Οταν οι δημοσιογράφοι τον προσφωνούσαν «θρύλο», εκείνος υπενθύμιζε την ταπεινή καταγωγή του: «όλοι στην Αφρική», έλεγε, «από ένα χωριό προέρχονται· όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται γυμνοί. Ακόμα και τον Νέλσον Μαντέλα, παρότι ο υπόλοιπος κόσμος τον χαρακτήριζε έτσι, εμείς τον φωνάζαμε με το όνομά του». Κι όμως, ο Χιου Μασεκέλα, ο νοτιοαφρικανός τρομπετίστας που επί πέντε δεκαετίες, διέδωσε με τη μουσική του τους αγώνες κατά του απαρτχάιντ και τις ελπίδες του λαού του σε ολόκληρο τον κόσμο, μετά τον θάνατό του από καρκίνο του προστάτη, χτες Τρίτη, σε ηλικία 78 ετών, ως «θρύλος» αποχαιρετίστηκε. «Το έθνος μας», δήλωνε ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Τζέικομπ Ζούμα, «θρηνεί έναν άνθρωπο που κράτησε τη δάδα της ελευθερίας αναμμένη».
Γεννήθηκε το 1939 στο περιτριγυρισμένο από ανθρακωρυχεία και ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες Γουίτμπανκ. Ανατράφηκε από τη γιαγιά του, ιδιοκτήτρια ενός μπαρ γεμάτου εργάτες κι ο ίδιος μπλεκόταν στα πόδια τους, στις ιστορίες και τα τραγούδια τους. Ηταν ατίθασος αλλά και φιλόμουσος κι από τη στιγμή που είδε το «Young man with a horn» με τον Κερκ Ντάγκλας, ήξερε τι να απαντήσει στον ακτιβιστή επίσκοπο Τρέβορ Χάντλστον, που έψαχνε πώς να τον ξεμπλέξει: «πάτερ, βρες μου μια τρομπέτα και δεν θα ξαναενοχλήσω κανέναν». Σύντομα ίδρυσε την πρώτη μπίμποπ μπάντα της χώρας, τους Jazz Epistles. Το 1960, μετά τη «σφαγή του Σάρπβιλ», πήγε στο Λονδίνο για σπουδές. Από εκεί, με τη βοήθεια της τραγουδίστριας και μετέπειτα γυναίκας του Μίριαμ Μακέμπα, αλλά και του Χάρι Μπελαφόντε, έφτασε στην Αμερική, όπου γνώρισε τον Λούις Αρμστρονγκ και τον Μάιλς Ντέιβις. «Μου είπαν “αν παίξεις τζαζ, θα καταλήξεις μια στατιστική, όπως όλοι μας. Γιατί δεν ενσωματώνεις στοιχεία από τη μουσική της πατρίδας σου;”».
Δίσκοι όπως «Home is where the music is», τραγούδια σαν τα «Grazing in the grass» (μια ωδή στο καλοκαίρι), «Soweto Blues» (ένας ύμνος για τα θύματα της ομώνυμης εξέγερσης) και «Bring him back home» (ένα κάλεσμα για την απελευθέρωση του Μαντέλα), συμμετοχές σε φεστιβάλ όπως το Monterey Pop και συνεργασίες σαν εκείνες με τον Φέλα Κούτι ή τον Πολ Σάιμον αποδείκνυαν ότι ο Μασεκέλα μπορούσε να κινηθεί εντός των ορίων της r&b, της ποπ, αλλά και της μουσικής παράδοσης της χώρας του, με ένα ιδίωμα που χαρακτηρίστηκε ως νοτιοαφρικανική τζαζ. Οι καταχρήσεις δεν έλειψαν, ούτε όμως και οι προσπάθειες να βοηθήσει όσους το είχαν ανάγκη: το 1985 ίδρυσε τη Διεθνή Μουσική Σχολή της Μποτσουάνα και το 1990 έστησε το «MAPSA», ένα πρόγραμμα στήριξης καλλιτεχνών με προβλήματα εξάρτησης. Το 2010 έπαιξε στην τελετή έναρξης του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου της χώρας του, ενώ το 2014, έδωσε το όνομά του σε ένα μουσικό φεστιβάλ του Σοβέτο. Ηξερε τι έκανε: «Το τραγούδι», έλεγε κάποτε, «είναι σαν τη λογοτεχνία της Νότιας Αφρικής. Και δεν υπάρχει διαδήλωση που να μην καταλήξει σε αυτό».