Μια ζωή όπως οι θάλασσες που τόσο αγάπησε. Πότε γαλήνια και καλοτάξιδη σαν να οδηγεί τα καραβάκια με τα οποία γέμιζε τις σελίδες βιβλίων που κρατούσε ως λογιστής σε λιμάνια επιτυχίας και διεθνείς διακρίσεις. Και πότε τρικυμιώδης και σκοτεινή, τόσο που να ρίχνει την καριέρα του στα βράχια –σε βαθμό που κάποτε δεχόταν παραγγελίες βάσει των διαστάσεων του πλαισίου που πωλούσε το συνεργαζόμενο κορνιζάδικο –και να βυθίζει τη ζωή του σε απόγνωση ώστε να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας.
Ο ζωγράφος, τα έργα του οποίου δεσπόζουν από το γραφείο του Πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου ώς τις έδρες των μεγάλων εφοπλιστικών επιχειρήσεων του Λονδίνου, και τα οποία, σπάνια και περιζήτητα, χτυπούν τιμές ρεκόρ στις δημοπρασίες, ο Κωνσταντίνος Βολανάκης, «διηγείται» την πολυτάραχη ζωή του 110 χρόνια μετά τον θάνατό του. Και επιβεβαιώνει τον τίτλο του ως «πατέρα της ελληνικής θαλασσογραφίας» μέσα από μια έκθεση – μονογραφία με περισσότερα από 70 εμβληματικά και μεγάλων διαστάσεων έργα του στο Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη, τα οποία προέρχονται από μουσεία, ιδρύματα, τραπεζικές και σημαντικές ιδιωτικές συλλογές.
Αρχαίες ελληνικές τριήρεις, ιστιοφόρα και ατμόπλοια, ψαροκάικα και βάρκες, σε θρυλικές ναυμαχίες, πυρπολήσεις αλλά και καθημερινές σκηνές έχουν «αράξει» στους καμβάδες του ζωγράφου, ο οποίος αν και υπήρξε από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου παρέκαμψε τα ηθογραφικά θέματα και τα πορτρέτα –τάση που ακολουθούσαν οι περισσότεροι καλλιτέχνες της συγκεκριμένης σχολής –κι αφιερώθηκε με εμμονή στη θάλασσα και τη ζωή γύρω από αυτή. Εργα που «αποδεικνύουν το μεγάλο καλλιτεχνικό μέγεθος του ζωγράφου που τολμούσε να ανιχνεύει όλες τις όψεις της ζωής, χωρίς να φοβάται να αναμετρηθεί και με τον θάνατο, καθώς σε ένα έργο του μπορεί να απεικονίζει μια ήρεμη σκηνή της καθημερινότητας και σε ένα άλλο μια τρικυμία ή μια ναυμαχία», λέει στο «Νσυν» ο επιμελητής της έκθεσης και διευθυντής του εικαστικού προγράμματος του Ιδρύματος Θεοχαράκη Τάκης Μαυρωτάς.
Και μπορεί στην Αθήνα να μην ταξιδέψει «Το πλοίο της γραμμής Κάιζερ στη ναυμαχία της Λίσσας» από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βουδαπέστης –έργο που του χάρισε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό της αυστριακής κυβέρνησης όταν το παρουσίασε στην καλλιτεχνική έκθεση της Βιέννης το 1867 με αποτέλεσμα να αγοραστεί από τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ επειδή απέδιδε εντυπωσιακά τη νίκη του μικρού αυστριακού στόλου απέναντι στον πολυάριθμο ιταλικό. Ούτε η πολυσυζητημένη «Ναυμαχία του Τραφάλγκαρ» (αγοράστηκε από το υπουργείο Ναυτικών της Αγγλίας) που αποτυπώνει την πλέον αποφασιστική ναυμαχία η οποία έβαλε τέλος στα γαλλικά σχέδια εισβολής στην Αγγλία και κατά τη διάρκεια της οποίας, το 1805, ο γαλλο-ισπανικός στόλος έχασε 21 πλοία, σε αντίθεση με τον βρετανικό που δεν σημείωσε απώλειες.
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΡΙΗΡΕΙΣ. Πρωταγωνιστικό ρόλο όμως θα έχει η «Ναυμαχία της Σαλαμίνας» με τις ελληνικές τριήρεις να στέκονται απέναντι στα θεόρατα περσικά πλοία και την εντυπωσιακή βασίλισσα της Αλικαρνασσού Αρτεμισία σε πρώτο πλάνο και τον Θεμιστοκλή επί της αθηναϊκής ναυαρχίδας. Ο πίνακας, που κέρδισε το πρώτο βραβείο στη διεθνή ναυτική έκθεση του Μπορντό κι εκτέθηκε την ημέρα του θανάτου του ζωγράφου, μετακινήθηκε από το γραφείο του Πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου (ανήκει στο Αρχηγείο Ναυτικού) για χάρη της έκθεσης. Ανάμεσα δε στα έργα που ξεχωρίζουν είναι «Το λιμάνι, αναχώρηση από τον Πειραιά για την Τήνο», όπου πίσω από το ολοστόλιστο πλοίο διακρίνεται όχι μόνο ο Αγιος Σπυρίδωνας, αλλά και το διώροφο σπίτι του Ανδρέα Μιαούλη, όπως και «Η άφιξη της πριγκίπισσας Σοφίας στο Φάληρο» όπου αποδίδεται το εορταστικό κλίμα της άφιξης της αδελφής του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου Β’ στο Φάληρο.
«Τρία είναι τα κλειδιά στο έργο του Κωνσταντίνου Βολανάκη: ενάργεια, εύρος και αυθεντικότητα», εκτιμά ο Τάκης Μαυρωτάς για τον εκ Κρήτης ορμώμενο ζωγράφο που πήρε τα πρώτα του μαθήματα ζωγραφικής από τον Ανδρέα Κριεζή στη Σύρο κι εκτόνωνε το ταλέντο του στο περιθώριο των λογιστικών βιβλίων που κρατούσε στην Τεργέστη για λογαριασμό του εμπόρου ζάχαρης Γεωργίου Αφεντούλη. Εκείνος τον παρότρυνε, άλλωστε, και τον υποστήριξε να σπουδάσει στο Μόναχο όπου είχε μια λαμπρή καριέρα για δυο δεκαετίες.
Ηταν 47 ετών όταν υπέκυψε στην πίεση της συζύγου του να επιστρέψουν οικογενειακώς στην Ελλάδα για λόγους υγείας, παρά τις παραινέσεις του κουμπάρου του Νικολάου Γύζη περί του αντιθέτου. Η επιστροφή αυτή θα σημάνει και την αντίστροφη μέτρηση στην καριέρα του. Ο μισθός του ως καθηγητή στο Σχολείο Τεχνών –από όπου πέρασαν ως μαθητές του μεταξύ άλλων ο Μιχάλης Οικονόμου και ο Νικόλαος Οθωναίος –δεν αρκούσε για να καλύψει τα έξοδα της οικογένειάς του. Κι εκείνος όχι απλώς αναγκάστηκε να παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα, αλλά και να ολοκληρώνει πίνακες μαθητών του έπειτα από αίτημα των γονέων τους, οι οποίοι εν συνεχεία παρουσίαζαν τα έργα ως δημιουργίες του Βολανάκη. Ζωγράφιζε δε χαμηλής ποιότητας έργα σε δεδομένες διαστάσεις κορνίζας που παράγγελναν πελάτες σε συνεργαζόμενο κατάστημα. «Η κατάσταση αυτή τον οδήγησε να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας από ασφυξία. Αναψε κάρβουνα ενώ έλειπαν οι δικοί του και εισέπνευσε το μονοξείδιο αλλά σώθηκε χάρη στην τυχαία παρέμβαση ενός γείτονα», λέει ο επιμελητής.
ΤΙΜΗ – ΡΕΚΟΡ. Περιζήτητοι οι πίνακές του –το 2008 η «Αφιξη του Καραϊσκάκη στο Φάληρο» πωλήθηκε σε δημοπρασία στην τιμή ρεκόρ των 2 εκατ. ευρώ –ήδη αντιγράφονταν ενώ ήταν εν ζωή, γεγονός που συνεχίστηκε μετά θάνατον, με αποτέλεσμα να αποτελεί έναν από τους πλέον πλαστογραφημένους έλληνες ζωγράφους. Μπορούν αυτοί οι πίνακες, «οι οποίοι ξεχωρίζουν για τον τρόπο αντίληψης και απόδοσης του μεσογειακού φωτός, αλλά και για την ακρίβειά τους στην απόδοση πληροφοριών σχετικά με τη ναυπηγική», να προσελκύσουν το νεανικό φιλότεχνο κοινό σε μια εποχή που κυριαρχεί η εννοιολογική τέχνη; «Δεν μπορεί να υπάρχει αύριο χωρίς το χθες. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε καλλιτέχνες του επιπέδου του Βολανάκη στην εποχή της αμφισβήτησης της ζωγραφικής. Γεμίζουμε από γνώσεις και αισθήματα όταν μαθαίνουμε τι έγινε στο παρελθόν», απαντά ο Τάκης Μαυρωτάς.
INFO Η έκθεση «Κωνσταντίνος Βολανάκης: ο πατέρας της ελληνικής θαλασσογραφίας» εγκαινιάζεται στις 7 Φεβρουαρίου στις 20.00 στο Ιδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη, Βασ. Σοφίας 9 και Μέρλιν. Εως 13 Μαΐου