Στη γενέτειρα πόλη του Μπετόβεν, πρωτεύουσα της μεταπολεμικής ΟΔΓ Βόννη είναι στραμμένα τα βλέμματα όλης της Ευρώπης για πρώτη φορά στα χρόνια της Γερμανίας του Βερολίνου. Εκεί οΜάρτιν Σουλτς επιχειρεί αύριο Κυριακή να πείσει τους διαφωνούντες του κόμματός του να αποδεχθούν τη συμφωνία σχηματισμού κυβέρνησης υπό την καγκελάριο Μέρκελ. Η επιλογή της πόλης δεν είναι τυχαία: συμβολίζει την εποχή που η Γερμανία, διαιρεμένη ακόμα, λειτουργούσε όχι ηγεμονικά στην Ευρώπη όπως την τελευταία δεκαετία, αλλά ως ισότιμος εταίρος των υπόλοιπων κρατών της Ενωσης. Συμβολίζει επίσης τις φερόμενες διαθέσεις Σουλτς για τις μεταρρυθμιστικές θέσεις του γάλλου προέδρου Μακρόν. Ομως, όλα αυτά θα μείνουν μόνο σύμβολα.
Οι τρεις άξονες που θα καθορίσουν στο εξής την πορεία της Ευρώπης είναι ο σχηματισμός της επόμενης γερμανικής κυβέρνησης, το τι θα κάνει αυτή με τις προτάσεις Μακρόν και η οριστικοποίηση της συμφωνίας εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας που αναμένεται στις αρχές του 2019. Από τον συνδυασμό των τριών αυτών διαστάσεων θα προκύψει η Ευρώπη του αύριο. Εκεί βρίσκεται το μέλλον μιας Ενωσης που αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να πείσει ούτε τον εαυτό της, ούτε, όπως όλα τα στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου σταθερά δείχνουν, τους πολίτες της, πλούσιους ή φτωχούς, ότι θέλει πραγματικά να ενωθεί απέναντι σε προκλήσεις που διαρκώς μεγαλώνουν.
Οι αντιδράσεις που εκδηλώνονται στο SPD, ιδίως από την ισχυρή οργάνωση της νεολαίας του κόμματος, είναι εντονότατες. Αρκούν να ακυρώσουν τη συμφωνία; Ουδείς γνωρίζει, αλλά δύσκολα καθώς είναι πιεστική η επιθυμία να τελειώνει η τετράμηνη περιπέτεια –και θα χρειαστεί χρόνος στις λεπτομέρειες. Εκτός από το ότι στο κείμενο Μέρκελ – Σουλτς δεν υπάρχει ουσιαστική δέσμευση αλλαγής ευρωπαϊκής πλεύσης, όλοι τρέμουν μία δεύτερη προσφυγή στις κάλπες: ίσως καταστήσει την Ακροδεξιά ακόμα και δεύτερο ομοσπονδιακό κόμμα –ήδη στην Αυστρία η μισή κυβέρνηση τής ανήκει.
Οποιος λοιπόν αναμένει αλλαγή της γερμανικής ευρωπαϊκής πολιτικής ας μην πλανάται: δεν πρόκειται να επέλθει. Με μόλις δημοσιοποιημένα τα επίσημα γερμανικά στοιχεία που δείχνουν ότι το Βερολίνο εξοικονόμησε το ασύλληπτο ποσό των 290 δισ. ευρώ στα χρόνια της κρίσης (και αυτό μόνον από τη διαφορά των επιτοκίων), θα ήταν αφελής όποιος ανέμενε αλλαγή πλεύσης. Αν σχηματιστεί η επόμενη κυβέρνηση θα ακολουθήσει τις προηγούμενες, των ίδιων άλλωστε κομμάτων στην πολιτική που έφερε τη Γερμανία στην ηγεμονία της Ευρώπης. Τώρα το πόσο συμβατή θα είναι αυτή με τις γαλλικές προτάσεις ομοσπονδιοποίησης για ριζική αναμόρφωση της Ευρώπης δεν τους απασχολεί πολύ. Ο Μακρόν αμφισβητεί ανοικτά την πορεία της ευρωζώνης, μα οι Γερμανοί αυτό δεν θέλουν ούτε να το ακούν. Οταν παρουσίασε τις φιλόδοξες ενοποιητικές θέσεις του, πλήθος κράτη αντέδρασαν, πολλά εκ των οποίων καθαρά στη γερμανική σφαίρα επιρροής. Οι Γερμανοί δεν ανησυχούν γι’ αυτό: στις Βρυξέλλες ελέγχουν πλήρως το παιγνίδι. Μένει να το ελέγξουν (ξανά) και στο Βερολίνο.