Και ξαφνικά, ενώ από τις αρχές του προηγούμενου χρόνου υπήρχε μία περιορισμένη μεν, αλλά σταθερή ανάκαμψη της αίσθησης για την πορεία των πραγμάτων και την εξέλιξη του οικονομικού κλίματος, το τελευταίο δίμηνο η τάση αυτή ανεκόπη και παρουσιάζει σημάδια στασιμότητας. Το ποσοστό όσων θεωρούν ότι «η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση» παραμένει στο 22% (όσο και τον Δεκέμβριο) ενώ και ο δείκτης οικονομικού κλίματος κινείται στο -56 ενώ τον Νοέμβριο είχε φτάσει στο -54 (υποχώρηση 2 μονάδων). Ωστόσο και οι δύο αυτοί δείκτες ενσωματώνουν στις τιμές τους όχι μόνο την τρέχουσα κατάσταση αλλά και την αίσθηση της γενικής προοπτικής.
Αυτό φαίνεται από την αποτίμηση της τρέχουσας προσωπικής κατάστασης. Το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι «σήμερα είναι σε καλύτερη θέση συγκριτικά με ένα χρόνο πριν» συνεχίζει σταδιακά να βελτιώνεται (και έχει φτάσει από το 7% του περασμένου Ιανουαρίου στο 16% σήμερα).
Αν δει κανείς και τους δείκτες ικανοποίησης από την κυβέρνηση οι οποίοι επίσης παρουσιάζουν μια σταδιακή μικρή βελτίωση (19% θετικές αξιολογήσεις για το έργο της σήμερα από το 11% του περασμένου Ιανουαρίου) το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι ενώ η αποτίμηση της τρέχουσας κατάστασης παρουσιάζει έστω και μία αργόσυρτη βελτίωση, οι αντιλαμβανόμενες προοπτικές της χώρας είναι αβέβαιες.
Ομως και οι επιδόσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν είναι τέτοιες που να δημιουργούν ένα κλίμα προσδοκιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αξιολόγησή της παραμένει εντυπωσιακά στάσιμη εδώ και δύο χρόνια με 21% θετικές κρίσεις και 67% αρνητικές, ακριβώς δηλαδή στα επίπεδα του Φεβρουαρίου του 2016. Βέβαια η αξιολόγηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος επανήλθε στην πρώτη θέση της δημοφιλίας των πολιτικών αρχηγών, είναι σαφώς καλύτερη από αυτή του κόμματος με 29% θετικές κρίσεις, ωστόσο η απόσταση των 8 μονάδων που τον χωρίζει από το κόμμα είναι σημαντική και ως ένα βαθμό –ενδεχομένως –να δημιουργεί ένα αίσθημα «απόστασης» του επικεφαλής από το «πολιτικό υποκείμενο», το οποίο χρειάζεται αναμφισβήτητα να βελτιώσει την εικόνα του.
Η ίδια παρατήρηση μπορεί να γίνει και για τον Αλέξη Τσίπρα ο οποίος βελτιώνει τις προσωπικές επιδόσεις του ταχύτερα από ό,τι η κυβέρνησή του. Από το καλοκαίρι και μετά παρουσιάζει άνοδο 5 ποσοστιαίων μονάδων σε δημοτικότητα και επίσης έχει μειώσει σημαντικά τη διαφορά που τον χωρίζει από τον Κ. Μητσοτάκη στο ερώτημα της «πρωθυπουργικής καταλληλότητας» από το μέγιστο των 13 μονάδων που κατεγράφη πέρυσι τον Ιούνιο, όταν καθυστερούσε η δεύτερη αξιολόγηση, στις 6 μονάδες τώρα (αυθόρμητες αναφορές για καταλληλότερο Πρωθυπουργό: 25% ο Κ. Μητσοτάκης και 19% ο Α. Τσίπρας). Στις συνθήκες αυτές δεν παρατηρούνται και αξιόλογες μεταβολές στους κομματικούς συσχετισμούς. Η ΝΔ στην εκτίμηση ψήφου συνεχίζει να κινείται πάνω από το 35%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει έδαφος σταδιακά αλλά συνεχίζει να απέχει με διψήφια διαφορά (εκτίμηση ψήφου (24,9%).
Οι πλέον αξιοσημείωτες μεταβολές είναι:
Η μείωση της εκτίμησης ψήφου για το Κίνημα Αλλαγής από το 12% του Δεκεμβρίου στο 9,8% τώρα, η οποία ενδεχομένως να οφείλεται στο μεσοδιάστημα που διανύει ανάμεσα στην εκλογή επικεφαλής και το ιδρυτικό του συνέδριο, αλλά και η ενίσχυση εξωκοινοβουλευτικών σχημάτων όπως η Πλεύση Ελευθερίας και η Ελληνική Λύση. Σημειώνουμε επίσης και την οριακή θέση της Ενωσης Κεντρώων, η οποία τον περασμένο μήνα βρέθηκε για πρώτη φορά στις μετρήσεις μας κάτω από το όριο του 3% ενώ τώρα το ξεπερνά οριακά με 3,2%.
Αστάθεια
Ωστόσο, μπορεί σύντομα να αποδειχθεί ότι η εικόνα της στασιμότητας ενδεχομένως να ανατραπεί μιας και δεν έχει την έννοια της σταθερότητας. Κάθε άλλο. Στη δημόσια ατζέντα έρχεται να προστεθεί και το θέμα της ονομασίας της FYROM. Ενα θέμα που μπορεί να έχει απρόβλεπτες συνέπειες και να προκαλέσει ανακατατάξεις.
Εισαγωγικά να σημειώσουμε ότι υπάρχει μία οριακή πλειοψηφία η οποία θεωρεί ότι στο θέμα της ονομασίας της FYROM «υπάρχουν περιθώρια για μια συμβιβαστική λύση αποδεκτή και από τις δύο πλευρές» με ποσοστό 50% έναντι ποσοστού 44% το οποίο θεωρεί πως δεν υπάρχουν. Ωστόσο στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας – Θράκης η εικόνα αντιστρέφεται, με το 52% να θεωρεί πως δεν υπάρχουν περιθώρια διαπραγμάτευσης.
Ο έλεγχος αποδοχής κάποιων πιθανών ονομασιών που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο δείχνει να απορρίπτονται με μεγάλες πλειοψηφίες
Το «Ανω Μακεδονία» από το 78% ενώ σε ένα τυχαιοποιημένο έλεγχο το «Νέα Μακεδονία» από το 82% και το «Nova Makedonija» από το 77%.
Σε κάθε περίπτωση, το 61% των ερωτηθέντων θεωρεί πως αν υπάρξει συμφωνία στις διαπραγματεύσεις, η τελική απόφαση πρέπει να ληφθεί με δημοψήφισμα, ενώ μόνο ένας στους τρεις (35%) θεωρεί ότι πρέπει να ληφθεί μέσω της κοινοβουλευτικής ψήφου. Μόνο οι ψηφοφόροι του Ποταμιού με συντριπτική πλειοψηφία της τάξεως του 85% προκρίνουν την κοινοβουλευτική διαδικασία ενώ στον αντίποδα οι ψηφοφόροι της ΧΑ ζητούν δημοψήφισμα σε ποσοστό 90%!
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση και ευρύτερα ο πολιτικός κόσμος θα βρεθούν μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις που είναι δύσκολο να διευθετηθούν χωρίς ομοψυχία.
Ας ελπίσουμε για το καλύτερο.
Ο Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis