα διασημότερα έργα της, τη «Μαύρη Ιριδα» που φιλοτέχνησε το 1926. Οπως οι ιμπρεσιονιστές, δεν είχε στόχο να αποδώσει την πραγματικότητα αλλά να μεταφέρει στον καμβά τη ζεστασιά και τον αισθησιασμό.
Ο Φράνσις Μπέικον δεν ξέφυγε από τη γοητεία του ιώδους πορφυρού, ειδικά στη σειρά με τους Πάπες που ουρλιάζουν ντυμένοι με ρούχα στο συγκεκριμένο χρώμα υποδηλώνοντας την εξουσία που εξέφραζε το πορφυρό στο πλαίσιο της Καθολικής Εκκλησίας. Με τους θρησκευτικούς συνειρμούς που προκαλούνται από τη θέαση της συγκεκριμένης απόχρωσης έπαιξε και ο αφηρημένος εξπρεσιονιστής Μαρκ Ρόθκο, όταν γέμισε το παρεκκλήσι του στο Χιούστον του Τέξας με καφέ, δαμασκηνί και πορφυρούς καμβάδες. Τη δεκαετία του ’60 ο διασημότερος καλλιτέχνης της ποπ αρτ, ο Αντι Γουόρχολ, επιλέγει το συγκεκριμένο χρώμα για να φωτίσει με νέον τους τυπωμένους καμβάδες του. Ηταν όμως η φίλη του Ιζαμπέλ Κόλιν Ντουφρέσνε (παλιότερα και φίλη του Νταλί) που άλλαξε το όνομά της σε Ultra Violet και φορούσε μοβ περούκα, σκιά ματιών και κραγιόν όποτε εμφανιζόταν.