Κρύβει κάποιο μήνυμα αυτή η μικρή «διόρθωση»;
Και τραμ και «Πόθος», πάντως. Και πεζή καθημερινότητα και διάθεση για φυγή…
Γιατί τον περιγράφετε, αλήθεια, ως «ούτως ειπείν ρεαλισμό»;
Εμείς ως θεατές νομίζουμε ότι οι ήρωες είναι «δραματικοί» ή «γελοίοι», αλλά εκείνοι παίζουν σοβαρά…
Γιατί επιμένετε στην ταινία; Πιστεύετε ότι ο Καζάν μετατόπισε την θεματική;
Ο ίδιος ο Ουίλιαμς αντιστέκεται στις απόλυτες ερμηνείες. Η Μπλανς δεν είναι τόσο εύθραυστη όσο θέλουμε. Και ο Κοβάλσκι δεν είναι μόνο «πίθηκος», όπως τον χαρακτηρίζει η Μπλανς.
Ποιο στοιχείο σάς ιντριγκάρει σ’ αυτή την «πρώτη φορά ανάγνωση» του Ουίλιαμς;
Το έργο επί της ουσίας είναι ένα μπλουζ που χορεύεται. Σε κάποιο πάρτι από τη δεκαετία του 1950 ώς σήμερα. Και πιστεύω ότι τα μεγάλα έργα είναι πάντα μουσικές, ακόμη κι όταν «υποδύονται» το θέατρο. Οι ποιητές –όπως ο Ουίλιαμς –ξέρουν πολύ καλά τι θα πει μουσική. Και αυτό μεταφέρεται και στη μετάφραση. Ο Αντώνης Γαλέος υπογράφει μια θαυμάσια μετάφραση και παίρνει μέτρα μουσικής αντίληψης. Επειδή, το ξαναλέω, στο έργο το άκουσμα που επικρατεί είναι το μπλουζ: ο γοητευτικότερος τρόπος να αφηγηθείς μια δυστυχία. Τα μπλουζ της Νέας Ορλεάνης είναι ένας ολόκληρος πολιτισμός, αφηγηματικός, που γίνεται έμμετρος για να αφηγηθεί πολύ ωμά μια ιστορία. Θέλει – δεν θέλει, ο Ουίλιαμς πήρε υπόψη του αυτό το κομμάτι του πολιτισμού του. Σ’ αυτό το σημείο ήμουν πολύ τυχερός, επειδή ο Μιτς της παράστασης είναι ο μουσικός Αγγελος Τριανταφύλλου. Γι’ αυτό και βλέπω τον θίασο σαν μια μπάντα που παίζει ένα μπλουζ που αγαπάμε. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Στη μετάφραση θ’ ακούσουμε το «δεν θέλω ρεαλισμό, θέλω μαγεία»;
Περίπου. Υπάρχουν φράσεις στο έργο που έχουν πάρει μια διάσταση μυθολογική. Πρέπει να δούμε πώς τη χειριζόμαστε πλέον. Κάθε μετάφραση οφείλει να θεσμοθετεί γλώσσα –τη σημερινή γλώσσα, αλλά όχι με την έννοια της καθημερινότητας.
INFO
«Το τραμ με το όνομα “Πόθος”», Δημοτικό Θεάτρο Πειραιά, από 2/2. Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος, μουσική: Αγγελος Τριανταφύλλου, σκηνικά – κοστούμια: Εύα Νάθενα. Παίζουν: Μαρία Ναυπλιώτου, Χάρης Φραγκούλης, Θεοδώρα Τζήμου, Αγγελος Τριανταφύλλου, Ευαγγελία Καρκατσάνη, Αdrian Frieli. Προπώληση: ticketservices.gr
Η Μπλανς και η μούαΑ του Λένιν
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για εσάς σκηνοθετικά;
Αυτό που έχουμε στα χέρια μας είναι η κορυφή του παγόβουνου από ένα έργο με διαφορετικές στρώσεις, αποχρώσεις και σχεδιάσματα. Πρέπει να θαυμάσεις και τη διαδρομή που έχει στην πίσω πλευρά του, εκεί όπου αφαιρούνται επίπεδα προφανούς και συμβολισμού. Γι’ αυτό φτάνει σε μια θαυμαστή ισορροπία. Το ίδιο επιδιώκουμε κι εμείς στην παράσταση πιστεύοντας ότι ο έλληνας θεατής μπορεί να καταλάβει καλύτερα πλέον τον «υπαινιγμό» σε μια παράσταση.Υπάρχουν στιγμές που μοιάζουν με πίνακες ζωγραφικής, σαν πλάνα σινεμά: σύντομα και αυτόνομα. Θα μπορούσαν να έχουν και υπότιτλο – «Η Μπλανς στο φεγγαρόφωτο». Θα έπαιρνα μεγάλη χαρά αν αυτές οι εικόνες κατάφερναν να να αναδειχθούν στην παράσταση. Το ίδιο και οι ενσωματωμένες σιωπές, που σου επιτρέπουν να χωρέσεις κι εσύ εκεί μέσα.
Μπορείτε να μου δώσετε μια εικόνα της Μπλανς εκτός έργου;
Ποιος δεν έχει ένα κομμάτι Μπλανς μέσα του; Θα τον λυπόμουν αν δεν είχε. Σκεφτόμουν τελευταία ότι οι κομμουνιστές έκαναν μούμια τον Λένιν. Η ακρότητα του υλισμού έφτασε να μυθοποιήσει μία ύλη που εξ ορισμού γνωρίζει ότι είναι πεπερασμένη. Αν δεν είναι Μπλανς αυτή η κίνηση, τι είναι;
Υπάρχει νήμα που ενώνει τις τελευταίες παραστάσεις σας, τη «Λυσιστράτη», τον «Δον Ζουάν» και το «Τραμ»;
Θα το σκεφτώ τώρα, σε real time, που λένε… Καταρχάς υπάρχει και στα τρία έργα το στοιχείο του “αλύτρωτου”. Η Λυσιστράτη το οδηγεί στην ουτοπία, ο Ζουάν σ’ αυτό που γνωρίζουμε και η Μπλανς στην τρέλα, έτσι όπως την εννοούμε. Θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι το πιο αδύνατο κομμάτι του έργου είναι το τέλος. Σαν να μην ήξερε ο Ουίλιαμς πώς να το ολοκληρώσει. Μου θυμίζει ένα αριστούργημα του Μίκλος Γιάντσο, την “Ηλέκτρα”, όπου δεν ήξερε τι τέλος να βάλει. Οπότε εμφάνισε ένα κόκκινο ελικόπτερο για να πάρει την ηρωίδα. Ετσι και ο Ουίλιαμς, φέρνει τον από μηχανής θεό, τον γιατρό με τη νοσοκόμα. Το έργο, όμως, έχει τελειώσει νωρίτερα. Εκεί ειδικά που η Μπλανς λέει: “τώρα που σας τα είπα όλα αυτά αισθάνομαι κάπως καλύτερα”. Νομίζω ότι με έναν τρόπο θα μπορούσε να μείνει εκεί. Ετσι κι αλλιώς πρόκειται για μια τραγωδία χωρίς τέλος. Η τραγωδία δεν έχει ολοκληρωθεί μετά την έξοδο της Ντιμπουά. Είναι εν εξελίξει.
Μπορείτε να φανταστείτε τη Μάρθα τού «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» χωρίς την Μπλανς Ντιμπουά;
Οχι βέβαια. Σ’ αυτή τη σειρά του αμερικανικού ρεαλισμού – Ο’ Νιλ, Ουίλιαμς, Μίλερ – ο κάθε συγγραφέας επηρεάζεται από τους προηγούμενους και μυθολογεί για τους επόμενους. Πολύ περισσότερο απ’ ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα με το αρχαίο δράμα. Ισως επειδή στην Αμερική κυριαρχεί και η μυθολογία του σινεμά και του Μπρόντγουεϊ.