Θεωρείται ένα από τα πιο παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα έργα. Αλλωστε, η ιστορία του εκτυλίσσεται με φόντο τη γιορτινή ατμόσφαιρα σ’ έναν πύργο στην Κεντρική Ευρώπη. Επί της ουσίας, ωστόσο, «Ο Καρυοθραύστης» είναι μια διαχρονική παράσταση αφού η θεατρικότητα της μουσικής του Τσαϊκόφσκι την ανάγει στο κλασικό ρεπερτόριο του μπαλέτου. Γι’ αυτό κι επιστρέφει στην Εθνική Λυρική Σκηνή σε μια νέα εκδοχή προορισμένη για παιδιά. Με σύμμαχο τα παραμυθένια σκηνικά και κοστούμια του Κριστόφ Κρέμερ από την Κρατική Οπερα της Βιέννης και την ανάλαφρη, ονειρική χορογραφία του Ρενάτο Τζανέλα.
«Δεν αντιμετώπισα το έργο σαν να απευθύνεται σε παιδιά. Γιατί θεωρώ ότι έχει πολλά επίπεδα. Θα το ακούσει το παιδί και θα θαμπωθεί. Από την άλλη θα το ακούσει ο ενήλικος και θα λειτουργήσει τελείως διαφορετικά. Είναι γενικά η μουσική του Τσαϊκόφσκι έτσι, ακόμα και τα πιο σκοτεινά του έργα. Κι αυτή είναι η επιτυχία της χορογραφίας επειδή λειτουργεί στα ίδια επίπεδα. Δεν σ’ το δίνει εύκολα. Σου δημιουργεί εικόνες με τις οποίες μπορείς να ταξιδέψεις, να ταυτιστείς, να χαρείς και να αισθανθείς λίγο διαφορετικά και σε μεγαλύτερες ηλικίες» αναφέρει ο Γιώργος Ζιάβρας, που θα διευθύνει την ορχήστρα της Λυρικής στην παράσταση και καταφθάνει από την Κολωνία, όπου εργάζεται ως καλλιτεχνικός διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας Νέων Sinfonieeta 104.
Ο νεαρός μαέστρος, αν και ακόμα βρίσκεται στα πρώτα στάδια της καριέρας του, αντιμετωπίζει τη διεύθυνση του «Καρυοθραύστη» με αρκετά ώριμο τρόπο. «Αυτό που έμαθα κατά τη διάρκεια των σπουδών μου και το ακολουθώ πάντα είναι να προσπαθώ να μην ασχολούμαι με προηγούμενες εκτελέσεις. Γιατί πολύ συχνά επικρατούν συγκεκριμένες ερμηνευτικές αποδόσεις, ερμηνευτικά τρικ από εκτέλεση σε εκτέλεση, από θέατρο σε θέατρο, από ορχήστρα σε ορχήστρα. Η προσέγγισή μου πάντα είναι να ξεκινάω αποκλειστικά από την παρτιτούρα και την όποια προσωπική έρευνα μπορεί να κάνει ένας μαέστρος για να δει και το πλαίσιο και να μη μείνει μόνο στις νότες. Το δεύτερο είναι ότι πρέπει να ακολουθήσω μια συγκεκριμένη οπτική του μπαλέτου, η οποία ευτυχώς για μας είναι μια πάρα πολύ ωραία χορογραφία. Είχα δει τις πρόβες και είχαν πολλή έμπνευση μέσα ώστε να δώσω στη μουσική και μια φρεσκάδα, ν’ αναπνεύσει διαφορετικά, ν’ ακούσεις κάποια πράγματα που δεν ακούγονται συχνά και βγαίνουν τώρα έξω. Συνολικά, αυτό που εμένα με ενδιέφερε πάρα πολύ με τον Τσαϊκόφσκι ήταν να βγαίνει και λίγο το ιδίωμα του συνθέτη. Αυτό μπορεί να είναι πολύ υποκειμενικό για τον καθένα, αλλά για μένα αφορά την “υπόγεια” μελωδία η οποία ξαφνικά εκρήγνυται σε συγκεκριμένες στιγμές» τονίζει ο Ζιάβρας.
Μένοντας στην κλασική σύνθεση του Τσαϊκόφσκι με μικρές περικοπές ώστε να γίνει πιο σφιχτή η δομή της, στην πρώτη του συνεργασία με τη Λυρική, προΐσταται της 65μελούς ορχήστρας και συνδυάζει τη δραματουργία του μπαλέτου με την αντίστοιχη της μουσικής, χάρη στη συγκεκριμένη οπτική του. «Το βασικότερο είναι αυτό που μου έλεγε ο καθηγητής μου όταν δούλεψα μαζί του, ότι ένας μαέστρος πρέπει να έχει ανοιχτά αφτιά όλη την ώρα που διευθύνει, να είναι έξω από αυτό, ν’ ακούει τι γίνεται και μετά να μπορεί να διορθώσει πολύ γρήγορα. Δεν απασχολείται από τον ίδιο του τον εαυτό και τα πράγματα που έχει ως προβλήματα. Είναι εκεί για να βοηθήσει την ορχήστρα. Είναι υπηρέτης της ορχήστρας στο τέλος της ημέρας. Δεν είναι το αφεντικό» καταλήγει ο Ζιάβρας.