Οι διεργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει. Μπορεί το χρονικό διάστημα έως τα μέσα Μαρτίου, οπότε αναμένεται η νέα κάθοδος της τρόικας στην Αθήνα, να φαντάζει ως νεκρός χρόνος, η πραγματικότητα είναι όμως εντελώς διαφορετική. Οι συζητήσεις στο τρίγωνο Βερολίνου – Ουάσιγκτον – Λουξεμβούργου όπου η έδρα του ESM, βρίσκονται σε εξέλιξη. Η κατάληξη θεωρείται λίγο πολύ δεδομένη: ένα νέο υβριδικό πρόγραμμα για την Ελλάδα χωρίς χρηματοδότηση, με ενισχυμένη εποπτεία και αυστηρές δεσμεύσεις για τουλάχιστον δύο χρόνια.
Αυτό που δεν ξέρουν οι δανειστές, όπως αναφέρουν μεταξύ σοβαρού και αστείου πηγές με γνώση των διεργασιών, είναι «αν ο Σουλτς ή ο Μακρόν θα αναλάβουν να πάρουν από το χέρι τον Τσίπρα για να τον πείσουν να αποδεχθεί ένα νέου τύπου πρόγραμμα». Διότι στο δικό τους σκεπτικό, χωρίς μιας μορφής πρόγραμμα μετά τη λήξη του τρίτου Μνημονίου, η Ελλάδα δεν πρόκειται να αφεθεί.
Το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο και εξαιτίας του ύψους των κεφαλαίων που έχει δανείσει ο επίσημος τομέας στη χώρα και εξαιτίας πιθανών εξωγενών και ενδογενών παραγόντων που ενδέχεται να οδηγήσουν την Ελλάδα στην ανάγκη ενός νέου επίσημου προγράμματος χρηματοδότησης τα επόμενα χρόνια. Και αυτό το ρίσκο δεν είναι διατεθειμένος να το αναλάβει κανείς στην ευρωζώνη.
Κατά τις πληροφορίες, στην πρόσφατη συνάντηση Ντράγκι με Δραγασάκη, Τσακαλώτο και Χουλιαράκη, η θέση που εκφράστηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν διαυγής: χωρίς πρόγραμμα, δεν πρόκειται να υπάρξει waiver (κατ’ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο δανεισμού).
Στο επιχείρημα ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να ακολουθήσει τον δρόμο της Κύπρου, όπου η καθαρή έξοδος συνοδεύτηκε από απώλεια του waiver, επισημαίνεται από αρμόδιες πηγές πως ακόμα και σήμερα τα κυπριακά ομόλογα δεν γίνονται αποδεκτά για δανεισμό από την ΕΚΤ καθώς η πιστοληπτική αξιολόγηση της κυπριακής οικονομίας παραμένει μία βαθμίδα χαμηλότερη σε σχέση με τις ελάχιστες απαιτήσεις της Κεντρικής Τράπεζας. Στην περίπτωση της Ελλάδας η απόσταση που χωρίζει την πιστοληπτική ικανότητα από τις απαιτήσεις είναι έξι βαθμίδες.
Χωρίς waiver, σε όρους καθαρής εξόδου, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα καλούνταν να αποκαταστήσει άμεσα τις ενδεχόμενες (και πιθανές) ανάγκες πρόσθετων κεφαλαίων από τα επικείμενα stress tests. Αυτό και μόνο το ενδεχόμενο βγάζει εντελώς από το κάδρο την καθαρή έξοδο ως εναλλακτική, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές.
Ακόμα χειρότερα, ο κίνδυνος άσκησης αλόγιστης δημοσιονομικής πολιτικής από την ελληνική κυβέρνηση των επομένων ετών θα ήταν ικανή συνθήκη να μεταβάλει δραστικά την επιδιωκόμενη ομαλή χρηματοδότηση από τις αγορές. Το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να προκαλέσει μια ενδεχόμενη επιδείνωση του διεθνούς περιβάλλοντος. Η Ελλάδα θα βρισκόταν ξεκρέμαστη.
Ο ESM, σύμφωνα με πληροφορίες, ξεκίνησε ήδη μετά την εντολή του Eurogroup τις τεχνικές συζητήσεις για τα ενδεχόμενα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Οι συζητήσεις επιταχύνονται καθώς οι δανειστές θέλουν να έχει κλείσει ο ελληνικός φάκελος της επόμενης μέρας τον Μάιο ή το αργότερο τον Ιούνιο. Το σκηνικό θα αρχίσει να ξεκαθαρίζει από τα τέλη Φεβρουαρίου, όταν το ΔΝΤ θα κληθεί να λάβει αποφάσεις για το αν θα συνεχίσει ή όχι και με ποιο τρόπο να εμπλέκεται στο ελληνικό πρόγραμμα. Με τα μέτρα για το χρέος στο τραπέζι, η κυβέρνηση το δίμηνο Απριλίου – Μαΐου θα κληθεί να λάβει τις αποφάσεις της. Σε κανένα σενάριο των δανειστών δεν υπάρχει στο τραπέζι καθαρή ή αυτοδύναμη έξοδος. Μετά την έξοδο έρχεται η είσοδος –σε ένα νέο περιβάλλον υποχρεώσεων και εποπτείας.

ΕΚΤ: Επιστολή – τελεσίγραφο για του πλειστηριασμούς

Λίγες ώρες μετά τη συνεδρίαση του Eurogroup την περασμένη Δευτέρα, στις ελληνικές τράπεζες έφτασε ένα γράμμα με αποστολέα τον SSM, τον εποπτικό βραχίονα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το θέμα δεν ήταν άλλο από τους πλειστηριασμούς. Το μήνυμα ξεκάθαρο: «τρέξτε» τους πλειστηριασμούς γιατί συνδέονται με την υποδόση του 1 δισ. ευρώ της τρίτης αξιολόγησης. Από την απρόσκοπτη υλοποίηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών τις επόμενες εβδομάδες σε πανελλαδικό επίπεδο, όπως διεμήνυσε άλλωστε ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι, θα κριθούν σε σημαντικό βαθμό εκτός από την εκταμίευση της δόσης του Απριλίου και τα αποτελέσματα των stress tests των ελληνικών τραπεζών.

Οι τράπεζες, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να διαψεύσει το τσουνάμι των επερχόμενων πλειστηριασμών, δεν έχουν άλλη επιλογή. Σχεδιάζουν 10.000 πλειστηριασμούς ακινήτων στη διάρκεια του έτους με χαμηλές ταχύτητες τους πρώτους μήνες και δραστική επιτάχυνση στη συνέχεια.

Το καμπανάκι χτύπησε ξεκάθαρα ο Μάριο Ντράγκι όταν στα μέσα της εβδομάδας, απαντώντας στον ευρωβουλευτή Νίκο Χουντή, επισήμανε την ανάγκη διενέργειας πλειστηριασμών σε πανελλαδικό επίπεδο παράλληλα με αυστηροποίηση των διατάξεων του νόμου Κατσέλη ώστε να μπλοκάρονται από την ένταξη στρατηγικοί κακοπληρωτές.

Τα ίδια μηνύματα, σύμφωνα με πληροφορίες, έδωσε ο ίδιος ο Ντράγκι στη συνάντηση που είχε τη Δευτέρα με Δραγασάκη, Τσακαλώτο, Χουλιαράκη, όταν η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα έδινε μάχη με τους δανειστές να απαλειφθεί η διασύνδεση εκταμίευσης της υποδόσης του Απριλίου με την απρόσκοπτη διενέργεια πλειστηριασμών. Η μάχη χάθηκε και ο ίδιος ο Κλάους Ρέγκλινγκ, κρατώντας τα κλειδιά του χρηματοκιβωτίου του ESM, διεμήνυσε ότι χωρίς πλειστηριασμούς το 1 δισ. του Απριλίου δεν θα εκταμιευθεί. Τραπεζικές πηγές σημειώνουν ότι το πλήθος των πλειστηριασμών ακινήτων από περίπου 500 το πρώτο δίμηνο του έτους, μετά τον Μάρτιο θα αυξηθεί σε 1.000 τον μήνα, για να φτάσει τις 2.000 μηνιαίως προς τα τέλη του έτους. Η συμφωνία με τον ESM άλλωστε προβλέπει τη διενέργεια 40.000 πλειστηριασμών ακινήτων κάθε χρόνο την ερχόμενη τριετία, όσο και αν η κυβέρνηση προσπαθεί να παρουσιάσει μια διαφορετική εικόνα. Μοναδική σανίδα σωτηρίας φαντάζει ενδεχόμενη παράταση του νόμου Κατσέλη κατά ένα έτος (λήγει στο τέλος του 2018) ως αντίδωρο καλής θέλησης από τους δανειστές, για την προστασία όμως μόνο όσων έχουν πραγματική και ανυπέρβλητη αδυναμία πληρωμής.