Γιατί κάποιοι καταναλώνουν γλυκά από το πρωί έως το βράδυ χωρίς να διαγνωσθούν ποτέ με σακχαρώδη διαβήτη, ενώ άλλοι που ακολουθούν μία ισορροπημένη διατροφή, μειώνοντας στο μίνιμουμ τους γλυκούς πειρασμούς, νοσούν;

Στην ερώτηση αυτή δεν υπάρχει εύκολη απάντηση, παρότι η επιστημονική κοινότητα παγκοσμίως μελετά τον σακχαρώδη διαβήτη, δεδομένου ότι χρόνο με τον χρόνο εξελίσσεται σε μάστιγα. Εντούτοις δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί όλα τα μυστικά του, ούτε έχει ανακαλυφθεί το φάρμακο που θα θεραπεύει τη νόσο.

Ειδικότερα, ο επιπολασμός του διαβήτη στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα υψηλός και παρουσιάζει αυξητική τάση τις τελευταίες δεκαετίες. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της πανελλαδικής μελέτης ΕΜΕΝΟ (Εθνική Μελέτη Νοσηρότητας και Παραγόντων Κινδύνου), που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία των ιατρικών σχολών της χώρας και ολοκληρώθηκε το 2016, η συχνότητα του διαβήτη τύπου 2 έχει τετραπλασιασθεί τα τελευταία 30 χρόνια. Μοιραία υπολογίζεται ότι σήμερα το 11%-12% του πληθυσμού νοσεί.

Επιπρόσθετα, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται αύξηση και της συχνότητας του διαβήτη τύπου 1 (περίπου 3% κάθε χρόνο), που αν και αφορούσε κατά κανόνα μικρές ηλικίες, τα τελευταία χρόνια εμφανίζεται σε μεγαλύτερες (μετά τα 40) σε ποσοστό άνω του 40%.

Οπως δε προκύπτει από τα παγκόσμια δεδομένα, η χώρα μας αποτελεί έναν μόνο κρίκο της αλυσίδας τους προβλήματος.

Ειδικότερα, 415 εκατομμύρια άνθρωποι (δηλαδή, ένας στους έντεκα ενηλίκους παγκοσμίως) πάσχουν από διαβήτη, ενώ το νούμερο αυτό αναμένεται να εκτοξευθεί στα 642 εκατομμύρια έως το 2020.

Τι είναι όμως ο σακχαρώδης διαβήτης; Υπάρχουν μέτρα πρόληψης; Ποια είναι τα πρώτα σημάδια της νόσου; Το ένθετο «Υγεία» επιχειρεί να ρίξει φως σε μία νόσο που απειλεί όλους μας, ανεξαιρέτως, συγκεντρώνοντας στοιχεία από έγκριτες πηγές όπως είναι το αρχείο της Mayo Clinic, από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, από την Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία και από την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία.

Τα δύο… πρόσωπα του διαβήτη

Η ινσουλίνη είναι εξαιρετικά σημαντική ορμόνη και η παρουσία της είναι καθοριστική για τον μεταβολισμό, όχι μόνο της γλυκόζης, αλλά και των πρωτεϊνών και των λιπιδίων, ώστε να επιτυγχάνεται η σωστή διαχείριση των συστατικών της τροφής με τελικό σκοπό την παραγωγή ενέργειας για τα κύτταρα.

Οταν η ινσουλίνη δεν παράγεται ή όταν δεν μπορεί να δράσει στα κύτταρα, τότε αυξάνονται τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα και προκαλείται ο διαβήτης.

Υπάρχουν δύο βασικοί τύποι διαβήτη με τελείως διαφορετική παθογένεια. Ειδικότερα, στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (ΣΔτ1) δεν παράγεται ινσουλίνη. Ο μηχανισμός είναι αυτοάνοσος, δηλαδή τα κύτταρα του αίματος τα οποία έχουν αποστολή να καταστρέφουν εισβολείς (π.χ. ιούς και μικρόβια) στρέφονται εναντίον των κυττάρων του παγκρέατος που παράγουν την ινσουλίνη και τα καταστρέφουν.

Αντίθετα, στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2) η κύρια διαταραχή δεν είναι η έλλειψη ινσουλίνης αλλά η αδυναμία των κυττάρων του σώματος να ανταποκρίνονται στη δράση της (γνωστή και ως «αντίσταση στην ινσουλίνη»). Αυτός είναι και ο λόγος που, σε αντίθεση με τον ΣΔτ1 ο οποίος χρειάζεται ινσουλίνη αμέσως μετά τη διάγνωση, ο ΣΔτ2 αντιμετωπίζεται με χάπια ή ενέσιμες αγωγές.

Τα συμπτώματα

Χαρακτηριστικό του διαβήτη τύπου 2 είναι ότι αναπτύσσεται ύπουλα και για πολλά χρόνια (10-15) χωρίς να προειδοποιεί.

Αντίθετα, ο διαβήτης τύπου 1 εξελίσσεται πολύ πιο γρήγορα και εκδηλώνεται με έντονα και «θορυβώδη» συμπτώματα.

Πάντως και στους δύο τύπους υπάρχουν κάποια κοινά σημάδια που πρέπει να βάλουν τους ασθενείς σε υποψία, ώστε να κλείσουν αμέσως ραντεβού με τον γιατρό τους.

– Αυξημένη δίψα

– Πολυουρία / συχνοουρία

– Εντονο αίσθημα πείνας

– Ανεξήγητη απώλεια βάρους

– Αυξημένα επίπεδα κετονών στα ούρα (υποπροϊόντα του μεταβολισμού του λίπους υπό την απουσία επαρκούς ινσουλίνης)

– Κόπωση

– Ευερεθιστότητα

– Θολή όραση

– Αργή επούλωση πληγών

– Συχνές λοιμώξεις (π.χ. δέρματος ή γεννητικών οργάνων)