Το Νταβός αποτελεί παρελθόν, η διαπραγμάτευση για το Ονοματολογικό της ΠΓΔΜ τρέχει, και τώρα ο Αλέξης Τσίπρας καλείται να πάρει αποφάσεις για τα επόμενα βήματά του. Ειδικά για το Σκοπιανό, εν μέσω πυρών από την αντιπολίτευση και κατηγοριών για «μυστική διπλωματία», ο Πρωθυπουργός δεν διαθέτει άλλα περιθώρια και καλείται πλέον να ενημερώσει για όσα συζήτησε και συμφώνησε με τον Ζόραν Ζάεφ στο ελβετικό θέρετρο.
Δίχως να έχει ακόμη ξεκαθαριστεί ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει αυτό, πρώτη κίνηση του Πρωθυπουργού θα είναι η ενημέρωση του Προέδρου της Δημοκρατίας. Προς τούτο, ο Τσίπρας δεν αποκλείεται να περάσει το κατώφλι του Προεδρικού Μεγάρου ακόμη και σήμερα, για να ακολουθήσει ενημέρωση της κυβέρνησης (Υπουργικό Συμβούλιο) και του ΣΥΡΙΖΑ. Η πρωτοβουλία του δεν συνεπάγεται αυτομάτως σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Το αντίθετο μάλιστα, αφού η ιδέα δεν ενθουσιάζει τον Πρωθυπουργό και τους συνεργάτες του, οι οποίοι προκρίνουν ως λύση τις διαδοχικές κατ’ ιδίαν συναντήσεις, όπως συνέβη με το Κυπριακό. Ομως τα νέα δεδομένα που προέκυψαν με τη στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Φώφης Γεννηματά, οι οποίοι εμμέσως πλην σαφώς έχουν προειδοποιήσει ότι δεν πρόκειται να ανταποκριθούν στην πρωθυπουργική πρόσκληση, οδηγούν σε δεύτερες σκέψεις το Μαξίμου.
Ετσι, όλο και περισσότερο κερδίζει έδαφος η ιδέα μιας κοινοβουλευτικής αναμέτρησης, ιδιαίτερα από τη στιγμή που στο κυβερνητικό στρατόπεδο θεωρούν πως ο Τσίπρας υπερτερεί σημαντικά του Μητσοτάκη στο βήμα της Βουλής. Η επιλογή, δηλαδή, σ’ αυτή την περίπτωση θα είναι η ενημέρωση της Ολομέλειας με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού, όπως ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής, και η διεξαγωγή μιας συζήτησης που προσομοιάζει με προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση αρχηγών –δίχως πάντως να αποκλείονται (και) η σύγκληση του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής και η ενημέρωση των κομμάτων από τον υπουργό Κοτζιά. Η κυβέρνηση, άλλωστε, επιμένει γενικότερα ότι το Σκοπιανό αποτελεί ζήτημα που θα λυθεί σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, με την έννοια ότι έχει ήδη προαναγγείλει ότι θα φέρει προς ψήφιση τυχόν συμφωνία με την ΠΓΔΜ.
Δεν ψηφίζουν, αλλά… στηρίζουν!
Από τη συγκεκριμένη σταθερά ξεκινούν και τα σενάρια για τη στάση των ΑΝΕΛ και την τύχη του κυβερνητικού συνασπισμού, δεδομένου ότι ο Πάνος Καμμένος και το κόμμα του εμφανίζονται ανένδοτοι και αρνούνται τη χρήση του όρου «Μακεδονία» για το Ονοματολογικό, ενώ το Μαξίμου απορρίπτει την πρότασή του για δημοψήφισμα. Παρά τα αλλεπάλληλα μηνύματα που στέλνουν τις τελευταίες ημέρες προς την πλευρά Καμμένου – ΑΝΕΛ υπουργοί, βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και την πίεση που τους ασκούν, κοινή διαπίστωση στα επιτελεία και των δύο εταίρων είναι πως η κυβέρνηση δεν πρόκειται να πέσει από τον Καμμένο και τους ΑΝΕΛ, πόσω μάλλον για ένα τόσο σοβαρό εθνικό ζήτημα. Αποψη την οποία εξέφρασε σε συνέντευξή του (Σκάι) και ο γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των ΑΝΕΛ Θανάσης Παπαχριστόπουλος: «Λέω κατηγορηματικά ότι η κυβέρνηση να πέσει από τους ΑΝΕΛ, γι’ αυτό το ζήτημα, δεν υπάρχει περίπτωση».
Με άλλα λόγια, κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ ακόμη και την τελευταία στιγμή θα πειστεί να ψηφίσει τη συμφωνία για την ΠΓΔΜ (εφόσον υπάρξει) και πως δεν πρόκειται να αναλάβει την πολιτική ευθύνη κατάρρευσης της κυβέρνησης –«να γίνει Σαμαράς», όπως με γλαφυρό τρόπο περιέγραψαν υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ, ο Πρόεδρος της Βουλής, αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Τα ίδια στελέχη απορρίπτουν τους ισχυρισμούς περί σοβαρού πολιτικού προβλήματος που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση στην περίπτωση καταψήφισης μιας συμφωνίας για το Σκοπιανό από τους ΑΝΕΛ, υποστηρίζοντας πως η κυβερνητική συνεργασία έχει ούτως ή άλλως ημερομηνία λήξης τις εκλογές.
Την ίδια στιγμή κι ενώ η ένταση στο τρίγωνο Μαξίμου – Κουμουνδούρου – Πειραιώς κορυφώνεται, στόχος της κυβέρνησης στην πολιτική σκακιέρα δεν είναι μόνο η ΝΔ. Μέσα από τις κυβερνητικές διαρροές για όσα συζητήθηκαν στη συνάντηση Τσίπρα – Ζάεφ για τη διπλή ονομασία («Μακεδονία – Σκόπια») και τις αναφορές σε «προηγούμενες κυβερνήσεις που συζητούσαν για την αποδοχή της», το Μαξίμου επιδιώκει να πιέσει τη Δημοκρατική Συμπαράταξη. Υπονοεί, δηλαδή, την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και συγκεκριμένα του Κώστα Σημίτη, με τον Γιώργο Παπανδρέου ως υπουργό Εξωτερικών. Αλλωστε, ο σημερινός διάδοχός του –και πρώην σύμβουλός του –Νίκος Κοτζιάς διαμήνυσε, πριν ακόμη από τη συνάντηση Τσίπρα – Ζάεφ, με νόημα προς την αντιπολίτευση ότι «υπάρχουν γραπτά από τις διαπραγματεύσεις».