Η εικόνα είναι πλέον απολύτως σαφής: το τέλος των Μνημονίων δεν ήρθε με έναν νόμο και ένα άρθρο, όπως επαγγέλλονταν τα κόμματα που κυβερνούν σήμερα, αλλά ούτε και με την έξοδο από το Μνημόνιο που υπέγραψαν τα ίδια ως αποτέλεσμα της υπερήφανης διαπραγμάτευσης. Το τέλος του τρίτου προγράμματος φέρνει τέταρτο πρόγραμμα, που θα περιλαμβάνει δεσμεύσεις στο πλαίσιο μιας ενισχυμένης επιτροπείας.
Ελάχιστη σημασία έχει, επομένως, εάν αυτό το νέο πρόγραμμα θα λέγεται Μνημόνιο ή κάπως αλλιώς. Ελάχιστη σημασία έχει εάν θα επιστρατευτεί και πάλι μια οργουελική «νέα ομιλία», όπως εκείνη που χρησιμοποιήθηκε το 2015 για να μετονομάσει την τρόικα σε θεσμούς. Σημασία έχει ότι η χώρα και οι πολίτες της θα παραμείνουν δέσμιοι μιας κατάστασης, η οποία πόρρω απέχει από τη γη της επαγγελίας που δεν σταματούσαν να υπόσχονται οι σημερινοί κυβερνώντες.
Η πορεία αυτή ήταν δυστυχώς προδιαγεγραμμένη. Ηταν εμφανές ότι η μεταμνημονιακή εποχή δεν θα ανέτελλε με μαξιμαλιστικές υποσχέσεις, εθνολαϊκιστικούς θουρίους και απειλές για νταούλια και Κούγκια. Η κρίση μέσα στην κρίση που δημιουργήθηκε εξαιτίας αυτής της αλόγιστης πολιτικής έφερε τρίτο Μνημόνιο. Κι όπως αποδεικνύεται, φέρνει και τέταρτο, δηλαδή νέα βάρη στους υπερφορτωμένους ώμους των πολιτών.
Αν έχει αξία αυτή η σύντομη αναδρομή είναι επειδή το παρελθόν αυτό είναι πολύ πρόσφατο για να μην αντλήσει το πολιτικό σύστημα χρήσιμα διδάγματα για το μέλλον. Είναι το ελάχιστο που οφείλει απέναντι στις επόμενες γενιές, οι οποίες καλούνται να πληρώσουν με το υποθηκευμένο μέλλον τους όχι τις αμαρτίες των γονέων τους, αλλά των ηγετών αυτών των τελευταίων.