Σε λίγες μέρες τα σιαμαία του Μαξίμου θα σβήσουν τρία κεράκια στην τούρτα τους. Είμαι σίγουρος ότι θα γιορτάσουν τα γενέθλιά τους με κάθε σεμνότητα, καθώς δεν θέλουν να προκαλέσουν το κοινό αίσθημα περισσότερο από όσο το προκαλούν καθημερινά. Αυτή όμως η αιδημοσύνη ουρσουλίνων καλογριών, το αυτάρεσκο κοκκίνισμα στα μάγουλα –«είμαι παρθένα και καμαρώνω» -, δεν πρέπει να μειώσει στα μάτια μας το επίτευγμά τους: είναι η μακροβιότερη κυβέρνηση της μνημονιακής εποχής. Εάν η μακροβιότητα θεωρηθεί αυτοσκοπός και αν η σκωπτική πολιτική ρήση «η εξουσία φθείρει μονάχα όσους δεν την κατέχουν» θεωρηθεί ως αξίωμα με καθολική ισχύ, τότε οφείλουμε πράγματι να συγχαρούμε τα σιαμαία για την επιτυχία τους. Ας τους υπενθυμίσουμε επίσης ότι ορισμένα από τα είδωλά τους –ο Φιντέλ Κάστρο, λόγου χάριν –έκοψαν με αποφασιστικότητα Μεγαλέξαντρου τον γόρδιο δεσμό της μακροβιότητας. Εάν το μοναδικό εμπόδιο στον δρόμο προς τη μακροβιότητα είναι οι εθνικές εκλογές, δεν πρέπει να επιτρέψουμε οι τελευταίες να έχουν και τον τελευταίο λόγο. Κάτι αντίστοιχο μουρμουρίζει χρόνια τώρα και ο Κουτσούμπας, αλλά αυτόν τον συμπαθούμε, διότι θεωρούμε πολύ πιο πιθανό (όπως θεωρούσε το 2011 ο Πάγκαλος για τον Τσίπρα) να μην μπει καν στη Βουλή παρά να πάρει κάποτε την εξουσία.
Κακίες. Ο Τσίπρας δεν έχει κανέναν λόγο να μην πάει σε εκλογές. Ενα ταχυδακτυλουργικό κόλπο που πέτυχε δύο φορές (τη δεύτερη μάλιστα, ας το παραδεχτούμε, κάτω από αντίξοες συνθήκες), γιατί να μην πετύχει και τρίτη; Μπορεί εκείνος ο γκρινιάρης που έφαγε το κεφάλι του, ο Αβραάμ Λίνκολν, να έλεγε «εξαπατάς λίγους για πάντα, όλους για λίγο, αλλά όχι όλους για πάντα» –μόνο που είναι εξαιρετικά δύσκολο να το διαπιστώσεις, πόσω μάλλον να το παραδεχθείς, τον καιρό ακόμη που το κόλπο πιάνει. Ο Τσίπρας έχει κατανοήσει ότι τόσο η μνήμη όσο και η κρίση είναι υπερτιμημένες αξίες, όταν αναφέρεσαι σε έναν ανερμάτιστο κι ευμετάβλητο, έναν κυριολεκτικά κυκλοθυμικό οργανισμό όπως το εκλογικό σώμα. Στους ψηφοφόρους δεν αποκλείεται και να τους δείξεις πώς γίνεται το κόλπο, να μαλλιάσει η γλώσσα σου αναλύοντας τον μηχανισμό του κόλπου, την τεχνική της απάτης, κι εκείνοι να ρίξουν πάλι την ψήφο τους γοητευμένοι και απορημένοι, όμοια με τότε που είδαν το κόλπο για πρώτη φορά. Ποιο όμως είναι αυτό το κόλπο; Το colpo grosso που, όχι μονάχα έφερε δύο τσαρλατάνους στην εξουσία, αλλά μπορεί να τους χαρίσει και μία τρίτη ευκαιρία;
Ας κάνουμε ένα πείραμα γιαλαντζί διαλογισμού. Ας κλείσουμε τα μάτια μας και τα αφτιά μας σε όλα τα οπτικά και τα ηχητικά ερεθίσματα που προσλαμβάνουμε τον Ιανουάριο του 2018. Ας αδειάσουμε το μυαλό μας από όλες τις αποπροσανατολιστικές ειδήσεις των ημερών. Οχι. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η Κίρκη. Δεν σαγηνεύει τα ανυποψίαστα ναυτάκια του Οδυσσέα ώστε να τα μεταμορφώσει σε γουρούνια. Δεν προσπαθεί απεγνωσμένα να εκμαυλίσει την Κεντροαριστερά. Δεν γλείφει εκεί που έφτυνε. Το αδειάσαμε; Ωραία. Ας μεταφερθούμε τώρα, όχι πολύ, μόλις πεντέξι χρόνια πίσω. Ας γεμίσουμε τις μπαταρίες μας με ερεθίσματα του 2012 και του 2013. Τότε που η Κεντροαριστερά, όχι μονάχα δεν ήταν η πολύφερνη νυφούλα για ένα συγκυβερνητικό συνοικέσιο, αλλά μια μνημονιακή βρωμιάρα που πουλούσε την ψυχή και το κορμί της στον Εξαποδώ. Τότε ποιαν ήθελε το γαμπρουδάκι; Μήπως αυτήν που τελικά παντρεύτηκε; Αστειεύεστε; Εκείνα τα ωραία χρόνια, και μόνο η νύξη για συνεργασία με τους ΑΝΕΛ αποτελούσε έγκλημα καθοσίωσης. Καλά, από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, δεν τολμούσε κανένας (έτσι τουλάχιστον πιστεύαμε εμείς, οι αδαείς βουλευτές του) ούτε να φανταστεί πώς θα μπορούσε να ταιριάξει τα χνώτα του με αυτό το παρδαλό ακροδεξιό μόρφωμα. Από τη μεριά των ΑΝΕΛ, τα ίδια. Μόνον ο Νότης Μαριάς, βουλευτής τότε των ΑΝΕΛ, είχε ψελλίσει κάτι μισόλογα για συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ και ο Τέρενς Κουίκ, άτεγκτος με τις ιδεολογικές παραφωνίες, είχε σπεύσει να τον επαναφέρει στην τάξη. Εάν σας έλεγα τότε πως, πέντε χρόνια αργότερα, ο φιλοσυριζαίος Νότης Μαριάς θα είχε ανεξαρτητοποιηθεί από τους ΑΝΕΛ και θα αρμένιζε αδέσποτος στην Ευρωβουλή, ενόσω ο αντισυριζαίος Τέρενς Κουίκ θα επιβραβευόταν στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με ένα υπουργικό γλειφιτζούρι, σίγουρα θα βάζατε τα γέλια. Θα έβαζα τα γέλια κι εγώ με τη φαντασιακή μου ακράτεια.Τότε, θέλετε το πιστεύετε, θέλετε όχι –και μάρτυράς μου το YouTube –ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε δύο νυφούλες: το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Μη νομίζετε, το ΚΚΕ τον έφτυνε από τότε (αν κι αισθητά λιγότερο από σήμερα, δεν υποψιαζόταν καν το μέγεθος του οπορτουνισμού του), αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ, σαν τυπικό γραμματόσημο, όσο πιο πολύ τον έφτυνε, τόσο πιο πολύ κολλούσε. Ξεροστάλιαζε κάτω από το μπαλκόνι του ΚΚΕ με την κιθάρα του περιμένοντας καρτερικά τον επόμενο κουβά με τα απόνερα. Αυτό το σπαραξικάρδιο κόρτε μπορεί να μη βρήκε ανταπόκριση στην ηγεσία του ΚΚΕ, αλλά άγγιξε πολλές κομμουνιστικές καρδιές που, το καλοκαίρι του 2012, μετακόμισαν μαζικά στο κονάκι του Τσίπρα (βλέπετε, ο καρδιοκατακτητής δεν ήταν τόσο κορόιδο όσο έδειχνε). Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πάλι; Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν ξεχωριστή περίπτωση. Καρκινοβατούσε πάντα γύρω από το 1% και οι πιθανότητες να μπει κάποτε στη Βουλή ήταν δυσδιάκριτα περισσότερες από τις πιθανότητες του Δημοσθένη Βεργή. Ομοια με την άχαρη Σίσι Σπέισικ στην Κάρι του Μπράιαν ντε Πάλμα, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ γνώριζε πως δεν είχε καμία δυνατότητα να θέλξει το πιο όμορφο αγόρι της τάξης της, αλλά ένιωθε κολακευμένη που εκείνο την είχε καλέσει να το συνοδεύσει στον χορό των αποφοίτων (με ολέθριες συνέπειες). Οταν ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την εξουσία, με τον τρόπο που την πήρε και με τον τρόπο που την κράτησε, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επιτέλους κατάλαβε πως δεν θα ανέβαινε ποτέ μαζί του τα σκαλιά της εκκλησίας. Μόνο μια θέση θα υπήρχε παντοτινά διαθέσιμη για εκείνην. Απέναντί του.
Ο θεατρικός συγγραφέας Γιώργος Μανιώτης πήγαινε συχνά σε γάμους και έλεγε στωικά όταν πλησίαζε η νύφη: «Κάντε στην μπάντα. Περνάει η νικήτρια». Προς δυσάρεστη έκπληξη πολλών εκ των παρισταμένων, ξενύχιασε τον Τσίπρα ο Καμμένος: όχι μόνο η γυνή δεν θα φοβόταν τον άνδρα, αλλά θα τον είχε και να στέκεται σούζα. Ο γαμπρός ζήτησε από τη νύφη ως προίκα τις βουλευτικές της έδρες –ούτε ιδεολογική σύγκλιση, ούτε άλλα κουραφέξαλα. Η νύφη εξασφάλισε ως αντάλλαγμα υπουργεία για τη μισή Κοινοβουλευτική της Ομάδα. Εμείς μοιραστήκαμε τα κουφέτα. Ηταν ένα αξέχαστο μάθημα πολιτικού αμοραλισμού. Ο γάμος της χρονιάς. Το colpo grosso.