Συμβαίνει μόνο στην Σουηδία και κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς γιατί: εκατοντάδες παιδιά πέφτουν σε κώμα αφότου πληροφορούνται πως οι οικογένειές τους θα απελαθούν. Πλήθος παιδιά από προσφυγικές οικογένειες φέρεται να πάσχουν από το λεγόμενο «σύνδρομο παραίτησης», πέφτουν σε μια κατάσταση που μοιάζει με κώμα, «γίνονται εντελώς παθητικά, ακίνητα, δεν μιλούν, δεν μπορούν να φάνε ή να πιουν και δεν αντιδρούν σε κανένα σωματικό ερέθισμα ή πόνο», όπως περιγράφει η ιατρική ένωση της χώρας. Μένουν ξαπλωμένα ή μετακινούνται με αναπηρικά καροτσάκι και λαμβάνουν τροφή με σωληνάκι. Από τις εξετάσεις δεν φαίνεται να έχει υποστεί βλάβη ο εγκέφαλός τους. Κάπιοι γιατροί κάνουν λόγο για «βαθιά επιθυμία θανάτου», καθώς αυτό παρατηρείται σε παιδιά οικογενειών στις οποίες η χώρα αρνείται να παραχωρήσει άσυλο και έτσι το μέλλον τους είναι εντελώς αβέβαιο.
Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο στη Σουηδία, αλλά έχει ενταθεί με την άφιξη του νέου προσφυγικού κύματος τα τελευταία χρόνια. Τα πρώτα κρούσματα εμφανίσθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1990 σε παιδιά προσφύγων που είχαν φθάσει στη χώρα από την πρώην Σοβιετική Ενωση ή την πρώην Γιουγκοσλαβία. Και εκείνα υπέκυπταν στο σύνδρομο παραίτησης όταν μάθαιναν πως οι Αρχές δεν επέτρεπαν στις οικογένειές τους να παραμείνουν στη Σουηδία. Οι γιατροί έχουν ερευνήσει χιλιάδες υποθέσεις και αναφέρονται σε «επιδημική υστερία», χωρίς όμως να μπορούν να διαγνώσουν επακριβώς τα αίτια. Αρχικά έγινε προσπάθεια να αποδοθεί στο άγχος, όμως αυτό παρότι πυροδοτεί την κατάσταση δεν εξηγεί γιατί το φαινόμενο παρατηρείται μόνο στη Σουηδία ή συγκεκριμένα σε κάποιες ομάδες προσφύγων και όχι σε άλλες που ζουν στις ίδιες αβέβαιες συνθήκες.
Η ασθένεια είναι περίεργη. Συμπτώματά της παρουσιάζουν παιδιά και έφηβοι μεταξύ 7 και 17 ετών. Η άποψη την οποία δέχονται οι ψυχολόγοι είναι πως οι ενήλικοι έχουν άτομα που εξαρτώνται από εκείνους και δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να χάσει τον έλεγχο. Τα παιδιά όμως υποβάλλονται σε ιδιαίτερα στρεσογόνες καταστάσεις και σωματοποιούν τα προβλήματα των οικογενειών τους πέφτοντας σε κώμα. «Νομίζω ότι πρόκειται για ένα είδος αυτοπροστασίας, είναι σαν την Χιονάτη», λέει η Ελίζαμπεθ Χάλτκραντς, από τους Γιατρούς του Κόσμου που φροντίζουν τα παιδιά.
Δύο δεκαετίες αφότου εντοπίστηκε το πρώτο κρούσμα, το μεγάλο αίνιγμα του γιατί συμβαίνει μόνο στη Σουηδία δεν έχει επιλυθεί. Μεταξύ 2015 και 2016, το Εθνικό Συμβούλιο Υγείας κατέγραψε επισήμως 169 περιπτώσεις. Ο επικεφαλής της έρευνας Καρλ Σάλιν, νευροβιολόγος και παιδίατρος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά εσωτερικοποιούν μοτίβα συμπεριφοράς. Ο κίνδυνος που αυτό ενέχει είναι η δημιουργία ενός «ντόμινο». Το ηθικό δίλημμα, λέει, που αντιμετωπίζει η κοινωνία είναι ότι εάν τα παιδιά με το σύνδρομο παραίτησης δεν λάβουν φροντίδα, θα πεθάνουν. Ομως το γεγονός ότι την λαμβάνουν και ταυτόχρονα τα περιστατικά γίνονται γνωστά, ιδιαίτερα μέσα στις κοινότητες των προσφύγων, ίσως προκαλούν νέα κρούσματα.
Το φαινόμενο, παρότι παρατηρείται δύο δεκαετίες, έγινε γνωστό εκτός Σουηδίας σε περσινό ρεπορτάζ του περιοδικού «New Yorker». Αυτό κινητοποίησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού που διαμαρτυρήθηκε για το γεγονός ότι οι απελάσεις συνεχίζονται παρά τον μεγάλο αριθμό θυμάτων. Ως αποτέλεσμα, πέντε από τα επτά μεγαλύτερα κόμματα της χώρας ζήτησαν αμνηστία για τα θύματα και περισσότεροι από 60.000 σουηδοί πολίτες υπέγραψαν διαμαρτυρία με την οποία ζητούν να σταματήσει η απέλαση των παιδιών αυτών.
Χάρη σε όλα αυτά, το Κοινοβούλιο επέτρεψε σε 30.000 οικογένειες προσφύγων υπό απέλαση να υποβάλουν αίτηση επανεξέτασης του αιτήματός τους. Δεν λείπουν και οι καχύποπτοι που πιστεύουν ότι τα παιδιά προσποιούνται για να σώσουν τις οικογένειές τους, όμως οι γιατροί έχουν εντοπίσει ελάχιστες τέτοιες περιπτώσεις.