Με την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου αποκρυσταλλώνεται η εικόνα μιας Ελλάδας που φέρει την υπογραφή της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Μια Ελλάδα που η δημόσια περιουσία, πλήρως υποθηκευμένη μέσω του Υπερταμείου, λειτουργεί ως εγγύηση για τους πιστωτές. Μια Ελλάδα που η οικονομική πολιτική της είναι υπό επιτήρηση ώς το 2060. Μια Ελλάδα χωρίς μεσαία τάξη.
Η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης –με τα δύο πρώτα Μνημόνια –μεταφράστηκε στην Ελλάδα σε πολιτική αποδιάρθρωσης των μεσαίων και μικρομεσαίων στρωμάτων.
Το τρίτο Μνημόνιο –Μνημόνιο ΣΥΡΙΖΑ –χτύπησε τα στρώματα που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Δηλαδή την πτωχοποιημένη μεσαία τάξη και τους πτωχότερους, τους πιο αδύναμους της κοινωνίας.
Το νέο Ασφαλιστικό, οι μειώσεις συντάξεων και η κατάργηση του ΕΚΑΣ πλήττουν τους χαμηλοσυνταξιούχους. Το μειωμένο αφορολόγητο πλήττει τα χαμηλά εισοδήματα. Οι εισφορές πλήττουν τους ελεύθερους επαγγελματίες. Το αποδιαρθρωμένο πλαίσιο προστασίας της Α’ κατοικίας και η επιτάχυνση των διαδικασιών για την επίλυση του τεράστιου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων χρεών πλήττει την ακίνητη περιουσία νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να επιβραδύνει την αποσύνδεσή του από την κοινωνία, επιδιώκοντας να εγκλωβίσει σε σχέσεις πολιτικής συναλλαγής και εξάρτησης τα στρώματα τα οποία εγκλώβισε στην ανέχεια και στον κοινωνικό αποκλεισμό.
Αντί για οριζόντια επιδόματα τέκνων στο 1,7% του ΑΕΠ –αυτός είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος, εμείς είμαστε στο 0,5% –και ευρεία χρήση του εισοδήματος κοινωνικής αλληλεγγύης, αντί για επιδότηση σχολικών δαπανών και παρακολούθησης για τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, ο ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόζει πολιτική έκτακτων επιδομάτων και κοινωνικών μερισμάτων.
Η κοινωνική και πολιτική πολτοποίηση της τελευταίας οκταετίας πλήττει και διαβρώνει θεσμούς που λειτουργούσαν ως πυλώνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και μειώνει τις γραμμές άμυνας των εργαζομένων, των ανέργων, των νέων, οδηγώντας σε στρεβλώσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αποσύνδεση του συνδικαλιστικού κινήματος από τις ανάγκες των εργαζομένων και των ανέργων. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, ιδιαίτερα στις ΔΕΚΟ και στο Δημόσιο, αλλά και σε ορισμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις, είναι απαξιωμένες γιατί οι αποφάσεις παίρνονται από μια «πεφωτισμένη» μερίδα της συνδικαλιστικής ηγεσίας.
Ο ελεγκτικός ρόλος του κράτους προς αποτροπή της εκμετάλλευσης, η αντιμετώπιση της αδήλωτης και μαύρης εργασίας, η μείωση της ανεργίας, η επιτάχυνση της ανάπτυξης, η μείωση της γραφειοκρατίας, οι επενδύσεις και τα αναπτυξιακά έργα θα πρέπει να μπουν στο επίκεντρο της δράσης και του ενδιαφέροντος των εκπροσώπων των εργαζομένων. Νέες μορφές πάλης και συνεννόησης αναδύονται ερήμην των συνδικαλιστικών ηγεσιών.
Υπό αυτήν την έννοια η διάταξη του πολυνομοσχεδίου για τις απεργίες, την οποία και στήριξα, βοηθάει και τους εργαζομένους και την ηγεσία του συνδικαλισμού, ώστε να ανακτήσουν τη διαπραγματευτική τους ισχύ και να επανακαθορίσουν τον τρόπο λήψης των αποφάσεων, ώστε να λαμβάνονται από τους εργαζομένους και να είναι προς όφελος των εργαζομένων.
Ο Χάρης Θεοχάρης είναι βουλευτής της Β’ Αθήνας